«Ισόβια πανδοχεία, χτισμένα για να περιμένουν
την επόμενη καταστροφή». Ετσι περιγράφει ο Λαμαρτίνος τη σύγχρονη Αθήνα
του 1832. Ενα χωριό που έβγαινε απ’ την ερημιά των αιώνων, το οποίο
ενδεχομένως να είχε σβήσει από τον χάρτη, αν δεν το κρατούσε στην ζωή το
«ποίημα γραμμένο από πέτρα», ο Παρθενών. Ερειπωμένος κι αυτός από τη
βόμβα του Μοροζίνι, πλην όμως όρθιος. Διαβάζοντας τις προάλλες το
κομμάτι αυτό από τις ταξιδιωτικές του αναμνήσεις, σκέφτηκα πως η
παρατήρηση ταιριάζει απολύτως και στο ύφος της σημερινής μεγαλούπολης.
Οι διαστάσεις άλλαξαν, όμως το ύφος παραμένει ίδιο. Η αθηναϊκή
πολυκατοικία, ακόμη και τα δημόσια κτίρια, με μόνο χαρακτηριστικό την
εκμετάλλευση του ζωτικού χώρου, μοιάζουν χτισμένα για να φιλοξενούν
περαστικούς, ανθρώπους που δεν ρίζωσαν ποτέ στην πόλη τους. Υπάρχουν και
οι εξαιρέσεις βέβαια, όμως είναι εξαιρέσεις, δακτυλοδεικτούμενες,
μουσειακά κομμάτια που δεν συμμετέχουν στην καθημερινότητα.
Μια πόλη με ελάχιστο δημόσιο χώρο, μια πρωτεύουσα της οποίας το κέντρο έχει λεηλατηθεί και καταστραφεί από τη βαρβαρότητα των «συλλογικοτήτων», όπως αποκαλούνται οι συμμορίες, είναι μια πόλη που μοιάζει να περιμένει την επόμενη καταστροφή. Μόλις πέσει το σκοτάδι, η Σταδίου μεταμορφώνεται σε ζοφερή ερημιά. Τα κουφάρια των καμένων κτιρίων συνυπάρχουν με τα πτώματα των καταστημάτων που τα χτύπησε η κρίση. Μια κρίση που προετοιμάστηκε από την αδιαφορία μας για το μέλλον, απ’ τη λατρεία του πρόσκαιρου, μια κρίση που μας ήρθε σαν να την περιμέναμε. Κι αν τόσα χρόνια δεν καταφέραμε να βγούμε απ’ αυτήν που μας χτύπησε το 2010, είναι επειδή φοβόμαστε μήπως η επόμενη είναι ακόμα χειρότερη.
Η κατάντια της Αθήνας είναι το σκηνικό του κοινωνικού μας ασυνειδήτου.
Στους λερωμένους από τα συνθήματα και τις αφίσες τοίχους της Νομικής εγγράφεται η αδιαφορία.
Στους πληθυσμούς των μεταναστών που συνωστίζονται στην πλατεία Βικτωρίας αναδεικνύεται η απάθεια μιας ολόκληρης κοινωνίας που έχει αφήσει τα αντανακλαστικά της κάπου στην ιστορία της. Και τώρα δεν της μένουν, για να αποδείξει πως είναι ακόμα ζωντανή, παρά κάτι σπασμοί, κάτι φωνές εδώ, κάτι νεύρα που ξεσπούν με το παραμικρό, και το συναισθηματικό κεφάλαιο του φθόνου απέναντι σε ό,τι κατάφερε να μείνει όρθιο.
Ας μη γελιόμαστε. Οι κυβερνώντες, τέλεια προϊόντα αυτού του κοινωνικού ασυνείδητου, μεσήλικες που έζησαν μέσα στο σκηνικό της επόμενης καταστροφής, χωρίς καμιά εμπειρία του σύγχρονου κόσμου, τη δουλειά την ξέρουν καλά. Και πολιτεύονται αναλόγως, αφού κατάλαβαν πως απευθύνονται σ’ ένα κοινό που δεν εντυπωσιάζεται πια από καμιά καταστροφή, γιατί την περιμένει.
Μέχρι τώρα λέγαμε πως εκείνο που μας σώζει είναι η ανικανότητά τους. Ομως η καταστροφή δεν χρειάζεται και ιδιαίτερες ικανότητες:
Το είδαμε το πρώτο εξάμηνο του 2015 με τις «διαπραγματεύσεις», το είδαμε το δεύτερο με το μεταναστευτικό. Και τώρα που ολοκληρώνεται ο κύκλος της καταστροφής και ξέρουμε πια πως όλοι αυτοί οι πληθυσμοί θα εγκλωβιστούν στα σύνορά μας, δεν έχουμε παρά να περιμένουμε την επόμενη.
Θα είναι η οριστική έξοδος απ’ τον πολιτισμένο κόσμο;
Ευτυχώς που ζούμε στην Αθήνα και η πόλη μάς έχει προετοιμάσει διά παν ενδεχόμενο, ακόμη και για τη ζωή του τρωγλοδύτη.
Μια πόλη με ελάχιστο δημόσιο χώρο, μια πρωτεύουσα της οποίας το κέντρο έχει λεηλατηθεί και καταστραφεί από τη βαρβαρότητα των «συλλογικοτήτων», όπως αποκαλούνται οι συμμορίες, είναι μια πόλη που μοιάζει να περιμένει την επόμενη καταστροφή. Μόλις πέσει το σκοτάδι, η Σταδίου μεταμορφώνεται σε ζοφερή ερημιά. Τα κουφάρια των καμένων κτιρίων συνυπάρχουν με τα πτώματα των καταστημάτων που τα χτύπησε η κρίση. Μια κρίση που προετοιμάστηκε από την αδιαφορία μας για το μέλλον, απ’ τη λατρεία του πρόσκαιρου, μια κρίση που μας ήρθε σαν να την περιμέναμε. Κι αν τόσα χρόνια δεν καταφέραμε να βγούμε απ’ αυτήν που μας χτύπησε το 2010, είναι επειδή φοβόμαστε μήπως η επόμενη είναι ακόμα χειρότερη.
Η κατάντια της Αθήνας είναι το σκηνικό του κοινωνικού μας ασυνειδήτου.
Στους λερωμένους από τα συνθήματα και τις αφίσες τοίχους της Νομικής εγγράφεται η αδιαφορία.
Στους πληθυσμούς των μεταναστών που συνωστίζονται στην πλατεία Βικτωρίας αναδεικνύεται η απάθεια μιας ολόκληρης κοινωνίας που έχει αφήσει τα αντανακλαστικά της κάπου στην ιστορία της. Και τώρα δεν της μένουν, για να αποδείξει πως είναι ακόμα ζωντανή, παρά κάτι σπασμοί, κάτι φωνές εδώ, κάτι νεύρα που ξεσπούν με το παραμικρό, και το συναισθηματικό κεφάλαιο του φθόνου απέναντι σε ό,τι κατάφερε να μείνει όρθιο.
Ας μη γελιόμαστε. Οι κυβερνώντες, τέλεια προϊόντα αυτού του κοινωνικού ασυνείδητου, μεσήλικες που έζησαν μέσα στο σκηνικό της επόμενης καταστροφής, χωρίς καμιά εμπειρία του σύγχρονου κόσμου, τη δουλειά την ξέρουν καλά. Και πολιτεύονται αναλόγως, αφού κατάλαβαν πως απευθύνονται σ’ ένα κοινό που δεν εντυπωσιάζεται πια από καμιά καταστροφή, γιατί την περιμένει.
Μέχρι τώρα λέγαμε πως εκείνο που μας σώζει είναι η ανικανότητά τους. Ομως η καταστροφή δεν χρειάζεται και ιδιαίτερες ικανότητες:
Το είδαμε το πρώτο εξάμηνο του 2015 με τις «διαπραγματεύσεις», το είδαμε το δεύτερο με το μεταναστευτικό. Και τώρα που ολοκληρώνεται ο κύκλος της καταστροφής και ξέρουμε πια πως όλοι αυτοί οι πληθυσμοί θα εγκλωβιστούν στα σύνορά μας, δεν έχουμε παρά να περιμένουμε την επόμενη.
Θα είναι η οριστική έξοδος απ’ τον πολιτισμένο κόσμο;
Ευτυχώς που ζούμε στην Αθήνα και η πόλη μάς έχει προετοιμάσει διά παν ενδεχόμενο, ακόμη και για τη ζωή του τρωγλοδύτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου