Του ΗΛΙΑ ΜΑΓΚΛΙΝΗ
Στις 25 Ιανουαρίου ο κ. Τσίπρας εξελέγη με
προεκλογική ατζέντα πύρινα αντιμνημονιακή, με βασικό σλόγκαν «Η ελπίδα
έρχεται», με μια πολεμική ρητορική έναντι των Ευρωπαίων και των
δανειστών και την ίδια στιγμή με μια ασάφεια σε ό,τι αφορά το ζήτημα της
εξόδου της χώρας απ’ την Ευρωζώνη.
Ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ, επίσημα έστω, υπέρ της εξόδου, γνωρίζαμε όμως (και σήμερα το γνωρίζουμε όλοι ακόμα καλύτερα) ότι σημαντικά στελέχη του πίστευαν στη ρήξη, την επιθυμούσαν και συνεχίζουν να την επιθυμούν και να στοχεύουν σε αυτήν.
Ο κ. Τσίπρας υπερτόνισε, πάντως, ότι θα διαπραγματευόταν σκληρά με στόχο να πετύχει κάτι δίκαιο για τον Ελληνα πολίτη, σε τρανταχτή αντίθεση με το πώς είχαν κινηθεί, κατά την εκτίμησή του πάντοτε, όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Επτά μήνες αργότερα, βρισκόμαστε σε καθεστώς κεφαλαιακού ελέγχου, κάτι που δεν είχε συμβεί με καμία από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Περάσαμε επίσης τρεις εβδομάδες με τις τράπεζες σε αργία, κάτι που είχε τεράστιο κόστος και τις συνέπειες η ελληνική οικονομία ακόμη τις υφίσταται και θα τις υφίσταται για καιρό. Πρώτη φορά και αυτό.
Είδαμε τη χώρα να γίνεται περίγελος στους κύκλους των ανεπτυγμένων χωρών εξαιτίας ενός απίθανου, έως και ύποπτου ως προς τους βαθύτερους στόχους του, υπουργού Οικονομικών (προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού), είδαμε τη χώρα να βγαίνει εκτός προγράμματος στις 30 Ιουνίου, είδαμε έναν από τους πιο σοβαρούς υπουργούς, τον κ. Δραγασάκη, να ομολογεί ευθαρσώς στη δημόσια τηλεόραση, «Νομίζαμε ότι θα τρομάξουμε τους Ευρωπαίους, δεν εκτιμήσαμε σωστά» (έξι ολόκληρους μήνες μετά, η παραδοχή μιας εξωφρενικής, παιδαριώδους τακτικής), ζήσαμε ένα παράλογο και διχαστικό δημοψήφισμα το αποτέλεσμα του οποίου ο ίδιος ο κ. Τσίπρας απαξίωσε μετά, γίναμε θεατές ενός κωμικού ανασχηματισμού (με εξαίρεση την αλλαγή στο υπουργείο Οικονομίας – πάλι καλά!) και είδαμε τον κ. Τσίπρα να αντικρίζει για πρώτη φορά την πραγματικότητα, να επιδίδεται πανικόβλητος στην περίφημη «κωλοτούμπα» (ευτυχώς!) και στη συνέχεια να γίνεται δέσμιος (και να καθίσταται ολόκληρη η χώρα δέσμια) του κόμματός του.
Ζούμε ακόμη:
Eνα χάος με το μεταναστευτικό, ζούμε μια εξοργιστική αδυναμία λήψης αποφάσεων, ζούμε την ακυβερνησία και τον φθηνό, μικροπολιτικό τακτικισμό.
Η ευθύνη, για μία ακόμη φορά, αλλά τώρα με γνώση και εμπειρία του «πρώτη φορά αριστερά», ανήκει πλέον στον Ελληνα ψηφοφόρο.
Ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ, επίσημα έστω, υπέρ της εξόδου, γνωρίζαμε όμως (και σήμερα το γνωρίζουμε όλοι ακόμα καλύτερα) ότι σημαντικά στελέχη του πίστευαν στη ρήξη, την επιθυμούσαν και συνεχίζουν να την επιθυμούν και να στοχεύουν σε αυτήν.
Ο κ. Τσίπρας υπερτόνισε, πάντως, ότι θα διαπραγματευόταν σκληρά με στόχο να πετύχει κάτι δίκαιο για τον Ελληνα πολίτη, σε τρανταχτή αντίθεση με το πώς είχαν κινηθεί, κατά την εκτίμησή του πάντοτε, όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Επτά μήνες αργότερα, βρισκόμαστε σε καθεστώς κεφαλαιακού ελέγχου, κάτι που δεν είχε συμβεί με καμία από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Περάσαμε επίσης τρεις εβδομάδες με τις τράπεζες σε αργία, κάτι που είχε τεράστιο κόστος και τις συνέπειες η ελληνική οικονομία ακόμη τις υφίσταται και θα τις υφίσταται για καιρό. Πρώτη φορά και αυτό.
Είδαμε τη χώρα να γίνεται περίγελος στους κύκλους των ανεπτυγμένων χωρών εξαιτίας ενός απίθανου, έως και ύποπτου ως προς τους βαθύτερους στόχους του, υπουργού Οικονομικών (προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού), είδαμε τη χώρα να βγαίνει εκτός προγράμματος στις 30 Ιουνίου, είδαμε έναν από τους πιο σοβαρούς υπουργούς, τον κ. Δραγασάκη, να ομολογεί ευθαρσώς στη δημόσια τηλεόραση, «Νομίζαμε ότι θα τρομάξουμε τους Ευρωπαίους, δεν εκτιμήσαμε σωστά» (έξι ολόκληρους μήνες μετά, η παραδοχή μιας εξωφρενικής, παιδαριώδους τακτικής), ζήσαμε ένα παράλογο και διχαστικό δημοψήφισμα το αποτέλεσμα του οποίου ο ίδιος ο κ. Τσίπρας απαξίωσε μετά, γίναμε θεατές ενός κωμικού ανασχηματισμού (με εξαίρεση την αλλαγή στο υπουργείο Οικονομίας – πάλι καλά!) και είδαμε τον κ. Τσίπρα να αντικρίζει για πρώτη φορά την πραγματικότητα, να επιδίδεται πανικόβλητος στην περίφημη «κωλοτούμπα» (ευτυχώς!) και στη συνέχεια να γίνεται δέσμιος (και να καθίσταται ολόκληρη η χώρα δέσμια) του κόμματός του.
Ζούμε ακόμη:
Eνα χάος με το μεταναστευτικό, ζούμε μια εξοργιστική αδυναμία λήψης αποφάσεων, ζούμε την ακυβερνησία και τον φθηνό, μικροπολιτικό τακτικισμό.
Η ευθύνη, για μία ακόμη φορά, αλλά τώρα με γνώση και εμπειρία του «πρώτη φορά αριστερά», ανήκει πλέον στον Ελληνα ψηφοφόρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου