Του ΤΑΣΟΥ ΤΕΛΛΟΓΛΟΥ
Εξοδο χώρας-μέλους από το ευρώ με διακοπή ρευστότητας από την ΕΚΤ
προβλέπει το γερμανικό ινστιτούτο οικονομίας.
Το γερμανικό ινστιτούτο
οικονομίας, μια δεξαμενή σκέψης κοντά στην Ενωση Γερμανικών Βιομηχανιών,
προτείνει σε έκθεσή του που υπογράφουν οι Τόμας Σούστερ και Γιούργκεν
Μάτες να διακοπούν «οι πληρωμές της ευρωομπρέλας προς κράτη που τις
έχουν ανάγκη εάν ένα κράτος παραβιάζει συστηματικά και διαρκώς το
πρόγραμμα που έχει συμφωνήσει έναντι του πακέτου βοήθειας...».
Οι
συντάκτες της έκθεσης, που δημοσιεύθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2015,
αποδέχονται ότι αυτή η επιλογή μπορεί να έχει ως συνέπεια «την έξοδο
μιας χώρας απο την Ε.Ε. Διότι το πλαίσιο των όρων στα ευρωπαϊκά
προγράμματα διάσωσης λειτουργεί από την άποψη της δημοσιονομικής τάξης
ως κεντρικός πυλώνας της νεότευκτης αρχιτεκτονικής για την αντιμετώπιση
των κρίσεων στον χώρο του ευρώ. Σε διαφορετική περίπτωση, απειλείται
(σ.σ. η ενεργοποίηση) κινήτρων σε εσφαλμένη κατεύθυνση...».
Αυτό θα
πρέπει να συμβεί ακόμα και αν οι χώρες που εγγυώνται για τα δάνεια της
χώρας σε κρίση «έχουν οικονομικές συνέπειες».
Οι συντάκτες επισημαίνουν ότι ένα τέτοιο σκηνικό απειλής (υψηλή αβεβαιότητα, απειλούμενη μεγάλη υποτίμηση του νέου νομίσματος, φυγή κεφαλαίων και υπερχρέωση) θα προκαλούσε τραπεζική κρίση και κρίση ρευστότητας που ενισχύει την αρχή της τήρησης των όρων.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο υπάρχουν 69 περιπτώσεις κρατών που έχουν εγκαταλείψει μία νομισματική ένωση, οι συντάκτες της έκθεσης εξετάζουν τις 49. Οι συντάκτες της έκθεσης παραδέχονται ωστόσο ότι δεν υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο μέσα από το οποίο θα μπορούσε μια χώρα να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση.
Αυτό είχε σχέση και με το γεγονός ότι η Ε.Ε. δεν θα επιθυμούσε μια τέτοια διαδικασία να έχει ένα συμβολικό χαρακτήρα τουλάχιστον όσο «οι χώρες σε κρίση ακολουθούσαν την πολιτική των μεταρρυθμίσεων...», αλλά «...αυτή η προϋπόθεση αμφισβητείται πλέον μετά την εκλογική νίκη του αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ στις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα...».
Οι συντάκτες της έκθεσης εξετάζουν μια σειρά από τρόπους εξόδου από το ευρώ:
Οι συντάκτες επισημαίνουν ότι ένα τέτοιο σκηνικό απειλής (υψηλή αβεβαιότητα, απειλούμενη μεγάλη υποτίμηση του νέου νομίσματος, φυγή κεφαλαίων και υπερχρέωση) θα προκαλούσε τραπεζική κρίση και κρίση ρευστότητας που ενισχύει την αρχή της τήρησης των όρων.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο υπάρχουν 69 περιπτώσεις κρατών που έχουν εγκαταλείψει μία νομισματική ένωση, οι συντάκτες της έκθεσης εξετάζουν τις 49. Οι συντάκτες της έκθεσης παραδέχονται ωστόσο ότι δεν υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο μέσα από το οποίο θα μπορούσε μια χώρα να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση.
Αυτό είχε σχέση και με το γεγονός ότι η Ε.Ε. δεν θα επιθυμούσε μια τέτοια διαδικασία να έχει ένα συμβολικό χαρακτήρα τουλάχιστον όσο «οι χώρες σε κρίση ακολουθούσαν την πολιτική των μεταρρυθμίσεων...», αλλά «...αυτή η προϋπόθεση αμφισβητείται πλέον μετά την εκλογική νίκη του αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ στις βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα...».
Οι συντάκτες της έκθεσης εξετάζουν μια σειρά από τρόπους εξόδου από το ευρώ:
• Η Ελλάδα θα πρέπει στην περίπτωση που επιθυμεί να εγκαταλείψει τη
νομισματική ένωση να κάνει αίτηση στο ευρωπαϊκό συμβούλιο και να
διαπραγματευτεί την έξοδό της από την Ε.Ε. συνολικά σύμφωνα με το άρθρο
50 της συνθήκης της Λισσαβώνας. Με την έξοδο δεν εφαρμόζονται οι κανόνες
της νομισματικής ένωσης. Η έξοδος πρέπει να αποφασισθεί με αυξημένη
πλειοψηφία ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το
αργότερο σε μία διετία. Στη συνέχεια η χώρα μπορεί να ζητήσει και πάλι
να γίνει μέλος της Ε.Ε.
• Μια έξοδος θα μπορούσε να γίνει όπως και η ένταξη στο ευρώ με αυξημένη πλειοψηφία, μία μέθοδος που οι ίδιοι οι συντάκτες ομολογούν ότι είναι αμφιλεγόμενη.
• Η ενδιαφερόμενη χώρα θα μπορούσε σε αίτημά της να υποστηρίξει ότι δεν είναι σε θέση πλέον να εκπληρώσει «τις μακροοικονομικές προϋποθέσεις της ΟΝΕ και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης. Να ζητήσει να βγει προσωρινά από την ΟΝΕ για να ξαναενταχθεί αργότερα σε αυτήν έπειτα απο βελτίωση της οικονομικής κατάστασης».
Συνεπώς το νομικό πλαίσιο δεν δίνει τη δυνατότητα της εξόδου, μπορεί όμως να υπάρξει de facto έξοδος αν μια χώρα «παραβιάζει συστηματικά το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, ή το καταργεί».
Ο αποφασιστικός μοχλός είναι η τροφοδοσία του εθνικού τραπεζικού συστήματος της χώρας σε κρίση με κεφάλαια της κεντρικής τράπεζας. Οι συντάκτες της έκθεσης προτείνουν να σταματήσει να τροφοδοτείται από τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας (ELA) χώρα που παραβιάζει τη συμφωνία με τους πιστωτές της.
Θεωρούν ωστόσο ότι η «άγρια έξοδος» μιας χώρας από το ευρώ μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στο σύστημα της ΕΚΤ που θα πρέπει να κρίνεται με βάση ένα νέο ελαστικό νομικό πλαίσιο. Μέχρι τότε όμως η διακοπή παροχής ρευστότητας και η συνεπαγόμενη στέρηση του κράτους-μέλους από το δικαίωμα ψήφου στην ΕΚΤ «θα σημάνει τον πρακτικό αποκλεισμό του κράτους-μέλους από την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση». Μία τέτοια απόφαση για τη διακοπή ρευστότητας θα μπορούσε να την «λάβει» πολιτικά και το ευρωπαϊκό συμβούλιο και να την συμπληρώσει με τη στέρηση του δικαιώματος ψήφου το ανεξάρτητο συμβούλιο της ΕΚΤ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου