ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: 8 δυσάρεστες αλήθειες για τα Βαλκάνια


Όπως ήταν αναμενόμενο, οι γενικές εκλογές του Οκτωβρίου στη Βοσνία δεν έχουν μέχρι στιγμής κατορθώσει να φέρουν την αλλαγή για την οποία ήλπιζε ο κόσμος στον απόηχο των διαδηλώσεων και των κινήσεων συμμετοχικής δημοκρατίας στις αρχές του έτους, που ονομάστηκαν, ίσως πρόωρα, Άνοιξη της Βοσνίας.

 

Είναι δύσκολο να συντονίσει κανείς μια θεμελιώδη δημοκρατική μεταμόρφωση, τέτοια σαν αυτή που χρειάζεται η Βοσνία, χωρίς μια πραγματική δημοκρατική συνταγματική και πολιτιστική κουλτούρα. Αυτή ήταν η αναπόφευκτη εντύπωση που δημιουργήθηκε τον Φεβρουάριο, φέροντας σε απόγνωση τους ακτιβιστές όταν συνέκριναν τα πλήθη των ανθρώπων (πολλοί από αυτούς άνεργοι) που συνωστίζονταν στα καφέ του Σεράγεβο και στις ταράτσες από το Baščaršija μέχρι το Marshala Tita με τις ελάχιστες εκατοντάδες που κινητοποιήθηκαν για την “επανάσταση” κοντά στο τζαμί του Αλή Πασά. Όπως έχουν εύστοχα πει ορισμένοι αναλυτές, τα απογοητευτικά αποτελέσματα των εκλογών έχουν λογική σημασία σε ένα σάπιο σύστημα που προσδιορίζεται από contactocracy και πελατειακά δίκτυα.

 

Αλλά το business as usual στη Βοσνία -εάν με αυτό αντιλαμβανόμαστε τη συνεχιζόμενη πορεία προς την κατάρρευση- είναι άσχημα νέα για την Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Δύση πρέπει να συμβιβαστούν με ορισμένες άβολες αλήθειες αναφορικά με την πολιτική τους στη Βοσνία (και την ευρύτερη περιοχή). Αυτές οι άβολες αλήθειες προκύπτουν από την αναγνώριση δύο βαθιά συνδεδεμένων γεγονότων, τα οποία είναι φανερά σε αυτούς που βρίσκονται στην περιοχή.

 

Πρώτον, η Βοσνία (και μεγάλο μέρος της περιοχής), παραμένει κολλημένη σε μια παγωμένη ή λανθάνουσα σύγκρουση που προέκυψε από έναν πόλεμο γενοκτονίας. Τα ίδια επιχειρήματα που ξεκίνησαν την βία παραμένουν ακόμη, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης της Βοσνίας για κρατική υπόσταση. Και δεν έχει υπάρξει καμία σημαντική συμφιλίωση. Η τρέχουσα πολιτική της ΕΕ, βασιζόμενη κυρίως στην προοπτική της διεύρυνσης και σε μια αποδυναμωμένη πορεία ολοκλήρωσης, επιχειρεί να αποφύγει ή να εξουδετερώσει αυτόν τον βασικό παράγοντα. Αλλά οι προκλήσεις της Βοσνίας, και εκείνων της περιοχής, έχουν να κάνουν με εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, με εξυγίανση μετά τη σύγκρουση και με γεωπολιτική.

 

Δεύτερον, είναι δελεαστικό για την ΕΕ απλώς να συνεχίσει στην ίδια πορεία δράσης, διατηρώντας τις ίδιες διπλωματικές αδράνειες. Αλλά αυτό θα ήταν επιζήμιο για τους στόχους της Ευρώπης και την περιφερειακή σταθερότητα, σε μια στιγμή που αναβιώνουν τα γεωπολιτικά και σιγοβράζουν κοινωνικές δυσαρέσκειες.


1. Οι προϋποθέσεις της ΕΕ αποτυγχάνουν και τα θεσμικά όργανα της συμφωνίας του Dayton έχουν πάψει

 

Η Βοσνία είναι παγιδευμένη μεταξύ δύο αντικρουόμενων δυτικών προσεγγίσεων για την εδραίωση της ειρήνης μετά τη σύγκρουση: διεύρυνση της ΕΕ μέσω όρων και κινήτρων, και οι εκτελεστικές δομές με οιονεί αποικιακές δυνάμεις, όπως καθορίστηκαν από τη συμφωνία του Dayton πριν από δύο δεκαετίες. Η Βοσνία έχει γίνει ένα θύμα των ορίων και των αντιφάσεων και των δύο προσεγγίσεων -που μοχλεύονται επιδέξια από τις τοπικές ελίτ. ΟΙ Ευρωπαίοι επισήμως εγκρίνουν τόσο την ήπια δύναμη της ΕΕ -που ασκείται μέσω των εργαλείων της ολοκλήρωσης- και τις εκτελεστικές δομές που συστάθηκαν από τη συμφωνία του Dayton.


Από τη μια πλευρά, η Δύση ενθαρρύνει την εγχώρια ανάληψη ευθύνης και την μεταμόρφωση καθοδηγούμενη από τα θεσμικά όργανα, προς την Ευρώπη. 


Από την άλλη, υποθέτει ότι η Βοσνία δεν μπορεί να διακυβερνηθεί εντελώς μόνη της χωρίς να οδηγηθεί σε σύγκρουση. Εμμέσως, αυτό σημαίνει αποδοχή του ότι η διεύρυνση από μόνη της δεν ένα ένα επαρκές game changer (εξ ου και η ανάγκη για back-up στην ασφάλεια).

 

Ωστόσο, και για διάφορους λόγους (και όχι μόνο τα διεθνή τμήματα της κοινότητας), τα θεσμικά όργανα που επιβλέπουν την συμφωνία του Dayton (ή τουλάχιστον την Bonn Powers,  η οποία επιτρέπει να απολύονται οι αδιάλλακτοι αξιωματούχοι κτλ) έχουν αναμφισβήτητα ξεπεραστεί, τουλάχιστον από την άποψη της αποτελεσματικότητας. Οι ελίτ στις οποίες στοχεύουν, απλώς αγνοούν τις αποφάσεις τους. Σε κάθε περίπτωση, πέρα από τα οφέλη τους, καμία από τις δύο αυτές προσεγγίσεις, από μόνες τους, δεν εργάζονται για την επίλυση των διαρθρωτικών προβλημάτων της Βοσνίας.


2. Χειρότερα από μια “στασιμότητα” - η ΕΕ επέτρεψε να "σέρνεται"
 


Η Βοσνία χρειάζεται περισσότερα από μια προσέγγιση διεύρυνσης της ΕΕ. Τα διαρθρωτικά χάσματα που οδήγησαν τη σύγκρουση, υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστα από την ευρωπαϊκή καθοδήγηση και το διεθνές δίκαιο. Η έκθεση της Κομισιόν για την πρόοδο το 2014 αναφέρει ότι η ευρωπαϊκή πρόοδος της Βοσνίας είναι σε στασιμότητα. Αλλά το πρόβλημα πηγαίνει πιο πέρα από την ανάγκη για υλοποίηση της υπόθεσης Sejdic και Finci από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία αμφισβήτησε τις διατάξεις καταμερισμού της εξουσίας που περιόριζαν ορισμένες θεσμικές θέσεις σε μέλη των τριών λαών. Το τωρινό ζήτημα δεν είναι απλώς μια προσωρινή οπισθοδρόμηση της πολιτικής. Πρόκειται για μια περίπτωση διαρθρωτικής πολιτικής ερπυσμού: οι υποκείμενες προϋποθέσεις για την ευρωπαϊκή επιτυχία δεν υπάρχουν. Στην καλύτερη, η πολιτική θα οδηγήσει σε μια άτακτη πρόοδο στο περιθώριο, η οποία θα είναι ανίκανη να ανακόψει την κατάρρευση της χώρας.


3. Μια δυναμική διπλωματία τύπου-Holbrooke ίσως να μην είναι πανάκεια επίσης

 

Είναι επίσης ασαφές ότι η επεμβατική, δυναμική διπλωματία τύπου Holbrooke της δεκαετίας του ’90 θα αποτελέσει πανάκεια για τις τρέχουσες προκλήσεις. Η Βοσνία είναι ένα θύμα της βαθιάς κρίσης της ευρωπαϊκής τάξης ασφάλειας. Ο κόσμος στον οποίο δημιουργήθηκε η συμφωνία του Dauyton, δεν υπάρχει πια, όπως και η Pax Americana που εγγυόνταν την απαραίτητη ισχύ γα να διατηρήσει αυτή την τάξη στη Βοσνία και αλλού. Η dayton και οι ρυθμίσεις της για καταμερισμό της εξουσίας, έχουν ατροφήσει.

 

Αλλά μέχρι στιγμής, οι Ευρωπαίοι, με επικεντρωμένοι σε άλλα διεθνή μέτωπα, δεν είχαν ποτέ τη διάθεση ούτε το κοινό όραμα να ξεκινήσει μια τολμηρή διπλωματική πρωτοβουλία προς ένα είδος συμφωνίας dayton II. Αυτό θα απαιτούσε συνεχή πίεση στους τοπικούς παράγοντας και το να έρθουν σε επαφή οι περιφερειακοί παίκτες (με τη Σερβία αλλά και άλλους). Πρόκειται για ένα διαφορετικό είδος διπλωματίας που γενικώς αρέσει στην ΕΕ. Θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα όπως οι πιθανές κυρώσεις για spoiler κ.α.

 

Ωστόσο το πρόβλημα είναι ότι, σε αντίθεση με τη συμβατική σοφία, μια dayton II (απίθανο να συμβεί σύντομα) ίσως να μην ήταν από μόνη της μια λύση για τα δεινά της Βοσνίας όπως το contacrocacy, ακόμη και εάν αυτό θα μπορούσε να περιορίσει τη διάχυση των επιπτώσεων.


4. Η ήπια δύναμη της ΕΕ συχνά καταλήγει σε τελετουργική προσαρμογή

 

Η πολιτική και η διπλωματία της ΕΕ σχετικά με τη διεύρυνση συχνά περιστρέφονται γύρω από την ιδέα της μετασχηματιστικής δύναμης της Ευρώπης. Ο εκδημοκρατισμός, η καλή διακυβέρνηση, το κράτος δικαίου και συνολικά η κοινωνική χειραφέτηση θα λάβουν σάρκα και οστά τελικά μέσω των κινήτρων που συνεπάγεται η ένταξη στην ΕΕ. Αυτό εξηγεί την τάση της ΕΕ να χρησιμοποιεί καρότο (για παράδειγμα, το καθεστώς υπό ένταξης χώρας στην Αλβανία το 2014) ή να υποβαθμίζει τα πρότυπα προκειμένου να ενισχύει την διαδικασία ένταξης. Η βασική παραδοχή είναι ότι αυτή η αλλαγή θα έλθει, εάν όχι πριν την ένταξη στην ΕΕ, τότε εντός της ΕΕ.

 

Πρακτικά, αυτό δεν συμβαίνει συχνά, ιδιαίτερα στις ανελεύθερες κοινωνίες, σε νέα κράτη ή σε κυβερνητικά συστήματα που υπάρχουν μετά από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οι παλιές διαιρέσεις και οι παλιές άρχουσες ελίτ, υιοθετούν τις νέες μορφές και επαναβεβαιώνουν τον εαυτό τους. Η δημοκρατική πολιτική στα κράτη μέλη της ΕΕ όπως η Ουγγαρία ή η Βουλγαρία, αμφισβητούν αυτό το θεμελιώδες δόγμα της πολιτικής της ΕΕ. Η ΕΕ μπορεί να συμβάλει στην προώθηση φιλελεύθερων μεταρρυθμιστών παντού, ακόμη και σε χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης. Αλλά στα Δυτικά Βαλκάνια, αυτή η επίδραση είναι τουλάχιστον ασαφής, και οι ακτιβιστές λένε ότι η αλήθεια είναι διαφορετική.

 

Αντιθέτως, αυτό που συχνά γίνεται είναι τελετουργική προσαρμογή: οι ελίτ προσαρμόζονται στη γλώσσα και τα πλαίσια της “Ευρώπης” και των “μεταρρυθμιστών”, ενώ αδυνατούν παράλληλα να διαχειριστούν τα δίκτυα ενέργειας και την κακή διακυβέρνηση. Η ΕΕ διατηρεί κάποια μεταρρυθμιστική δύναμη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά είναι πιο ασταθής από ό,τι υποστηρίζεται συνήθως. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν θα πρέπει να αυταπατώνται ότι αυτά τα ανελεύθερα χάσματα θα αλλάξουν κάτι περισσότερο από το να επισκέπτονται οι αδιόρθωτες ελίτ το Rue de la Loi στις Βρυξέλλες, με τα προνόμιά τους και τα κοκτέιλ πάρτι τους.


5. Οι χωρίς όριο συμβουλές της ΕΕ εγκυμονούν κινδύνους

 

Εν όψει αυτών των προκλήσεων, οι αξιωματούχοι της ΕΕ και δεσμευόμενων κρατών-μελών, τείνουν να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους, αξιοποιώντας περισσότερες πρωτοβουλίες δημιουργίας θεσμών και πόρων. Αντί να στηρίζεται στην ήπια δύναμη της έλξης, η ΕΕ στην πραγματικότητα εργάζονται στην “σκληρή καθοδήγηση με υψηλές ταχύτητες έτσι ώστε οι χώρες να ακολουθούν το μοντέλο της και να μην χάνουν τον ρυθμό, αν και η ΕΕ προσπαθεί να επιβάλλει έναν ρυθμό που δεν είναι συνηθισμένος ούτε για τη Δυτική Ευρώπη. Πολλές από αυτές τις πρωτοβουλίες είναι αξιέπαινες, μέσα σε μια συνολική διαδικασία αφομοίωσης του προτύπου.

 

Αλλά αυτού του είδους η καθοδήγηση κινδυνεύει να προωθήσει την εξάρτηση από τη διεθνή βοήθεια, κάτι που στη Βοσνία έχει συχνά αποτελέσει δικαιολογία για παράλυση. Ακόμη χειρότερα, η εντατική καθοδήγηση από την Ευρώπη, ορισμένες φορές καταλήγει σε ενδυνάμωση των spoiler, αντί για αύξηση της λογοδοσίας τους στο δημόσιο (ένα βασικό αίτημα των διαδηλωτών της Βοσνίας) ή στη δημιουργία ενός πολιτισμού πολιτικής ευθύνης. Και κάποιοι ντόπιοι πολιτικοί, λαμβάνοντας συμβουλές από δυτικές επιχειρήσεις που είναι εξοικειωμένες με τις ευρωπαϊκές δομές, επιδέξια μεγιστοποιούν τις ασυνέπειες της ΕΕ (για παράδειγμα, επιμένοντας σε κάποια πρότυπα που δεν καλύπτονται ούτε από τα ίδια τα κράτη-μέλη).

 

Επιπλέον, αυτή η εντατική ευρωπαϊκή καθοδήγηση ρισκάρει να αντικαταστήσει τις εγχώριες διαδικασίες, για παράδειγμα με το να συντάσσουν τους νόμους αρχικά, οι οποίοι στη συνέχεια επικυρώνονται στα κοινοβούλια. Αυτό δεν είναι μόνο προβληματικό από δημοκρατικής απόψεως, προοιωνίζεται επίσης άσχημες εξελίξεις για τη μελλοντική διακυβέρνηση των χωρών που αφορούν.
 

6. Η διεύρυνση της ΕΕ δεν είναι απαραιτήτως η “πιο επιτυχημένη” πολιτική ασφάλειας
 


Άλλο ένα φετίχ της ευρωπαϊκής πολιτικής είναι ότι η διεύρυνση της ΕΕ αποτελεί, χωρίς περιοριστικούς όρους, την καλύτερη πολιτική ασφάλειας για την περιοχή και μια αλάνθαστη συνταγή για σταθερότητα. Αλλά η δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι η τωρινή σταθερότητα στα Δυτικά Βαλκάνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ισορροπία των δυνάμεων στην περιοχή, που προκύπτει από τις συγκρούσεις στη δεκαετία του ’90. Αυτή η ισορροπία των δυνάμεων κατοχυρώθηκε στα σχετικά ειρηνευτικά πλαίσια, όπως στη Βοσνία.

 

Η προοπτική της διεύρυνσης της ΕΕ συμβάλει σε αυτή τη σταθερότητα, προσφέροντας έναν κοινό στόχο για το μέλλον. Ως τέτοια, παραμένει ένας αξιόλογος στόχος. Ωστόσο, αυτή η σταθερότητα είναι εύθραυστη, όπως μπορεί να δει κανείς κάθε φορά που ένας πολιτικός γίνεται εθνικιστής, στο πλαίσιο μιας οικονομίας σε βαθιά ύφεση, από τις γιγαντιαίες κοινωνικές ανάγκες και από τη δυσαρέσκεια που σιγοβράζει. Η πρόσφατη βία στον ποδοσφαιρικό αγώνα Σερβίας-Αλβανίας, δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου.

 

Δεύτερον, κυριολεκτικά μιλώντας, δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τη διεύρυνση, αλλά από ένα ευρύτερο σύνολο παραγόντων, όπως ο άνισος αποτρεπτικός ρόλος που παίζουν οι διεθνείς παρουσίες και οι τακτικοί υπολογισμοί των κυρίαρχων ελίτ. Αλλά ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία, η αυξανόμενη αντίληψη ότι η προοπτική της ΕΕ μειώνεται, αντιπροσωπεύει έναν δυνητικό παράγοντα ανασφάλειας. Αυξάνει το κίνητρο για ανεύθυνο εθνικισμό ή στροφή σε άλλους παράγοντες όπως η Ρωσία ή η Τουρκία.
 

7. Η ένταξη στην ΕΕ ίσως να μην είναι λύση στις "παγωμένες" συγκρούσεις


 

Άλλη μια αμφισβητήσιμη υπόθεση -που ισχύει και για την Βοσνία επίσης- είναι η ιδέα ότι η Ευρώπη και “το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι” είναι τόσο ισχυρός κοινός στόχος, που θα εξουδετερώσει ή ακόμη θα λύσει τις πολυετείς παγωμένες συγκρούσεις στην περιοχή.

 

Οι περιπτώσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας δεν μπορούν εύκολα να εξαχθούν σε άλλες περιπτώσεις. Το κράτος μέλος της ΕΕ, η Κύπρος, αποδεικνύει την ανεπάρκεια της εξίσωσης της ένταξης της ΕΕ με το τέλος των παγωμένων διαμαχών και τις αρνητικές δυναμικές τους. ΝΑι, η ενοποίηση της ΕΕ, υποστηριζόμενη από άλλους παράγοντες (για παράδειγμα, υψηλού επιπέδου διαμεσολάβηση), μπορεί να είναι ένα εργαλείο για την οικοδόμηση της ειρήνης και μπορεί να φέρει αποτελέσματα, όπως η συμφωνία του 2013 μεταξύ της Σερβίας και του Κοσσυφοπεδίου. Αλλά χωρίς συνεχείς διπλωματικές προσπάθειες για την καταπολέμηση των βαθύτερων αιτιών της σύγκρουσης, οι business as usual τείνουν να επανεβαιώνονται. Το παγωμένο καθεστώς της εφαρμογής της Συμφωνίας μεταξύ Σερβίας και Κοσσυφοπεδίου, το επιβεβαιώνουν αυτό. Σε κάθε περίπτωση, η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να υποστηριχτεί πλέον, καθώς η ΕΕ έχει επισήμως “παγώσει” τη διεύρυνση για το προσεχές μέλλον.

 

Ακόμη κι αν η ΕΕ αποφασίσει να κάνει ένα άλμα προς τα εμπρός για τη διεύρυνση, που προτείνεται από ορισμένους ως ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός, είναι ασαφές ότι η Βοσνία ή το Κοσσυφοπέδιο θα λύσουν τα θέματά τους εντός της ΕΕ. Αντίθετα, με τον σημερινό ρυθμό, η ΕΕ θα βρισκόταν στο μέσον ανελεύθερων συστημάτων και λανθανουσών συγκρούσεων, εις βάρος των φιλοδοξιών της ΕΕ για στρατηγικό βάθος και δύναμη.


8. Η γεωπολιτική δεν μπορεί να αγνοηθεί
 

Η βασική πολιτική της ΕΕ σε σχέση με την Βοσνία, την περιοχή και την Ανατολική Ευρώπη γενικότερα, είναι κυρίως ιδεατή. Στο φιλελεύθερο πλαίσιο, αυτό θα μπορούσε να έχει νόημα και αποτέλεσμα με τον καιρό. Αλλά αυτή τη στιγμή, καθώς η Ρωσία (μαζί με άλλους παράγοντες) ενισχύει τους μοχλούς εξουσίας της κατά μήκος της περιοχής και ισορροπεί τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, η κανονιστική προσέγγιση δεν είναι επαρκής. Οι λεπτές, δευτερογενείς επιπτώσεις της κρίσης της Ουκρανίας στα Βαλκάνια, γίνονται όλο και περισσότερο ξεκάθαρες. Πραγματικά, ενώ η ΕΕ απορροφάται σε άλλες διεθνείς κρίσεις (και στην δική της), η Ρωσία έχει επιδέξια εξαπλώσει το δίκτυο επιρροή της σε μια περιοχή με σημαντικούς μοχλούς (όπως είναι η ενέργεια, τα δάνεια κτλ). Το πρόσφατο ταξίδι του Putin στο Βελιγράδι είναι ενδεικτικό αυτής της στρατηγικής. Στη Βοσνία, η προσωπική του υποστήριξη στον Milorad Dodik (ο οποίος κάνει παιχνίδια με ένα σενάριο τύπου Κριμαίας στην Βοσνία) και η ρωσική απόρριψη του πρότυπου λεξιλογίου του Συμβουλίου Εφαρμογής Ειρήνης για την εδαφική ακεραιότητα και τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Βοσνίας, προσφέρουν λόγους ανησυχίας.

 

Είτε μας αρέσει είτε όχι, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει ακόμη να συμμετέχουν σε ορισμένες έξυπνες μορφές εξισορρόπησης και να καταλήξουν -πολύ γρήγορα- σε μια στρατηγική για την κάλυψη του τωρινού κενού εξουσίας που καθορίζει τα Δυτικά ΒΑλκάνια.

 

Ένα μεγάλο μέρος της τρέχουσας ευρωπαϊκής προσέγγισης για τα Δυτικά Βαλκάνια, μπορεί να συνοψιστεί ως ένα είδος “παρακαλώ-όχι-προβλήματα πολιτική”. Επιπλέον, αυτή η πολιτική βασίζεται σε παραδοχές που είναι τουλάχιστον επισφαλείς. Ωστόσο, οι συνθήκες αλλάζουν προς το χειρότερο, βάζοντας σε ρίσκο την πρόοδο που επιτεύχθηκε στα προηγούμενα χρόνια. Ο νέος Επίτροπος Πολιτικής Γειτονίας και Διαπραγματεύσεων Διεύρυνσης, Johannes Hahn, μίλησε σωστά ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το κράτος δικαίου, την μάχη κατά της διαφθοράς κ.α. Αλλά αυτή η προσέγγιση δεν θα είναι αρκετή.

 

Για αρχή, οι Ευρωπαίοι, τιμώντας τη δική τους στρατηγική ασφάλειας, θα πρέπει να προσαρμόσουν την πολιτική τους στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, αντί να τηρήσουν τον ίδιο δρόμο, στο πρότυπο του Τιτανικού. Η νέα ηγεσία της ΕΕ, με την ύπατη εκπρόσωπο στο τιμόνι και με τη συμμετοχή από κράτη-μέλη που ανήκουν στον πυρήνα, όπως η Γερμανία, θα πρέπει να θέσει σε ισχύ μια τολμηρή πολιτική επαναφοράς για την ενασχόληση της ΕΕ με τα Δυτικά ΒΑλκάνια. Αυτή η επανεκκίνηση πολιτικής (reset), θα πρέπει να αντιμετωπίσει με συνεκτικό τρόπο όλες τις πτυχές που περιλαμβάνονται: την γεωπολιτική, την εδραίωση της ειρήνης, την πολιτική ασφαλείας, τη διπλωματία και τη διεύρυνση. Και δεδομένων των προκλήσεων ανά τον κόσμο, από την Ουκρανία και το Ισλαμικό Κράτος στην ένταση στην Ασία, αυτού του είδους η πολιτική αλλαγή θα συμβάλει σε μια πολύ πιο χρήσιμη συζήτηση το 2015, προς μια παγκόσμια στρατηγική της ΕΕ.

 

Τέλος, μια τέτοια επαναξιολόγηση της πολιτικής θα πρέπει να γίνει παράλληλα με μια συζήτηση για το μελλοντικό σχήμα του ευρωπαϊκού project, τις επιλογές για την επανίδρυσή της και τα οφέλη από την περαιτέρω διεύρυνση- αντί να επιτρέψει σε αντί-μεταναστευτικές δυνάμεις να καταστρέψουν το όραμά της. Η ευρωπαϊκή δύναμη και εξουσία στο εξωτερικό, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητά της να ανανεώσει το “πολιτικό της μοντέλο” των φιλελεύθερων δημοκρατιών και των ανοιχτών κοινωνιών. Πρέπει να αποδείξει με το παράδειγμά της, αυτά που κηρύσσει στο εξωτερικό






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου