Η είδηση μας συντάραξε και το
γεγονός ότι τόσες μέρες μετά παραμένει στην επικαιρότητα σημαίνει πως
και πολλούς ταρακούνησε και πολλούς προβλημάτισε με την αναλγησία και τη
σκληρότητα των νόμων της αγοράς. Τρεις μέρες νεκρός και άταφος ο
αδελφός της δύστυχης Ολγας μέσα στο καμίνι μιας Αθήνας άδειας, που
πλατσούριζε αδιάφορη στις ακρογιαλιές του Σαρωνικού, την ώρα που το
κράτος πρόνοιας έκανε «αναγκαστική» χρήση της τριήμερης αργίας, ελέω
Αγίου Πνεύματος...
Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει: μην αρρωστήσεις και μην πεθάνεις
όταν μεσολαβεί Δεκαπενταύγουστος κι όταν η επίσημη αργία προηγείται ή
έπεται Σαββατοκύριακου.
Ανεργος, άπορος και ασθενής ο αδελφός της Ολγας, «κατέληξε» ένα
μοιραίο Σάββατο με 37° υπό σκιά, χωρίς να έχει την πρόνοια να ενημερώσει
προηγουμένως τα γραφεία Πρόνοιας του δήμου, την Ενορία, την
Αρχιεπισκοπή και να κρατάει καβάντζα 1.600 ευρώ για το γραφείο τελετών,
έναντι μιας θέσης στο ψυγείο του τελετάρχη. Το ΕΚΑΒ δεν κάνει διακομιδή
νεκρών κι αν κάνει, το νοσοκομείο δεν τον παραλαμβάνει χωρίς
πιστοποιητικό θανάτου. Η προσφυγή όμως στα κανάλια είναι
αποτελεσματικότερη, αφού με 300 ευρώ προκαταβολή και τα υπόλοιπα μέσω
Πρόνοιας εξασφαλίζονται τόσο μια θεσούλα στο Κοιμητήριο Ζωγράφου όσο και
η ξεφτίλα κάθε ιερού και όσιου...
Και ο μεν συγκεκριμένος υπήρξε τυχερός, γιατί είχε την Ολγα που
ανασκουμπώθηκε και πήρε πάνω της το θέμα της ταφής, υπάρχουν όμως άλλοι
που, ελλείψει συγγενών και πόρων, παραμένουν στα αζήτητα μέχρις ότου η
κοινωνική υπηρεσία τού νοσοκομείου καλύψει τα έξοδα της κηδείας,
τηρουμένης, φυσικά, της σχετικής προτεραιότητας, βεβαίως, βεβαίως.
Το θέμα της ταφής των νεκρών και των τιμών που τους αποδίδονται
είναι σύμφυτο με την ύπαρξη του ανθρώπου πάνω στη γη και δεν θα
ανατρέξουμε σε προγονικές λατρείες και έθιμα ούτε στη σύγκρουση των
ηθικών νόμων κόντρα στο κοσμικό κράτος.
Την Αντιγόνη του Σοφοκλή να θυμηθούμε, φτάνει και περισσεύει.
Δεν γνωρίζουμε το κοστολόγιο της ταφής διακεκριμένης θέσης το 442 π.Χ.,
που επιφύλαξε ο Κρέων για τον Ετεοκλή, όμως η άρνηση ταφής του
Πολυνείκη, με την κατηγορία της προδοσίας, οδήγησε την Αντιγόνη με ή
χωρίς ευρώ στην απόφασή της να τον θάψει σύμφωνα με τους θεϊκούς
άγραφους νόμους που επιβάλλουν κανένα πτώμα μη μείνει άταφο χωρίς
νεκρικές τιμές.
Στη μνημονιακή Ελλάδα σήμερα, η μόνη τιμή που μετράει είναι το
χρήμα. Αυτό καθορίζει τη θέση και τη σειρά σ' αυτόν και τον άλλο κόσμο
και η ελάχιστη τιμή που επιφυλάσσει ο νομοθέτης στους εκπεσόντες και
τους παρίες είναι δυο μέτρα γης σε μια ακρίτσα ενός ταπεινού
κοιμητηρίου.
Είμαστε σίγουροι πως η ταπεινή Ολγα δεν είχε βασιλική καταγωγή,
όπως η σοφόκλεια Αντιγόνη, κι άλλο τόσο πως ο ταλαιπωρημένος αδελφός της
δεν διέπραξε καμία προδοσία εις βάρος κάποιου ισχυρού που τον
εκδικείται, όμως η αγάπη και η αφοσίωσή της, το χρέος απέναντι στο αίμα
της, την όπλισαν με πείσμα και επιμονή να διεκδικήσει το αυτονόητο. Μια
θέση στο ψυγείο μέχρι την ταφή, αφού οι τρεις ανεμιστήρες δεν ήταν
ικανοί να ρίξουν τη θερμοκρασία και ο νεκρός μύριζε.
Κάτι ακόμη: είμαστε πεπεισμένοι πως η αξιοθαύμαστη Ολγα, αν ήταν
στο χέρι της, θα έβρισκε τρόπο να θάψει τον αδελφό της ως νέα Αντιγόνη,
χωρίς να σκιάζεται από τελετάρχες και κοράκια, έστω και μόνη, έστω κι
αν έσκαβε με τα χέρια της ένα ρηχό τάφο, ίσα για να τον τιμήσει και να
του δείξει πως τον θυμάται και τον σέβεται. Λίγο χώμα, λίγο νερό, λίγο
μυρωμένο θυμίαμα και η κατάρα των Λαβδακιδών ας πέσει σ' αυτούς που
ξεφτίλισαν, για το χρήμα, την πιο μεγάλη στιγμή της ανθρώπινης ύπαρξης.
Το δικαίωμα στην ταφή με αξιοπρέπεια.
Μιλάμε πολύ σαν λαός. Αυνανιζόμαστε λεκτικά επί εικοσιτετραώρου βάσεως για μικρά και ασήμαντα, για σκουπίδια και μπάζα.
Κι έρχεται η στιγμή που μια άγνωστη Ολγα, ανέστια, άπορη και
άμοιρη, με τη δύναμη και την καθαρότητα του απλού ανθρώπου, δείχνει με
την πράξη της σε μας τους αφελείς το δρόμο που οδηγεί στη...
διακεκριμένη θέση ενός κοιμητηρίου για ζώντες τεθνεώτες.
Κλείνοντας, ας θυμηθούμε τον Μπέρτολτ Μπρεχτ και το «Αννα μην
κλαις» σε μουσική Θ. Μικρούτσικου, παραφράζοντας για την περίσταση το
όνομα της ηρωίδας.
«Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους και πάλι
(Ολγα μην κλαις)
θα γυρέψουμε βερεσέ απ' τον μπακάλη
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί
Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
Εμένα δεν με βάζουν στο χέρι...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου