ΥΓΕΙΑ στην ΔΙΕΘΝΗ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Ο αργός θάνατος των Εθνικών Συστημάτων Υγείας


Αποτελεί πλέον ιστορικό γεγονός η δρομολογούμενη ήδη από την 1η Απριλίου 2013 επίσημη αποτέφρωση του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS), το οποίο αποτέλεσε πρότυπο πάνω στο οποίο χτίστηκαν σε όλη την Ευρώπη οι δημόσιες υπηρεσίες Υγείας.

Το βρετανικό Σύστημα Υγείας γεννήθηκε το 1948 και ενσάρκωσε τη μεγάλη ανάγκη του μεταπολεμικού ευρωπαϊκού κόσμου να αποκτήσει ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες Υγείας που θα παρέχονται δίκαια και ισότιμα, χωρίς οικονομική επιβάρυνση, προς όλους τους πολίτες μιας χώρας και ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση. 

Στη Μεγάλη Βρετανία το Εθνικό Σύστημα Υγείας λειτούργησε ιδανικά για αρκετές δεκαετίες, τουλάχιστον μέχρι την εποχή της «σιδηράς κυρίας» Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία άρχισε πρώτη να υποσκάπτει τα θεμέλιά του με πρόσχημα το αυξανόμενο κόστος, αλλά υπόβαθρο τα νεοφιλελεύθερα επιχειρήματα του ανταγωνισμού και της ελεύθερης αγοράς. Πρακτικά η αποτέφρωση του βρετανικού Συστήματος Υγείας, που δρομολογήθηκε με το βούλευμα Health and Social Act 2012, παραχωρεί πλέον τη διαχείριση των νοσοκομείων και κλινικών σε ιδιωτικές εταιρείες και δίδει προτεραιότητα στον ανταγωνισμό και την κερδοσκοπία.

Η βρετανική κοινωνία στέκει εξαιρετικά ανήσυχη απέναντι στις εξελίξεις αυτές, όπως και μεγάλη μερίδα του ιατρικού κόσμου της Βρετανίας αλλά και της Ευρώπης. Η τρέχουσα καυτή αρθρογραφία αρκετών ειδικών του χώρου της Υγείας στο δημοφιλές ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» θεωρεί τη δρομολογούμενη μεταβολή επικίνδυνη για την Υγεία, τη δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή, μάλιστα ο αρχιτέκτονας και εισηγητής των δραματικών αλλαγών στην Υγεία, Andrew Lansley, κατηγορήθηκε ότι ως νεοφιλελεύθερος βλέπει ψυχρά τον τομέα της Υγείας σαν να ήταν απλά «εταιρεία ηλεκτρισμού ή φυσικού αερίου».

Είναι βέβαιο ότι το κόστος παροχής υπηρεσιών Υγείας είναι σήμερα υπερ-πολλαπλάσιο σε σχέση με τις δεκαετίες '60-'70 και σε αυτό βοήθησε η ταχεία εξέλιξη της βιοϊατρικής τεχνολογίας, που έπρεπε να απορροφηθεί, αλλά και η εκρηκτική αύξηση προσωπικού στο πλαίσιο της εξειδίκευσης των επαγγελματιών Υγείας. Η τεράστια αύξηση του κόστους της περίθαλψης είναι γεγονός ότι έχει γονατίσει τις δημόσιες οικονομίες πολλών κρατών της Ευρώπης και η χρηματοδότηση της Υγείας αποτελεί πλέον το νούμερο ένα ζήτημα στην ατζέντα των συνόδων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ομως η εμπειρία από τις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης της εθνικής Υγείας σε άλλα κράτη, π.χ. στη Σουηδία, έδειξε ότι η κερδοσκοπική φιλοσοφία αύξησε φοβερά τις ανισότητες στον τομέα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ευνόησε τις μεγάλες αστικές περιοχές σε σχέση με την επαρχία, αύξησε τις ανισότητες στην περίθαλψη μεταξύ πλούσιων και φτωχών περιοχών στην ίδια πόλη και ακόμη μείωσε σημαντικά τη δυνατότητα πρόσβασης στην πρωτοβάθμια περίθαλψη των οικονομικά ασθενεστέρων.

Μια πρόσφατη αναφορά του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Ευρώπη προβλέπει ότι το προσδόκιμο επιβίωσης του μέσου Ευρωπαίου θα αυξηθεί κατά 5 χρόνια και θα φτάσει μεν τα 81 χρόνια το 2050, αλλά με κόστος τη σημαντική αύξηση της ανισότητας μεταξύ διαφορετικών περιοχών, π.χ. το προσδόκιμο επιβίωσης σήμερα στην Ελβετία αγγίζει τα 83, ενώ στο Καζακστάν τα 68 χρόνια.

Στη χώρα μας βέβαια η διαφθορά, η έλλειψη αξιολόγησης στελεχών και η ανεπαρκής διοίκηση είχαν ήδη αλλοιώσει πλήρως τις αρχικές καλές προθέσεις και την ουσία της δημιουργίας του ελληνικού ΕΣΥ αρκετό καιρό προτού φτάσει η τρέχουσα βαθιά κοινωνική και οικονομική κρίση, η οποία του έδωσε και τη χαριστική βολή. 

Ο αργός θάνατος του ιστορικού βρετανικού μοντέλου παροχής δημόσιων υπηρεσιών Υγείας πιστεύω ότι ίσως προκαλέσει ένα φαινόμενο «ντόμινο» στον τομέα της Υγείας και άλλων ευρωπαϊκών λαών, εκεί όπου οι αχόρταγες ύαινες των ιδιωτικών συμφερόντων καραδοκούν. Θεωρώ ότι ο αργός θάνατος των δημόσιων συστημάτων Υγείας συμβαδίζει πλέον με τον αργό θάνατο της δημοκρατίας στην Ευρώπη σήμερα.  

Η απόφαση των ευρωπαϊκών λαών να στηρίξουν το κατακτημένο δικαίωμα των πολιτών να έχουν ισότιμη και δίκαιη πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας είναι καθαρά πολιτική και όχι οικονομική, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν σήμερα στην Ευρώπη ισχυροί πολιτικοί άνδρες οι οποίοι θα έπαιρναν στις πλάτες τους το ρίσκο τέτοιων αποφάσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου