Ας υποθέσουμε ότι το ερώτημα τίθεται ως εξής: «Ποιος πρέπει να
πληρώσει τα σπασμένα ενός υπερτροφικού τραπεζικού συστήματος μιας χώρας;
Οι φορολογούμενοι της χώρας, οι φορολογούμενοι της ηπείρου στην οποία
ανήκει η χώρα ή οι μέτοχοι και οι επενδυτές του τραπεζικού συστήματος
που καταρρέει;».
Η επιλογή είναι προφανής.
Πρώτον, επειδή η απάντηση
εξαρτάται σχεδόν πάντα από τον τρόπο που διατυπώνεται η ερώτηση. Και
δεύτερον, επειδή αυτό επιβάλλει η κοινή λογική.
Το πρόβλημα αρχίζει όταν
στην απάντηση εμπλέκεται η ηθική και όταν αυτή η ηθική γίνεται η μήτρα
μιας ατέρμονης ηθικολογίας που επιβάλλει σε μια χώρα να αναλάβει το
κόστος της εξόδου από την κρίση επειδή πρέπει να τιμωρηθεί για τα λάθη,
τις αβλεψίες και την αβελτηρία που την οδήγησαν σε αυτήν.
Ο διευθυντής
σύνταξης της ισπανικής El Mundo Τζον Μίλερ έχει δίκιο όταν λέει
ότι δεν φταίει η γερμανίδα Καγκελάριος επειδή η Κύπρος εξέθρεψε έναν
τραπεζικό τομέα επτά φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της, επειδή οι τράπεζές
της δέχονταν δισεκατομμύρια ευρώ χωρίς να ρωτούν για την προέλευσή
τους, επειδή οι τραπεζίτες της αποφάσισαν να επενδύσουν το 50% των
αποθεματικών των πιστωτικών τους ιδρυμάτων σε ελληνικά ομόλογα, επειδή ο
πρώην πρόεδρός της άφηνε την πληγή να κακοφορμίζει και επειδή ο
διάδοχός του πήγε στο πιο κρίσιμο Eurogroup της ιστορίας της χώρας του
εντελώς απροετοίμαστος. Η Γερμανία δεν ευθύνεται για τίποτε απ' όλα αυτά
- και πολύ περισσότερο δεν ευθύνονται οι φορολογούμενοί της.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ θα ήταν πολύ διαφορετική όμως, εάν το αρχικό ερώτημα
διατυπωνόταν αλλιώς:
Υπάρχει κάποιος λόγος πέρα από έναν ανηλεή
παραδειγματισμό που επιβάλλει να καταστραφεί η οικονομία μιας χώρας η
οποία δεν αντιπροσωπεύει παρά το 0,25% της ευρωζώνης και της οποίας ο
τραπεζικός τομέας είναι μικρότερος ακόμη και από την ενδέκατη σε μέγεθος
τράπεζα της Γερμανίας;
Μπορεί να δοθεί μια εξήγηση που δεν θα μοιάζει
με φτηνή δικαιολογία για τη στροφή από τη γερμανική τέχνη της
ρεαλπολιτίκ, στην οποία η λοκομοτίβα της Ευρώπης οφείλει την επανένωσή
της, σε πολιτικές αποφάσεις που φαίνεται να υπαγορεύει το φάντασμα του
Καλβίνου;
Στο όνομα ποιας λογικής και για χάρη ποιας ηθικής πρέπει να
υποστεί ακόμη ένα σοκ ένα οικοδόμημα που τρίζει επικίνδυνα; Ποιο δίκαιο
επιβάλλει εντελώς διαφορετικές τιμωρίες για παρόμοια αδικήματα;
Οι
απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα κάνουν το πρόβλημα ελαφρώς πιο
σύνθετο. Η Ευρώπη θα μπορούσε ενδεχομένως να χωριστεί σε βόρειους και
νότιους, πλούσιους και φτωχούς, ισχυρούς και αδύνατους. Εχει συμβεί στο
παρελθόν και τίποτε δεν αποκλείει να ξανασυμβεί στο μέλλον. Ποτέ δεν θα
έπρεπε όμως να χωριστεί σε απατεώνες και ενάρετους, σε εκείνους που
υποχρεώνονται να υφίστανται τιμωρίες και σε εκείνους που διατηρούν το
δικαίωμα να τιμωρούν. Κάτι τέτοιο δεν θα οδηγούσε μόνο στο τέλος της
Ευρωπαϊκής Ενωσης. Θα σήμανε το τέλος του πολιτικού της πολιτισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου