Τι μπορεί να αισθάνεται μια δασκάλα όταν την αγκαλιάζει μια
μαθήτρια, τη φιλάει και της ψιθυρίζει στο αυτί, τις τυρόπιτες που τους
μοιράζει καθημερινά στο σχολείο, αν γίνεται να τους τις μοιράζει και τα
Σαββατοκύριακα!
Τι μπορεί να αισθάνεται μια κοινωνία όταν ακούει από
τους δασκάλους των παιδιών της ότι εξομολογούνται στην τάξη τον φόβο
τους ότι κάτι τρομερό θα συμβεί, ότι μπορεί οι γονείς τους να χάσουν τις
δουλειές τους;
Γιατί αυτό ακούν. Γιατί αυτό συνέβη στους γείτονες.
Γιατί ήδη συνέβη στην οικογένειά τους.
Η σχολική γενιά της κρίσης. Η πρώτη, ύστερα από εκείνην του πολέμου
και της Κατοχής, που δεν είναι ανέμελη, που δεν είναι καν χορτασμένη.
Ακούγεται καιρό το πρόβλημα. Αλλά η μεγάλη έρευνα της Σοφίας Παπαϊωάννου
για τους «Νέους Φακέλους» (Σκάι) το έφερε κοντά, του έδωσε πρόσωπα:
Πρόσωπα γονιών που από τη σιγουριά των μισθωτών εργασιών βρέθηκαν στην
ανεργία και δυσκολεύονται ακόμη και να ταΐσουν τα μωρά τους. Μανάδων που
επειδή δεν μπορούν να ζήσουν τα παιδιά τους τα αφήνουν σε ιδρύματα, τα
οποία και αυτά βρίθουν προβλημάτων λόγω της έλλειψης από τα αλλοτινά
φιλανθρωπικά κονδύλια που τα στήριζαν. Δασκάλων που ραγίζει η καρδιά
τους καθημερινά ακούγοντας τα δράματα που τους εμπιστεύονται οι μικροί
μαθητές τους. Και ειδικών ψυχιάτρων, οι οποίοι κρούουν τον κώδωνα του
κινδύνου για την ψυχική υγεία των σημερινών παιδιών και αυριανών
ενηλίκων, εκείνων που θα κουβαλούν τον εφιάλτη όχι απλώς για την ξαφνική
ανατροπή των συνθηκών της ζωής τους και τη στέρηση αλλά μιας απειλής
που αναπαράγεται από τα στόματα των ενηλίκων, τις κουβέντες της
οικογένειας, την τηλεόραση, τα ραδιόφωνα, διαχέεται στην ατμόσφαιρα και
ενσταλάζεται τοξική στις παιδικές ψυχές.
Η έρευνα συστηματική, η εκπομπή είναι προσεκτικά σχεδιασμένη ώστε
να αποφορτίζεται η αφήγηση από τη συγκίνηση των προσωπικών εξομολογήσεων
και των αφοπλιστικών εικόνων από τη ζωή μιας οικογένειας ανέργων με
τρία παιδιά που άνοιξε το σπίτι και την καρδιά της στον φακό. Αλλά η
οθόνη δεν είναι ποτέ μονωτικό υλικό για το αίσθημα θλίψης και ενοχής που
γεννά η συναίσθηση ότι υπάρχουν παιδιά πεινασμένα και πως πίσω από την
ακατάπαυστη μετρολογία και δοσολαγνεία του μιντιακού προσκηνίου
αγωνίζεται να επιβιώσει το πιο ευάλωτο κομμάτι της κοινωνίας, τα παιδιά
της.
Στα διαλείμματα γίνεται η μάχη-του-κολατσιού εξηγούν οι δάσκαλοι.
Τα παιδιά ενώνονται σε αγέλες μόλις «μυριστούν» τροφή και πέφτουν με βία
στον συμμαθητή τους, ο οποίος μπορεί να κρατά ένα σάντουιτς ή μια
τυρόπιτα. Την κατάσταση βελτίωσαν κάπως τα συσσίτια του δήμου, τα οποία
καθιερώθηκαν κατόπιν αιτήματος των δασκάλων που ζήτησαν βοήθεια.
Δεν είναι όμως μόνον η στέρηση της τροφής. Μια 40χρονη μητέρα,
άνεργη, όπως και ο σύζυγός της, θα δείξει το βάθος του προβλήματος: «Δεν
μπορούμε να ονειρευτούμε ότι τα παιδιά μας μεγαλώνοντας θα γίνουν κάτι,
ίσως γιατροί, δικηγόροι, επιστήμονες, γιατί πια δεν μπορούν να γίνουν
τίποτε».
Σκληρό;
Ακόμη και αυτό το όνειρο που έθρεψε με ελπίδες κοινωνικής ανόδου τις μεταπολεμικές γενιές και το οποίο μπορεί να αποδείχθηκε η τροχοπέδη - αν όχι η καταδίκη - μιας Ελλάδας που δεν συντονίστηκε με τις εξελίξεις των καιρών και γέμισε γιατρούς και δικηγόρους, τους οποίους δεν χρειαζόταν, είναι αφόρητο να διαλύεται σαν σαπουνόφουσκα μπροστά στα μάτια εκείνων που το πιστεύουν περισσότερο.
Κανείς δεν μπορεί να
εμποδίσει μια μάνα να ονειρεύεται. Και ένα παιδί να είναι ανέμελο.
Μεγαλώνει μια γενιά τραυματισμένη ψυχικά από την κρίση, έκρουσε τον
κώδωνα του κινδύνου ο καθηγητής Παιδοψυχιατρικής κ. Τσιάντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου