Αντίλαλοι πολέμου τόνισαν μουσικά, όπως και το 2011, το καλοκαίρι.
Αυτή τη φορά όμως πήγαζαν από μια άλλη αραβική χώρα, τη Συρία και όχι τη
Λιβύη. Και δεν είναι οι δυτικές δυνάμεις (οι δικές μας) αυτές που
συνθλίβουν τον άτιμο εχθρό, πρόκειται για έναν εμφύλιο πόλεμο στον
οποίο, επισήμως τουλάχιστον, είμαστε απλοί θεατές.
Μια φράση αποτυπώνει και ταυτόχρονα ενσαρκώνει το πνεύμα που
χαρακτηρίζει τα στρατιωτικά ρεπορτάζ, η οποία ανήκει στην επιφανή
δημοσιογράφο Φλοράνς Ομπενά («Λε Μοντ» της 24ης Ιουλίου). Περιγράφει ένα
κομβόι έτοιμο να φύγει για τη μάχη. Κατόπιν προσθέτει: «Τριγύρω
θαμπωμένα παιδιά σχηματίζουν μια τιμητική φρουρά. Είναι τέτοιος ο
θαυμασμός που νιώθουν ώστε δεν τολμούν να πλησιάσουν αυτούς τους
άνδρες». Καθώς η ίδια η δημοσιογράφος δεν τολμά να σχολιάσει τον
θαυμασμό των παιδιών, τραγική εντούτοις συνέπεια της διαμάχης,
καλούμαστε όλοι εμείς να μοιραστούμε αυτή την εμπειρία του δέους.
Η γοητεία μεταφράζεται, στον Τύπο, σε μια υπεραφθονία εικόνων: ο
πόλεμος είναι φωτογενής. Στη μία σελίδα μετά την άλλη βλέπουμε τα
καπνισμένα ερείπια των κτιρίων, τα πτώματα απλωμένα στους δρόμους, τους
κακούς να οδηγούνται για ανάκριση, το πιθανότερο βίαιη ή ακόμη,
όμορφους νεαρούς με Καλάσνικοφ στα χέρια ή διαγώνια κρεμασμένα. Οι
φωτογραφίες, το γνωρίζουμε, προκαλούν έντονα συναισθήματα, αλλά
μεμονωμένα δεν εκφέρουν καμία κρίση και η σημασία τους μένει μετέωρη.
Η ίδια επιείκεια σημαδεύει και τα κείμενα που τις συνοδεύουν:
ευχαριστιόμαστε να βλέπουμε τις συνέπειες μιας θαρραλέας επίθεσης, να
ανακαλύπτουμε έναν στρατό έτοιμο να κατακτήσει την εξουσία. «Η μάχη
ηλεκτρίζει τους αντάρτες», αλλά εμφανώς και τους δημοσιογράφους. Οι
φωτογραφίες δείχνουν τα ανήσυχα πρόσωπα των κρατουμένων, οι λεζάντες
τους ταυτοποιούν ζοφερά: «Ενας ύποπτος ως πληροφοριοδότης», «ένας
αστυνομικός κατηγορούμενος για κατασκοπεία». Είναι άραγε ακόμη ζωντανοί
τη στιγμή της δημοσίευσης;
Στη μεγάλη τους πλειονότητα τα μίντια δεν αρκούνται να αποτυπώσουν
τον πόλεμο, τον εξυμνούν έχοντας επιλέξει στρατόπεδο, συμμετέχουν στην
πολεμική προσπάθεια. Για να λέμε την αλήθεια, ο πόλεμος ασκεί σχεδόν
πάντα γοητεία, ίσως διότι εκπροσωπεί την κατεξοχήν κατάσταση όπου στο
όνομα ενός ανώτερου ιδανικού είμαστε έτοιμοι να διακινδυνεύσουμε ό,τι
πιο πολύτιμο έχουμε, τη ζωή. Σε αυτό προστίθεται ο θαυμασμός που νιώθει
το προσηλωμένο πνεύμα για τους ανθρώπους της δράσης, οι οποίοι
μετασχηματίζονται γρήγορα σε σύμβολα• αλλά και η έλξη που ασκεί η βία:
αντλούμε ευχαρίστηση από το θέαμα καταστροφών, σφαγών, βασανιστηρίων.
Η γοητεία του πολέμου οφείλεται επίσης στο ότι αποτελεί μια
κατάσταση απλή, όπου η επιλογή είναι αυτονόητη:
Το καλό εναντίον του κακού, οι δικοί μας εναντίον των άλλων, τα θύματα απέναντι στους δήμιους. Ενώ πριν το άτομο μπορεί να έβρισκε τη ζωή του μάταιη ή χαοτική, τώρα αυτή αποκτά σοβαρότατο νόημα. Ετσι, δεν καθόμαστε να ψάξουμε την πραγματικότητα πίσω από τις λέξεις.
Το καλό εναντίον του κακού, οι δικοί μας εναντίον των άλλων, τα θύματα απέναντι στους δήμιους. Ενώ πριν το άτομο μπορεί να έβρισκε τη ζωή του μάταιη ή χαοτική, τώρα αυτή αποκτά σοβαρότατο νόημα. Ετσι, δεν καθόμαστε να ψάξουμε την πραγματικότητα πίσω από τις λέξεις.
Η επανάσταση είναι άραγε
οπωσδήποτε καλή, όποια και αν είναι η έκβαση;
Και η μάχη για την ελευθερία δεν κινδυνεύει να κρύβει μια απλή
επιθυμία για εξουσία;
Αρκεί να επικαλείται κάποιος τα ανθρώπινα
δικαιώματα για να θεωρείται ιερός υπερασπιστής τους;
Στα ίδια ρεπορτάζ όμως εμφανίζεται και μια άλλη εικόνα του πολέμου,
αρκεί να προχωρήσει κανείς λίγο πιο πέρα από τους πηχυαίους τίτλους και
τις λεζάντες και να ενδιαφερθεί για τις λεπτομέρειες των περιγραφών. Οι
ιδεολογικές αιτιολογήσεις, απαραίτητες στο ξέσπασμα εμφυλίων πολέμων,
δεν λειτουργούν στη συνέχεια παρά σαν περιτύλιγμα μιας ισχυρότερης
λογικής, εγγενούς στον πόλεμο, μιας πλειοδοσίας αντιποίνων και κόντρα
αντιποίνων, με τη βία συνεχώς να αυξάνεται. «Καμία συγχώρεση δεν είναι
δυνατή, θα είναι οφθαλμός αντί οφθαλμού, οδούς αντί οδόντος». «Αυτούς
που σκότωσαν θα τους σκοτώσουμε».
Η αδιαλλαξία γίνεται υποχρεωτική, η διαπραγμάτευση και ο
συμβιβασμός εκλαμβάνονται ως προδοσίες. Τα κυριότερα θύματα δεν είναι οι
μαχητές του ενός ή του άλλου στρατού, αλλά οι άμαχοι, που βαρύνονται με
υποψίες για συνεργασία με τον εχθρό, που ζουν σε μια συνεχή ανασφάλεια,
που πεθαίνουν σε τυφλές εκρήξεις, που εγκαταλείπουν τα σπίτια και τα
χωριά τους, που συνωστίζονται σε προσφυγικούς καταυλισμούς γειτονικών
χωρών.
Οι εμφύλιοι πόλεμοι δεν είναι ποτέ μια απλή αντιπαράθεση ανάμεσα σε
δύο τμήματα του πληθυσμού, καθαγιάζουν την εξαφάνιση κάθε κοινής
έννομης τάξης, την οποία ενσαρκώνει στις ημέρες μας το κράτος, και
καθιστούν ως εκ τούτου θεμιτές τις εκδηλώσεις κτηνώδους δύναμης:
λεηλασίες, βιασμοί, βασανιστήρια, προσωπικές βεντέτες, άνευ λόγου
φονικά.
Αυτό είναι το πιθανό μέλλον των γεμάτων θαυμασμό σήμερα παιδιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου