Του Ανδρέα Γερολυμάτου
Καθηγητή και διευθυντή στο Κέντρο Ελληνικών
Σπουδών - Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο Βανκούβερ του Καναδά
Η Αραβική Ανοιξη πυροδότησε ένα κύμα σεισμικών αλλαγών στη Μέση
Ανατολή. Μέχρι τώρα δύο δικτάτορες, ο Μουαμάρ Καντάφι και ο Χόσνι
Μουμπάρακ, υπέκυψαν στις λαϊκές εξεγέρσεις μαζί με τον αυθέντη της
Τυνησίας Μπεν Αλι. Πιο πρόσφατα, η αντιπολίτευση στον Μπασάρ αλ Ασαντ,
στη Συρία, πέρασε από το στάδιο των μαζικών διαδηλώσεων στον ανοικτό
εμφύλιο πόλεμο.
Μολονότι οι γενεσιουργοί αιτίες της Αραβικής Ανοιξης δεν
έχουν διασαφηνιστεί, τα υποπαράγωγα των λαϊκών αυτών κινημάτων
μεταμορφώνουν τη Μέση Ανατολή και αναπλάθουν τις διεθνείς σχέσεις. Οι
Ηνωμένες Πολιτείες, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία παρακίνησαν το ΝΑΤΟ
να χρησιμοποιήσει αεροπορική ισχύ και κατέστρεψαν τον Καντάφι, ενώ
διπλωματία και διεθνής απονομιμοποίηση υποχρέωσαν τους Μπεν Αλι και
Μουμπάρακ να εγκαταλείψουν την εξουσία. Οι λοιπές μαζικές εξεγέρσεις στη
Μέση Ανατολή τρεμοσβήνουν, τουλάχιστον προς το παρόν.
Ωστόσο, πέρα από τον κοινό παρονομαστή της αντίθεσης στην αυταρχική
διακυβέρνηση, κάθε κράτος στη Μέση Ανατολή έχει τις δικές του μοναδικές
συνθήκες που ωθούν προς την εξέγερση. Και κάθε κράτος έχει προκαλέσει
μια εξειδικευμένη αντιμετώπιση από τη διεθνή κοινότητα.
Η αμερικανική υποστήριξη στη λιβυκή επανάσταση υπήρξε ένα δώρο
εξευμενισμού προς τη Βρετανία και τη Γαλλία. Αμφότερα τα κράτη
εξαρτώνται από το λιβυκό ελαφρύ αργό πετρέλαιο και προτιμούσαν να
εναντιωθούν στον Καντάφι, παρά να αντιμετωπίσουν την εχθρότητα του
καθεστωτικού διαδόχου του. Η Λιβύη είναι αραιοκατοικημένη και μετά τις
επιτυχημένες εκλογές της τελευταίας εβδομάδας είναι απίθανο να
προκαλέσει ανησυχία στη Δύση, στο άμεσο μέλλον. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί
και για την Τυνησία. Υπάρχουν εντάσεις ανάμεσα στους Ισλαμιστές και
τους Φιλελεύθερους και στα δύο κράτη, αλλά βραχυπρόθεσμα ο κίνδυνος
ακραίων καθεστώτων έχει αποφευχθεί.
Από την άλλη, Αίγυπτος και Συρία
διαθέτουν το εκτόπισμα ώστε να επιδράσουν καταλυτικά στον τρόπο με τον
οποίο οι Μεγάλες Δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της μόνης Υπερδύναμης,
ανταγωνίζονται στην περιοχή.
Η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα είναι ισχυροί υποστηρικτές του ίδιου
του Ασαντ και έχουν δώσει τη δυνατότητα στον σύρο δικτάτορα να επιβιώσει
μέχρι τώρα. Το Ισραήλ, επίσης, υποστηρίζει το status quo στη Συρία: όχι
κατ' ανάγκην τον ίδιο τον Ασαντ, αλλά θα βοηθήσει να ορθοποδήσει
οιοσδήποτε διάδοχός του που δεν θα ήταν ισλαμιστής. Για τους
Ισραηλινούς, η ανάρρηση των ισλαμιστών στην εξουσία, στη Συρία, συνιστά
στρατηγικό εφιάλτη. Εάν η Συρία καταλήξει ισλαμικό καθεστώς και η
Μουσουλμανική Αδελφότητα παραγκωνίσει τον αιγυπτιακό Στρατό, τότε το
κράτος του Ισραήλ θα έχει να αντιμετωπίσει στα βορειοανατολικά και στα
νοτιοδυτικά δύο ακραία εχθρικούς γείτονες.
Απέναντι σε αυτή την περίεργη συμμαχία βρίσκονται η Τουρκία, η
Σαουδική Αραβία και το Κατάρ.
Η Τουρκία συνορεύει με τη Συρία και ως
περιφερειακή υπερδύναμη δεν μπορεί να αγνοηθεί σε ό,τι αφορά μείζονες
αλλαγές στην περιοχή. Η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ δεν μπορούν να
παραμείνουν επιλήσμονες της τύχης των σουνιτών στη Συρία, που αποτελούν
πάνω από το μισό του πληθυσμού της και το κύριο θύμα του καθεστώτος. Η
Τουρκία έχει παράσχει βάσεις στους σύρους αντάρτες και η Σαουδική Αραβία
και το Κατάρ πληρώνουν τους μισθούς τους. Δεδομένου ότι η συριακή λίρα
έχει υποτιμηθεί, η μισθοδοσία των ανταρτών έχει πρακτικά το ίδιο κόστος
με τη μισθοδοσία των Ενόπλων Δυνάμεων του Ασαντ.Μοναδική περίπτωση
μεταξύ των ιδεολογικών αντιπάλων του Ασαντ αποτελούν οι Ηνωμένες
Πολιτείες.
Οι Αμερικανοί ευρίσκονται μπροστά σε ένα γεωπολιτικό δίλημμα:
αντιτίθενται στον Ασαντ αλλά τα συμφέροντά τους, όπως και εκείνα του
Ισραήλ, δεν επιτρέπουν το κόστος της αντικατάστασής του από ισλαμιστές.
Στην περίπτωση της Αιγύπτου, η κυβέρνηση του Προέδρου Ομπάμα καλωσόρισε
την απομάκρυνση του Μουμπάρακ από την εξουσία, αλλά δεν μπορεί να
αντέξει το ενδεχόμενο της παράδοσης της εξουσίας από τον Στρατό σε ένα
πολιτικό καθεστώς υπό την ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Εντούτοις, είναι ζήτημα χρόνου και μόνο για την Αίγυπτο η μετάλλαξή της
σε ένα τουρκικού τύπου καθεστώς. Με άλλα λόγια, οι ισλαμιστές βαθμιαία
θα αποκτήσουν τον έλεγχο της Αιγύπτου, περιλαμβανομένων και των Ενόπλων
Δυνάμεων.
Για τη Συρία, οι Αμερικανοί έχουν οργανώσει επανειλημμένες
καταδίκες της στα Ηνωμένα Εθνη και στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, πέραν
όμως αυτού τίποτα το σημαντικό. Ακόμη και όταν οι Σύροι κατέρριψαν ένα
τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος, οι ΗΠΑ αποθάρρυναν την Τουρκία να
προχωρήσει σε πόλεμο. Συνήθως, οι Μεγάλες Δυνάμεις προτιμούν τον απαλό
βηματισμό και αποφεύγουν τις δραματικές χειρονομίες. Εντούτοις, υπό τις
παρούσες συνθήκες, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατρέχουν τον κίνδυνο να
μεταβληθούν σε θεατές της όλης μετάλλαξης στη Μέση και Κεντρική Ασία.
Εν
κατακλείδι, οι Αμερικανοί θα εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν στους
Ταλιμπάν, ενώ έχουν χάσει ήδη το Πακιστάν. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες
παραμείνουν αμέτοχοι παρατηρητές στη Συρία και στην Αίγυπτο, διατρέχουν
τον κίνδυνο να χάσουν κάθε επιρροή και σημασία στην περιοχή.
Οι διάδοχοί
τους θα είναι η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία στη Μέση Ανατολή, η Κίνα
και η Ρωσία στην Κεντρική Ασία. Πλέον καμία Δύναμη δεν θα ασκεί, μόνη
της, κυριαρχία σε όλο αυτό το ημισφαίριο, καθώς η πολυμέρεια θα
κυριαρχήσει στις διεθνείς σχέσεις. Κατά συνέπεια, οι ελάσσονες Δυνάμεις
θα έχουν μεγαλύτερη ευελιξία και ανεξαρτησία δράσης.
Στο πλαίσιο αυτό η
Τουρκία θα έχει λιγότερο ανάγκη τις Ηνωμένες Πολιτείες, την ίδια στιγμή
που η γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας θα προσλάβει κρίσιμη σημασία για
τους Αμερικανούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου