Οι «δημοκρατικοί» αντίπαλοι της Δημοκρατίας


«Σε μια δημοκρατία», έγραψε ο Αμερικανός δικαστής Φίλιξ Φρανκφούρτερ, «το υψηλότερο αξίωμα είναι αυτό του πολίτη». Αυτό είναι μια άλλη ανάγνωση του πρώτου άρθρου στα συντάγματα όλων των χωρών, που περίπου λένε ό,τι και το ελληνικό: «Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό...». Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε πολίτης από μόνος, κατέχοντας το υψηλότερο αξίωμα, μπορεί να κάνει ό,τι γουστάρει, αλλά οι περισσότεροι πολίτες μαζί ορίζουν την τύχη μιας χώρας· είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο.

Στις πρόσφατες εκλογές, οι Ελληνες άσκησαν την ύψιστη εξουσία τους και ίσως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα. Και αυτό, διότι όπως συμβαίνει και με όλα τα άλλα πράγματα, στην Ελλάδα και η έννοια της δημοκρατίας έχει κακοποιηθεί τόσο πολύ ώστε τα πάντα κατέληξαν πολτός. Τα πολιτικά δικαιώματα συγχέονται με τα ατομικά· ο νόμος της πλειοψηφίας με το «δίκιο» μιας τάξης· η υποχρέωση τήρησης των νόμων με το δικαίωμα (υπό όρους) της πολιτικής ανυπακοής· η δημοκρατία με την οχλοκρατία· η πολιτική με τον χουλιγκανισμό· το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου με τις βιαιότητες· το δικαίωμα της συνάθροισης με τις καταλήψεις· η νόμιμη βία, που οφείλει να ασκεί τηρώντας τους κανόνες το κράτος, με την παράνομη βία εκείνου που θεωρεί ότι αδικείται.

Το αποτέλεσμα αυτής της ιδεολογικής θολούρας αποτυπώνεται στην καθημερινότητά μας και στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα σήμερα. Υμνώντας τη δημοκρατία, φτάσαμε στην τυραννία των μειοψηφιών, που αποτρέπουν βιαίως την εφαρμογή των νόμων, στο όνομα ενός «ανώτερου» και αυτοπροσδιοριζόμενου «δίκιου» το οποίο ορίζεται ανάλογα με τα γούστα ή τις ιδεοληψίες καθενός κι αδιαφορώντας για τις προτεραιότητες των άλλων.

Ομως, η δημοκρατία δεν είναι ένα σύστημα απόλυτης ελευθερίας· είναι το πιο ελεύθερο σύστημα που έχουμε γνωρίσει μέχρι τώρα. Δεν ευλογεί την παραβίαση των κανόνων συμβίωσης, απλώς επιτρέπει σε όλους να συμμετάσχουν στον ορισμό αυτών των κανόνων. Δεν είναι ένα σύστημα που επιτρέπει στις μειοψηφίες να κάνουν ό,τι θέλουν· είναι ένα σύστημα που επιτρέπει στις μειοψηφίες να λένε ό,τι θέλουν, έτσι ώστε να πείσουν και να γίνουν με τη σειρά τους κάποια στιγμή πλειοψηφία για να ορίσουν τους κανόνες. Δεν επιτρέπει καν στην πλειοψηφία να κάνει ό,τι θέλει. Υπάρχουν τα θεμελιώδη δικαιώματα κάθε ατόμου, που δεν μπορεί να καταπατήσει ούτε το 99,9% του υπόλοιπου λαού.

Στον ιδεολογικό χυλό της χώρας μας τα πάντα είναι «δημοκρατία». Αν κάποιος θεωρεί έναν κανόνα δίκαιο και αυτός δεν έχει θεσπιστεί, τότε καταλήγει στο ρηχό συμπέρασμα ότι δεν ζει σε δημοκρατία. Το πρόβλημα όμως είναι ότι η δημοκρατία είναι μέθοδος θέσπισης κανόνων και όχι οι κανόνες καθ’ εαυτοί. Η δημοκρατία ξεκινά από την ταπεινόφρονα παραδοχή ότι κανείς δεν ξέρει τι είναι δίκαιο και γι’ αυτό επιτρέπει στην πλειοψηφία των πολιτών να το ορίσουν. Είναι ανόητη λοιπόν η έκφραση πως «δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης». Η δημοκρατία επιτρέπει την προπαγάνδα υπέρ της θέσπισης ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, έτσι ώστε αυτή η άποψη να γίνει πλειοψηφική και να καταλήξει κανόνας συμβίωσης. Αν η πλειοψηφία αποφασίσει το αντίθετο, μπορεί να δημιουργηθεί μια προβληματική αλλά όχι μια αντιδημοκρατική κοινωνία

Η δημοκρατία δεν εξασφαλίζει σοφά αποτελέσματα –μην ξεχνάμε ότι δημοκρατικά εξελέγη ο Αλκιβιάδης, που οδήγησε στην καταστροφή της Αθήνας–, αλλά ότι οι άνθρωποι θα δρέπουν τους καρπούς των σωστών αποφάσεων και υφίστανται τις συνέπειες των λαθών τους. Οπως γράφει ο Ρεζίς Ντεμπρέ: «Ο ρόλος της δημοκρατίας δεν είναι να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους. Ούτε σκοπός της είναι να αγαπιόμαστε όλοι μεταξύ μας. Είναι μόνο μία συμφωνία που μας επιτρέπει να διαχειριζόμαστε καλύτερα τις διαφωνίες μας. Ή, τέλος πάντων, να τις διαχειριζόμαστε με το μικρότερο δυνατό κόστος».

Φυσικά, το πολίτευμα της Δημοκρατίας δεν είναι τέλειο. Οχι με την έννοια ότι δεν παράγει άριστα αποτελέσματα. Το πρόβλημα με τη δημοκρατία είναι και ως διαδικασία, όπως λέει ο Ντεμπρέ, «έχει κι αυτό τα όριά του, τις σκιές του, τις μαύρες τρύπες του». Γι’ αυτό και το αίτημα για περισσότερη δημοκρατία είναι πάντα ζωντανό. Eίναι το μόνο πολίτευμα που έχει μηχανισμούς αυτοαξιολόγησης και διαρκούς αναθεώρησης. Εχει διαδικασίες αναθεώρησης του Συντάγματος, πλην φυσικά των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων. Εχει νόμους, αλλά επιτρέπει και την ανυπακοή τηρώντας τρεις κανόνες: 

1) η πράξη να είναι δημόσια και μην εμπεριέχει βία, 

2) ο παρανομών να μην έχει ίδιο όφελος, 

3) να υποστεί ο παρανομών τις συνέπειες του νόμου, έτσι ώστε να μεγιστοποιήσει το επικοινωνιακό αποτέλεσμα της αντίθεσής του στον συγκεκριμένο κανόνα.  

Στην Ελλάδα, αυτό που βαφτίζεται πολιτική ανυπακοή, ποτέ δεν έχει και τις τρεις προϋποθέσεις, και συχνά δεν έχει καμία.

Η δημοκρατία δεν πραγματώνεται κάθε τέσσερα χρόνια. Βεβαίως, μετά την απομάκρυνση εκ της κάλπης ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Οι πολίτες εκλέγουν για μία τετραετία εκείνους –καλούς, κακούς, ποδοσφαιριστές, τραγουδιστές· δεν έχει σημασία– που θα τους εκπροσωπήσουν. Επιλέγουν πολιτικές και διαμορφώνουν, εν πολλοίς, την πορεία που θα πάρει ο τόπος. Συνήθως απογοητεύονται διότι η δημοκρατία για να προχωρήσει χρειάζεται τόσο τις διαφωνίες όσο και τους συμβιβασμούς. Ουδέποτε μια συλλογική απόφαση μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως ένα άτομο. Γι’ αυτό ακριβώς εφευρέθηκε η Δημοκρατία· για να θεσπίζει εκείνους τους συμβιβασμούς που θα ικανοποιούν σε μεγάλο βαθμό τους περισσότερους ανθρώπους. Κανόνες που ικανοποιούν πλήρως μόνο έναν άνθρωπο είναι η απολυταρχική μοναρχία.

Η δημοκρατία επίσης έχει κόστος. Την αιώνια επαγρύπνηση που έλεγε ο Τόμας Τζέφερσον. Η δημοκρατία δεν τελειώνει με τις εκλογές. Οι πολίτες έχουν υποχρέωση διαρκούς συμμετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Ελέγχουν αυτούς που εξέλεξαν, πιέζουν –με δημοκρατικά μέσα μόνο– για τη λήψη των αποφάσεων που θεωρούν σωστές, εναντιώνονται σε κάθε απόπειρα καταστρατήγησης των νόμων· είτε αυτή επιχειρείται από τα πάνω είτε από τα κάτω, δηλαδή από ομάδες πολιτών που θέλουν να επιβάλουν με παράνομες πράξεις τη θέλησή τους. Στη δημοκρατία, κανένας σκοπός δεν αγιάζει τα αντιδημοκρατικά μέσα και η καταστρατήγηση των νόμων –δηλαδή η ακύρωση της θέλησης της πλειοψηφίας– δεν μπορεί ποτέ να νοηθεί ως δημοκρατική πράξη.

Ο μεγαλύτερος εχθρός της Δημοκρατίας είναι η πολυπλοκότητά της· αυτή που σωρεύτηκε με τα χρόνια ώστε να γίνει πιο δίκαιη. Οι πολίτες δύσκολα μπορούν να καταλάβουν τους μηχανισμούς λήψης των αποφάσεων, τους συμβιβασμούς που πρέπει να γίνονται ώστε να προχωρούν τα πράγματα και δύσκολα μπορούν να δικαιολογήσουν την έλλειψη ριζοσπαστισμού που τη χαρακτηρίζει. Η δημοκρατία είναι μια γκρίζα διαδικασία που λατρεύει τη διαφωνία, αλλά για να έχει αποτελέσματα πρέπει να επιτύχει τη συμφωνία.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι από τη φύση της η δημοκρατία πρέπει διαρκώς να επεκτείνεται, να βάζει όλο και περισσότερους παίκτες στη διαδικασία κάτι που σημαίνει ότι γίνεται, προϊόντος του χρόνου, ακόμη πιο πολύπλοκη. 

 Γράφαμε και παλαιότερα («Κ» 28/1/2007) για το δημοκρατικό παράδοξο: από τη στιγμή που διευρύνεται ο αριθμός εκείνων οι οποίοι συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων προστίθεται πολυπλοκότητα στο σύστημα. Είναι διαφορετικό να αποφασίζει ο ελέω Θεού μονάρχης και διαφορετικά μία κυβέρνηση που λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο και ελέγχεται από τη δικαστική εξουσία. Υπάρχει διαφορετικός βαθμός πολυπλοκότητας στη διακυβέρνηση των αρχών του περασμένου αιώνα και διαφορετική σήμερα, όπου υπάρχουν Ανεξάρτητες Αρχές, πληθώρα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ομάδες πίεσης κ.λπ.  
Αυτό είχε προφανώς κατά νου ο Ουίνστον Τσώρτσιλ όταν έγραφε ότι «η Δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, εκτός όλων των άλλων που έχουν δοκιμαστεί μέχρι σήμερα».

 Κι έτσι πρέπει να είναι: Το «βάθεμα και το πλάτεμα της Δημοκρατίας» απαιτεί όλο και περισσότερους παίκτες στη διαδικασία, αλλά φευ όλο και μεγαλύτερη πολυπλοκότητα. Εκεί, όμως, βρίσκεται η αχίλλειος πτέρνα της...

Οσο προστίθεται πολυπλοκότητα στο σύστημα, τόσο πιο ακατανόητο γίνεται, αλλά και δομικά πιο ασταθές. Ο μέσος πολίτης δεν μπορεί, για παράδειγμα, να κατανοήσει πώς μια Ανεξάρτητη Αρχή μπορεί να αντιταχθεί και να απαγορεύσει το «προφανές», όπως ήταν η αναγραφή του θρησκεύματος στα επίσημα έγγραφα.

Δεν μπορεί να κατανοήσει τις δαιδαλώδεις διαδικασίες για τη λήψη μιας απόφασης ή τις ισορροπίες που πρέπει να κρατηθούν, επειδή ακριβώς στη διαδικασία εμπλέκονται πολλοί ανεξάρτητοι συνομιλητές.

Δεν μπορεί να διανοηθεί ότι οι σουφραζέτες των καιρών μας είναι οι μετανάστες, ούτε το γεγονός ότι πρέπει να έχουν περισσότερα δικαιώματα.

Δεν μπορεί να καταλάβει γιατί πρέπει να γίνουν πράγματα για τις μειονότητες ώστε να αποκτήσουν ίσες ευκαιρίες με τις πλειονότητες. 

Ετσι, οι πολίτες απλοποιούν την πολυπλοκότητα της Δημοκρατίας σε συνωμοσίες, των Εβραίων, της παγκοσμιοποίησης, των Αμερικανών, των Αγγλοσαξόνων (στην περίπτωση της Γαλλίας), της διαπλοκής κ.λπ. Εδώ, όμως, βρίσκει εύφορο έδαφος ο παντός τύπου λαϊκισμός, που τροφοδοτεί και σιτίζεται από αυτές τις απλοϊκότητες...

Το δημοκρατικό παράδοξο έγκειται στο γεγονός ότι όσο «πλαταίνει και βαθαίνει η Δημοκρατία», τόσο πιο πολύπλοκη γίνεται. Και όσο αυξάνεται η πολυπλοκότητά της τόσο πιο ευάλωτη είναι στους κάθε είδους απλοποιητικούς λαϊκισμούς. Ο μέσος πολίτης τείνει ευήκοον ους στις κραυγές και τις υστερίες εκείνων που εξηγούν τον κόσμο με απλοϊκά σχήματα, είτε εμπεριέχουν συνωμοσίες είτε όχι. Αυτό μεταφράζεται σε πολιτική στάση σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας. Οπως και σήμερα θα προκρίνει λύσεις απλοϊκές, άσχετα αν αυτές δεν οδηγούν πουθενά.

Διαβάστε
- Charles Tilly, «Δημοκρατία», εκδ. Gutenberg
- Ρεζίς Ντεμπρέ, «Εξηγώντας τη δημοκρατία στην κόρη μου», εκδ. Καστανιώτη
- Marcel Gauchet, «Η άνοδος της Δημοκρατίας», εκδ. Πόλις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου