Ο Φράνσις Φουκουγιάμα διορθώνει: η Ιστορία δεν τελείωσε με την
πτώση του Τείχους του Βερολίνου και με τη φιλελεύθερη επανάσταση των
δεκαετιών του '80 και του '90, αντίθετα απ' ό,τι είχαν πιστέψει όσοι
είχαν διαβάσει το πιο διάσημο βιβλίο του («Το τέλος της Ιστορίας και ο
τελευταίος άνθρωπος»). Τώρα ο διάσημος αμερικανός δημοσιολόγος, ο οποίος
διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, εξηγεί σε
συνέντευξή του στο ιταλικό περιοδικό «Λ' Εσπρέσο» πώς αυτή η φιλελεύθερη
επανάσταση κατέληξε σε αποτυχία και ότι χρειάζεται πιθανόν μια
επιστροφή στη σοσιαλδημοκρατία, αλλά σε μια σοσιαλδημοκρατία νέου τύπου,
μ' ένα κράτος λιγότερο δύσκαμπτο και πολύ πιο ελαφρύ.
«Οπως όλες οι επαναστάσεις, έτσι και η νεοφιλελεύθερη στο τέλος
καταβρόχθισε τα παιδιά της, στον χρηματοπιστωτικό κόσμο ταυτίστηκε με
τις χειρότερες καταχρήσεις», παραδέχεται ο Φουκουγιάμα, προσθέτοντας ότι
αποδεχθήκαμε τη μεγάλη διόγκωση των τραπεζών και δεν τις ελέγξαμε, με
αποτέλεσμα «το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο να αγοράσει την πρόσβαση στις
πολιτικές αποφάσεις».
Ηδη από το 2007-2008, μόλις δηλαδή άρχισε η κρίση,
η αμερικανική κυβέρνηση θα έπρεπε να εθνικοποιήσει τις μεγάλες
τράπεζες, να τις τεμαχίσει και να τις πουλήσει, περιορίζοντας έτσι την
επέκτασή τους, «διότι μόνο οι μικρές τράπεζες μπορούν να ρισκάρουν χωρίς
να θέτουν σε κίνδυνο την κοινωνία στο σύνολό της», εξηγεί. «Αυτό δεν
έγινε επειδή τα χρηματοπιστωτικά λόμπι αποδείχθηκαν ισχυρά ακόμη και
στους κόλπους της Δημοκρατικής κυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα».
Σύμφωνα με τον Φουκουγιάμα, η υλική βάση της τρέχουσας οικονομικής
κρίσης είναι η ανισότητα των εισοδημάτων. Στη δεκαετία του '70, στις
ΗΠΑ, οι θέσεις εργασίας στα εργοστάσια άρχισαν να χάνονται για τη μεσαία
τάξη, ενώ ένα τεράστιο μέρος των εισπράξεων από την οικονομία πήγαινε
στους πιο εύπορους, που γίνονταν ακόμη πλουσιότεροι. «Ετσι οι
κυβερνήσεις, θέλοντας να μετριάσουν το κοινωνικό χάσμα που μεγάλωνε,
άρχισαν να χρηματοδοτούν τις υποθήκες στα σπίτια, αλλά χωρίς να
προχωρήσουν σε μια ανακατανομή του εισοδήματος», λέει ο αμερικανός
δημοσιολόγος. «Εκαναν τους φτωχούς να πιστέψουν ότι είναι σε θέση να
αγοράσουν σπίτια, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν. Κι έτσι έσκασε η
φούσκα. Η χρηματοπιστωτική κρίση είναι συνεπώς ένα αποτέλεσμα του
κοινωνικού χάσματος».
Για τον Φουκουγιάμα, η καλή είδηση είναι πως βγαίνουμε από τη
νεοφιλελεύθερη εποχή και η πρόκληση είναι να αποκαταστήσουμε την έννοια
του δημόσιου αγαθού.
«Στις ΗΠΑ, η συζήτηση για την ανισότητα έχει ήδη
αλλάξει», τονίζει. «Οταν ο υποψήφιος Ομπάμα είχε μιλήσει, το 2008, για
αναδιανομή του εισοδήματος, ο Ρεπουμπλικανός αντίπαλός του ΜακΚέιν τού
είχε επιτεθεί λέγοντας πως πρόκειται για πάλη των τάξεων, σοσιαλισμό και
άλλα παρόμοια. Τώρα ο κόσμος έχει συνειδητοποιήσει πόσο μακριά έχει
προχωρήσει η ανισότητα και το συνειδητοποίησε χάρη και στο κίνημα
Occupy».
Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει «να αποκαταστήσουμε την έννοια του
δημόσιου αγαθού», προσθέτει, «πρέπει να αντιληφθούμε πως δεν πρόκειται
για ένα σύνολο ατομικών αγαθών και πως η κοινωνία δεν αποτελεί το
άθροισμά τους - το δημόσιο αγαθό είναι μια συλλογική έννοια. Εχουμε
ανάγκη από ένα νέο μεταρρυθμιστικό σχέδιο, πιο αξιόπιστο από την
παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία και το παραδοσιακό κράτος πρόνοιας. Είναι
απαραίτητο να επανεφεύρουμε το Κράτος», ώστε να καταστεί πιο ευέλικτο
και ικανό να παίρνει γρήγορα αποφάσεις.
Ποιος είναι ο Φουκουγιαμα
Ο Φράνσις Φουκουγιάμα, ο οποίος γεννήθηκε το 1952 στο Σικάγο, γιος ενός
Ιαπωνοαμερικανού δεύτερης γενιάς, είναι πολιτικός επιστήμονας, πολιτικός
οικονομολόγος και συγγραφέας. Απέκτησε παγκόσμια φήμη με το δοκίμιο «Το
τέλος της Ιστορίας» που δημοσίευσε το 1989 και το οποίο ανέπτυξε
περαιτέρω το 1992 στο βιβλίο του «Το τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος
άνθρωπος».
Υποστήριζε σε αυτό ότι η παγκόσμια διάδοση της φιλελεύθερης
δημοκρατίας και του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς σηματοδοτούν το
τέλος της κοινωνικοπολιτιστικής εξέλιξης της ανθρωπότητας. Δύο δεκαετίες
αργότερα επανεξέτασε το ζήτημα της πολιτικής εξέλιξης σε ένα
εμβριθέστερο βιβλίο του με τίτλο «The Origins of Political Order».
Ο
Φουκουγιάμα συνδέθηκε επίσης με την άνοδο του νεοσυντηρητικού κινήματος,
από το οποίο στη συνέχεια αποστασιοποιήθηκε. Σήμερα διδάσκει στο Κέντρο
για τη Δημοκρατία, την Ανάπτυξη και το Κράτος του Νόμου στο
Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Προηγουμένως είχε διατελέσει καθηγητής και
διευθυντής του Προγράμματος Διεθνούς Ανάπτυξης στη Σχολή Προηγμένων
Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου