ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Η σωτήρια λύση (;) του «ψηφιακού ευρώ»

Του Γιώργου Ι. Μαύρου

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να βγει από το ευρώ για να ανακάµψει οικονοµικά, όπως υποστηρίζουν οι εγχώριοι «ευρωσκεπτικιστές», ούτε να αναδιαρθρωθεί εκ βάθρων η Δηµόσια Διοίκηση για να πατάξει τη φοροδιαφυγή και να στεγανοποιήσει την οικονοµία της από τις εκροές κεφαλαίων προς τράπεζες του εξωτερικού. Αρκεί να επενδύσει σοβαρά -πρώτη µέσα στις χώρες της Ευρωζώνης- στην ψηφιακή µετάλλαξη της οικονοµίας της.

«Αυτήν τη στιγµή στην Ελλάδα κυκλοφορούν δυο νοµίσµατα», υποστηρίζει ο Γιώργος Γκαντζιάς, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτισµικής Διαχείρισης, Νέων Τεχνολογιών και Ηλεκτρονικής Στρατηγικής στο Πανεπιστήµιο Αιγαίου. 

Το ένα, λέει, είναι το ευρώ που όλοι γνωρίζουµε ως κέρµα και χαρτονόµισµα. Είναι το ευρώ του µνηµονίου, της λιτότητας, της έλλειψης ρευστότητας που πνίγει την οικονοµία. 

Το δεύτερο, δεν είναι η δραχµή, αλλά πάλι το ευρώ, στην ψηφιακή µορφή του, όπως το συναντάµε στις ηλεκτρονικές µας συναλλαγές, µέσα από τη χρήση των πιστωτικών και χρεωστικών καρτών µας.


«Το πρώτο, φυσικό ευρώ, έχει εγγενείς περιορισµούς, µε πρώτον και καλύτερο ότι δεν ελέγχεται από την ελληνική κυβέρνηση», υποστηρίζει ο κ. Γκαντζιάς. Αντίθετα, το δεύτερο, ψηφιακό ευρώ, δίνει στην κυβέρνηση πρωτοφανείς δυνατότητες διαµόρφωσης πολιτικής πέρα από τον έλεγχο της όποιας τρόικας, προσθέτει.

Και εξηγείται: 
«Η µεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα σήµερα είναι να απενεργοποιήσει τη «βόµβα» του φόβου για πιθανή χρεοκοπία της χώρας, η οποία απειλεί να αδρανοποιήσει την οικονοµική δραστηριότητα σε εθνικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο».

Για να απενεργοποιηθεί αυτή η βόµβα, τονίζει, η Ελλάδα χρειάζεται αφενός φορολογικά έσοδα για να δηµιουργήσει πρωτογενές πλεόνασµα, µε παράλληλη τόνωση της κατανάλωσης, ώστε να ανακάµψει η ανάπτυξη. Η µέχρι σήµερα ασκούµενη πολιτική της φορολογικής λαίλαπας έχει αποτύχει και στα δυο αυτά επίπεδα: τα φορολογικά έσοδα κινούνται κάτω των προβλέψεων παρά την αύξηση της φορολογίας, διότι η τελευταία ενέτεινε την ύφεση. Η πολιτική αυτή εφαρµόστηκε µε το επιχείρηµα ότι ήταν µονόδροµος. Αυτό είναι αλήθεια, λέει ο κ. Γκαντζιάς, αν µιλάµε µε όρους χρήµατος «παλαιάς κοπής». Με όρους ψηφιακού χρήµατος, όµως, οι επιλογές πολιτικής (και προσδοκώµενων αποτελεσµάτων) αυξάνονται γεωµετρικά.

«Η Ελλάδα της ανοµίας, της διαπλοκής, της εκτεταµένης διαφθοράς, της παραοικονοµίας, του ξεπλύµατος παράνοµου πλούτου, της φορο- και εισφοροδιαφυγής, των ελλειµµάτων και του χρέους, είναι συνέπεια της συναλλαγής χέρι µε χέρι», λέει ο κ. Γκαντζιάς. Σε µια ψηφιακή οικονοµία, όπου οι πληρωµές γίνονται µέσω κινητών τηλεφώνων και ειδικών χρεωστικών καρτών, όλες οι συναλλαγές καταγράφονται και φορολογούνται. Η συναλλαγή «χέρι µε χέρι», µπορεί να µεταλλαχθεί π.χ. σε «κινητό µε κινητό» µε διαµεσολαβητή τα κεντρικά υπολογιστικά συστήµατα της εφορίας και εγγυητή των συναλλαγών τις τράπεζες.

Το τεχνολογικό υπόβαθρο αλλά και τα γενικά οικονοµικά συστήµατα που διέπουν µια τέτοια µεταρρύθµιση ήδη υπάρχουν και απλώς χρειάζεται η παραµετροποίησή τους στα δεδοµένα της ελληνικής κοινωνίας και οικονοµίας. Αυτό που δεν υπάρχει είναι οι απαιτούµενες πολιτικές για τη διαχείριση της µετάβασης αυτής

Στόχος της Ελλάδας, λέει ο κ. Γκαντζιάς πρέπει να είναι η επιτάχυνση της µετάβασης σε µια ψηφιακή οικονοµία. 

Ενδεικτικά, ως πρώτο στάδιο προτείνει τη δηµιουργία ενός ειδικού κωδικού ηλεκτρονικών συναλλαγών, τον οποίο ονοµάζει χαρακτηριστικά «Κωδικό Άµεσων Συναλλαγών» (ΚΑΣ). Ένας τέτοιος κωδικός, όπως ο ΚΑΣ, λέει, θα έχει ως βασικό στόχο την ενεργοποίηση ενός συστήµατος ενδυνάµωσης και κυριαρχίας των ψηφιακών συναλλαγών στην Ελλάδα, προκειµένου η κυβέρνηση να αποκτήσει τη δυνατότητα να προβαίνει άµεσα σε:

περικοπές των δαπανών,

αξιοκρατική κατανοµή της φορολογίας και επιβράβευση των φορολογικά συνεπών πολιτών

διαφάνεια των συναλλαγών και

µεγιστοποιηµένη, σταθερή και αξιόπιστα µετρήσιµη ροή φορολογικών εσόδων

Ό,τι, δηλαδή, απαιτείται για τη δηµιουργία πρωτογενούς πλεονάσµατος και εποµένως τη δραστική µείωση του χρέους.

Το ανωτέρω σύστηµα για να επιτύχει τους στόχους του προϋποθέτει την αποδοχή και εφαρµογή του από τους Έλληνες πολίτες. Για να επιτευχθεί αυτό, λέει ο κ. Γκαντζιάς, το κράτος θα πρέπει να παρέχει κίνητρα στους πολίτες µε τη δηµιουργία µίας νέας πολιτικής φοροαπαλλαγής.

Για παράδειγµα, ο κάθε πολίτης, εφόσον φυσικά το επιθυµεί, θα µπορούσε να αποκτήσει ένα προσωπικό κωδικό Κ.Α.Σ, ο οποίος µε την ενεργοποίησή του θα του παρείχε αυτόµατα το δικαίωµα να συναλλάσσεται µε πολύ µικρό φορολογικό συντελεστή, εφόσον οι συναλλαγές του θα καταγράφονταν αυτόµατα από ένα κεντρικό σύστηµα, το οποίο ο ίδιος ονοµάζει «Σύστηµα Ολοκλήρωσης των Αµέσων Συναλλαγών» (ΣΟΑΣ). Μια δυναµική στροφή της χώρας προς την κατεύθυνση αυτή, προσθέτει ο κ. Γκαντζιάς, θα έστελνε ηχηρό µήνυµα και προς την Ευρώπη: «Η Ελλάδα δεν αρκεί να διαµαρτύρεται για τις αδιέξοδες πολιτικές που της επιβάλλει η τρόικα. Ένα σχέδιο άµεσης ψηφιακής µετάλλαξης της οικονοµίας της, µε τα ευεργετικά αποτελέσµατα που µπορεί να έχει στον επόµενο προϋπολογισµό της, µπορεί να αποτελέσει ένα σοβαρό διαπραγµατευτικό χαρτί και να δώσει το έναυσµα για να αποτινάξει η χώρα τη ρετσινιά του αποτυχηµένου που τις έχουν προσδώσει οι Ευρωπαίοι εταίροι της».

Ο ρόλος των τραπεζών στη νέα εποχή
Oι τράπεζες έχουν την ευκαιρία σε µια ιδιαίτερα δύσκολη για τις ίδιες περίοδο να µεταλλαχθούν και να επιβιώσουν, υποστηρίζει ο κ. Γκαντζιάς. Από διαχειριστές, διανοµείς και πωλητές χρηµατοπιστωτικών προϊόντων και υπηρεσιών, πλέον καλούνται να εξελιχθούν σε ρυθµιστές-διαχειριστές ψηφιακών συναλλαγών υψηλής ασφάλειας, προσθέτει.

Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνει τη δηµιουργία ενός συστήµατος άµεσων συναλλαγών, το οποίο θα το διαχειρίζονται οι ελληνικές τράπεζες ως εγγυητές και ρυθµιστές των συναλλαγών στην Ελλάδα, έχοντας το δικαίωµα να αποκοµίζουν µια συµβολική προµήθεια για τις υπηρεσίες συναλλαγών που θα προσφέρουν, ενώ το γενικό κανονιστικό και ρυθµιστικό έλεγχο για τη διασφάλιση των συναλλαγών θα τον διατηρεί το κράτος µέσω µιας ανεξάρτητης ρυθµιστικής αρχής, συνταγµατικά κατοχυρωµένης.

Αυτή, λέει, είναι και η πιο υσιολογική εξέλιξη για τις ελληνικές τράπεζες, για τις οποίες προειδοποιεί πως, «αν δεν µεταλλαχθούν από διαχειριστές και πωλητές σε εγγυητές διαφάνειας, αξιολογητές συστηµάτων υψηλής ασφάλειας συναλλαγών και διανοµείς φορολογικών απαλλαγών του κράτους, θα αντιµετωπίσουν τεράστια προβλήµατα βιωσιµότητας».

ΗΜΕΡΗΣΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου