Της Ρούλας Γεωργακοπούλου
Δεν θέλω να ξέρω ποιος έχει τα πολλά και ποιος τα λίγα. Θέλω να με προστατεύσω από την καχυποψία, να μη με λερώσει ο λαϊκισμός και η οργή. Στο κάτω κάτω όταν χρειάστηκαν έναν καλό λόγο, τότε που τους προπηλάκιζαν σε δρόμους πλατείες καπηλειά, τους τον έδωσα και με το παραπάνω. Γιατί άλλο πράγμα οι θεσμοί και εντελώς άλλο τα πρόσωπα.
Το κακό αρχίζει από τη στιγμή που αυτά τα δυο ενώνονται εις σάρκα μίαν. Τότε είναι που αρχίζει του Κουτρούλη ο γάμος. Εχω ακόμη τα προσκλητήρια και τις μπομπονιέρες από τον τριακονταετή τους υμέναιο. Συνήθως στους γάμους δεν κλαίω. Στους δικούς τους έκλαψα και πλάνταξα σαν τη συμπεθέρα που βλέπει και προβλέπει το αταίριαστο και το βεβιασμένο.
Διαψεύστηκα πανηγυρικά.
Τα παιδιά έζησαν βίον ανθόσπαρτον, απόδειξη τα μετρητά, τα πλωτά και τα ακίνητα που αποκτήθηκαν χωρίς να τα δικαιολογεί ούτε ένα ένσημο, ούτε μια εργατοώρα. Επαγγελματικά κομματικά στελέχη που μέχρι τότε ζούσαν από τα κουπόνια της οικονομικής εξόρμησης και το εφάπαξ του μπαμπά τους απόκτησαν αίφνης στυλίστα και σταθερό τραπεζάκι στα κολωνακιώτικα κεκλιμένα καφενεία, τα δε πάρτι τους και τα to know us better ξεπέρναγαν, λέει, σε κέφι ακόμη κι αυτά του Καλιγούλα.
Υπερβάλλω;
Ναι και υπερασπίζομαι σθεναρά το δικαίωμά μου να υπερβάλω κι εγώ σε κάτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου