Γράφει ο Θεόδωρος Καρυώτης
Kαθηγητής πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μέριλαντ των ΗΠΑ.
Πρόσφατα, ο Πρόεδρος τη Αμερικής έστειλε στη Γερουσία για επικύρωση τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας. Είναι η τέταρτη φορά που η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να πείσει τη Γερουσία να επικυρώσει αυτή τη Συνθήκη, που είναι κρίσιμη για τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η πρώτη ήταν το 2000 επί κυβέρνησης Κλίντον, η δεύτερη το 2004 και η τρίτη το 2007 επί κυβερνήσεων Μπους, αλλά και τις τρεις φορές η Γερουσία δεν έφερε το θέμα για ψηφοφορία.
Ο Ομπάμα έστειλε πάλι τη Συνθήκη στο Σώμα και φαίνεται ότι τώρα μεγαλώνουν οι ελπίδες για επικύρωσή της. Βέβαια, ο κύριος λόγος αισιοδοξίας είναι το γεγονός ότι η Γερουσία σήμερα ελέγχεται από το Δημοκρατικό κόμμα, ενώ τις πρώτες δυο φορές είχαν τον έλεγχο οι Ρεπουμπλικάνοι.
Το πρόβλημα, όμως, έγκειται στο γεγονός ότι δεν είναι έτοιμοι όλοι οι Δημοκρατικοί Γερουσιαστές να επικυρώσουν τη Συνθήκη και η συζήτηση θα προκαλέσει αρκετές αψιμαχίες. Κάποιοι Γερουσιαστές δεν έχουν καν διαβάσει τι περιέχει η Συνθήκη και όταν έρθει η ώρα της ψηφοφορίας θα ψηφίσουν εκείνη την πλευρά που έχει τον καλύτερο μηχανισμό προπαγάνδας.
Ευχόμαστε τα πράγματα να αλλάξουν και κάποιοι Γερουσιαστές που αντιδρούν, να αντιληφθούν τη σπουδαιότητα αυτού του νέου “Συντάγματος” των Ωκεανών και των Θαλασσών.
Η κατάσταση παραμένει δύσκολη, μιας και -κατά το αμερικανικό Σύνταγμα- χρειάζονται τα 2/3 (67) των ψήφων της Γερουσίας για να επικυρωθεί μια διεθνής συνθήκη.
Μετά τη πρωτοβουλία του προέδρου, ο Γερουσιαστής Κέρρυ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, ανέπτυξε πρωτοβουλία για να αρχίσει ακρόαση στην επιτροπή του και, τελικά, ψηφοφορία γι’ αυτή τη σημαντική Συνθήκη που βάζει σε τάξη τα θέματα πλοήγησης, αλιείας, οικονομικής ανάπτυξης και την προστασία του περιβάλλοντος.
Ήδη η επιτροπή έχει αρχίσει συζητήσεις για θέματα της Αρκτικής, προσκαλώντας ειδικούς για την περιοχή. Όλοι ανεξαιρέτως, συζητώντας τη στρατιωτική αξία της ευρύτερης ζώνης, καθώς και τις οικονομικές προεκτάσεις του πολύ πλούσιου Αρκτικού Πελάγους, τόνισαν τη σημασία που έχει η επικύρωση από τις ΗΠΑ της Συνθήκης.
Χωρίς μια τέτοια επικύρωση η Ουάσιγκτον δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει πολλά από τα συμφέροντά της στο Αρκτικό Πέλαγος και θα βρεθεί σε πολύ μειονεκτική θέση απέναντι σε κράτη όπως η Ρωσία και ο Καναδάς, που από καιρό τώρα έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Η Αμερική ήταν ένα από τα 4 κράτη που δεν ψήφισαν υπέρ της νέας Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982 και από τότε αρνούνται να προσχωρήσουν παρότι χρησιμοποιούν διάφορα άρθρα της Συνθήκης που θεωρούν ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους.
Κάτι παρόμοιο κάνει και η Τουρκία, η οποία δεν ψήφισε υπέρ της Συνθήκης, και δεν σκοπεύει να την επικυρώσει παρόλο που πιέζεται τώρα τελευταία από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα, 158 κράτη έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη.
Η Αμερική δεν πρέπει να ανήκει σε μία μικρή μειοψηφία κρατών που δεν θέλουν να επικυρώσουν το νέο Σύνταγμα των Θαλασσών και Ωκεανών -όπως είναι το Ιράν, η Συρία, η Βόρειος Κορέα και η Τουρκία.
Η χώρα με τη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στο κόσμο, με τις τεράστιες ακτές και μια από τις μεγαλύτερες Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες, έχει να κερδίσει πολλά με το να επικυρώσει τη Συνθήκη. Άρθρα της προσδιορίζουν θέματα ναυσιπλοΐας και υπερπτήσεων, καθώς επίσης θέματα που αφορούν τη προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, της ρύπανσης, της παγκόσμιας αλιείας και της εξόρυξης των μεταλλευμάτων των ωκεάνιων βυθών.
Τα κράτη μπορούν να διεκδικήσουν μεταλλευτικά δικαιώματα μέχρι το τέλος της υφαλοκρηπίδας τους που φτάνει τα 350 ναυτικά μίλια (και σε ορισμένες περιστάσεις μπορεί να ξεπερνάει αυτό το όριο). Αυτή η περίπτωση ευνοεί αφάνταστα τις ΗΠΑ, καθώς και είναι ένα μία από τις λίγες χώρες που διαθέτουν ηπειρωτικές παρυφές ιδιαίτερα στο Βόρειο Ατλαντικό, στο Κόλπο του Μεξικού, στη Θάλασσα του Μπέρινγκ και στον Αρκτικό Ωκεανό.
Αλλά τα κράτη για να διεκδικήσουν αυτά τα δικαιώματά τους πρέπει αναγκαστικά να επικυρώσουν τη συνθήκη για να μπορέσουν αυτές οι διεκδικήσεις τους να γίνουν διεθνώς αποδεκτές. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι αμερικανικές βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου επιθυμούν σφόδρα την επικύρωση της συνθήκης από τη Γερουσία, μια και θα τους δώσει την ευκαιρία να εξερευνήσουν μεγάλες θαλάσσιες εκτάσεις πέρα από το 200 μίλια των ακτών των ΗΠΑ.
Οι νέες και εξελισσόμενες τεχνολογίες θα επιτρέψουν την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου σε περιοχές που προηγουμένως δεν μπορούσαν να εξερευνηθούν.
Εάν η Αμερική τελικά επικυρώσει τη Συνθήκη τότε θα μπορέσει να επεκτείνει την περιοχή εκμετάλλευσης και παραγωγής μεταλλευμάτων σε μια επιπλέον περιοχή 300.000 ναυτικών μιλίων.
Βέβαια, οι εχθροί της Συνθήκης υποστηρίζουν με φανατισμό ότι αυτή η Συνθήκη είναι ό,τι χειρότερο για τα αμερικανικά συμφέροντα και ισχυρίζονται ότι θα είναι σχεδόν προδοτική τυχόν επικύρωσή της από τη Γερουσία. Λένε πως θα δημιουργήσει προβλήματα στην κυριαρχία, την ασφάλεια και στην πολιτική ανεξαρτησία των ΗΠΑ. Διαμαρτύρονται γιατί πιστεύουν ότι θα επιβάλλει μεταφορά τεχνολογίας και πλούτου από τις πλούσιες στις φτωχές χώρες. Ισχυρίζονται, επίσης, ότι οι νέες θαλάσσιες ζώνες, που καθορίζουν μια αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ναυτικών μιλίων και μία Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη 200 ναυτικών μιλίων, αποτελούν σοβαρά εμπόδια στα κυριαρχικά δικαιώματα των ΗΠΑ.
Η Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας αποτελεί, πλέον, μέρος του διεθνούς δικαίου. Ακόμα και η Κίνα την έχει επικυρώσει, όχι γιατί δεν είχε προβλήματα με μερικά άρθρα, αλλά γιατί κατάλαβε την αξία της για τη παγκόσμια κοινωνία.
Οι Αμερικανοί δεν μπορούν να παριστάνουν ότι έχουν το πιο σημαντικό κράτος το κόσμου και συγχρόνως να αγνοούν ή και, μερικές φορές, να περιφρονούν σημαντικές διεθνείς συμφωνίες. Όπως το συνηθίζουν, αποδέχονται και χρησιμοποιούν όποια άρθρα τους συμφέρουν, και αγνοούν όσα δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Έτσι, δεν διαφέρουν καθόλου από τους Τούρκους που ακολουθούν παρόμοια τακτική.
Παρόλο που και οι δυο χώρες δεν έχουν υπογράψει και δεν έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας, έχουν υιοθετήσει Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) 200 ναυτικών μιλίων, η μεν Αμερική σε όλες τις ακτές της, η δε Τουρκία στη Μαύρη Θάλασσα.
Η ΑΟΖ, όμως, αποτελεί μια νέα έννοια το διεθνούς δικαίου, που δημιουργήθηκε στη νέα Σύμβαση του Δίκαιου της Θάλασσας -Σύμβαση, που ψηφίσθηκε το 1982 στον ΟΗΕ, αλλά οι ΗΠΑ και η Τουρκία καταψήφισαν. Εδώ διαφαίνεται και η μεγάλη υποκρισία των ΗΠΑ και της Τουρκίας, που ενώ διαθέτουν οι ίδιες ΑΟΖ, δεν είδαν με καλό μάτι τη δημιουργία ΑΟΖ από την Κύπρο και δεν επιθυμούν να αποκτήσει και η Ελλάδα μια παρόμοια ΑΟΖ στο Αιγαίο Πέλαγος.
Τώρα, που οι ΗΠΑ περνούν δύσκολές στιγμές παγκοσμίως, έχει έρθει η ώρα να επανακτήσουν ένα μέρος του γοήτρου τους επικυρώνοντας τη σπουδαία αυτή Συνθήκη, που δημιούργησε κανονισμούς διαχείρισης του 70% της επιφάνειας του πλανήτη Γη.
Ο παραπάνω χάρτης δείχνει την τεράστια Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) που διαθέτει η Αμερική από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Από τον χάρτη βλέπουμε ότι οι ΗΠΑ σέβονται τα νησιά που είναι νότια της Φλόριδα και δεν αμφισβητούν ότι αυτά τα νησιά διαθέτουν δική τους ΑΟΖ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου