Ceci n'est plus un pays («Αυτό εδώ δεν είναι χώρα πια»)


Στη γη του Ρενέ Μαγκρίτ, (Βέλγιο) η τέχνη σπανίως φθάνει τον σουρεαλισμό της βελγικής πολιτικής. Η χώρα στερείται κανονικής κυβέρνησης εδώ και τουλάχιστον 400 ημέρες. Στις αρχές του χρόνου, ο κόσμος άρχισε να ανησυχεί: οργανώθηκαν διαμαρτυρίες πολιτών με αίτημα τη δημιουργία ενός συνασπισμού. Ενας γερουσιαστής συνέστησε στις συζύγους των ηγετών των πολιτικών κομμάτων να απόσχουν από το σεξ έως ότου επιτευχθεί συμφωνία. Ενας ηθοποιός πρότεινε στους άντρες να σταματήσουν να ξυρίζονται. Κανένα όφελος.

Πιο μαλλιαροί και ανέραστοι από πριν, ίσως, οι Φλαμανδοί και γαλλόφωνοι του Βελγίου παραμένουν σε αδιέξοδο, σε μια εμπλοκή ανούσια όσο και τα χαρακώματα της Φλάνδρας αλλά χωρίς τη λάσπη και το μακελειό. Στην εθνική εορτή της περασμένης εβδομάδας, ο βασιλιάς Αλβέρτος εξέφρασε τη θλίψη του και απηύθυνε έκκληση για συμβιβασμό. Αλλά είναι ένας μονάρχης χωρίς έθνος. Οπως το έθεσε κάποιος αρθρογράφος, παραπέμποντας στην πίπα του Μαγκρίτ, ceci n’est plus un pays.(«Αυτό εδώ δεν είναι χώρα πια»)

Την 21η Ιουλίου, κι ενώ ο βασιλιάς επρόκειτο να παραστεί σε στρατιωτική παρέλαση στις Βρυξέλλες, οι ηγέτες της Ε.Ε. ετοιμάζονταν για τη σύνοδο με θέμα τη σωτηρία του ευρώ. Οι δύο κρίσεις μοιάζουν: τόσο για το Βέλγιο όσο και για το κοινό νόμισμα, το διαζύγιο δεν είναι πλέον αδιανόητο. Πράγματι, το Βέλγιο μπορεί να εκληφθεί ως μικρογραφία της Ε.Ε., με έναν πλούσιο γερμανικό Βορρά να έχει κουραστεί να επιδοτεί τον φτωχότερο λατινικό Νότο.Εάν το μικρό Βέλγιο που ευημερεί δεν μπορεί να λύσει τις εσωτερικές του διαφορές, διερωτώνται πολλοί, τότε ποια τύχη έχει η Ε.Ε.;

Για μερικούς, όμως, το Βέλγιο φέρει ελπίδες. Η χώρα καταφέρνει να λειτουργεί. Οι υπουργοί της υπηρεσιακής κυβέρνησης πήραν επίμαχες αποφάσεις, προωθώντας την απαγόρευση της μπούργκας σε δημόσιους χώρους και εγκρίνοντας την εμπλοκή στον πόλεμο της Λιβύης. Ακόμη και η οικονομία πάει καλά: το ποσοστό ανάπτυξης είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο στη Ζώνη του Ευρώ και το έλλειμμα συρρικνώνεται ταχύτερα απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί. Εκείνο που εκπλήσσει, ίσως, είναι ότι το ακυβέρνητο Βέλγιο προβάλλεται από πολλούς ως πρότυπο για τις βαλλόμενες από την κρίση κυβερνήσεις της Ευρωζώνης. Το Βέλγιο ήταν κάποτε η πιο χρεωμένη χώρα στην Ε.Ε., με το χρέος του να φθάνει το 1993 το 134% του ΑΕΠ. Σταθερά, όμως, μειώθηκε στο 84% έως το 2007. Ο Χέρμαν βαν Ρομπέι, τώρα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (που εκπροσωπεί τους ηγέτες της Ε.Ε.), ήταν υπουργός Οικονομικών για ένα αρχικό διάστημα αυτής της περιόδου. Αν το Βέλγιο μπόρεσε να μειώσει το χρέος του, λέει ο κ. Βαν Ρομπέι, το ίδιο μπορεί και η Ελλάδα.

Ο ισχυρισμός υιοθετείται από εκείνους, τόσο στο ΔΝΤ όσο και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι θέλουν να πιστεύουν ότι η Ελλάδα είναι ακόμη αξιόχρεη, παρ’ όλα τα στοιχεία περί του αντιθέτου. Η τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα υποστηρίζει ότι το Βέλγιο σημείωσε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα σχεδόν τόσο μεγάλο όσο αυτό που απαιτείται τώρα για την Ελλάδα. Μια τέτοια δημοσιονομική προσαρμογή, «αν και φιλόδοξη, είναι εφικτή και πολιτικά και κοινωνικά ανεκτή». 

Ωστόσο, το πρότυπο μπορεί να μην είναι τόσο εύκολο στην εφαρμογή. Το Βέλγιο δεν είχε ποτέ τόσο υψηλό χρέος όσο το χρέος της Ελλάδας, που φθάνει περίπου το 160% του ΑΕΠ. Το Βέλγιο απολάμβανε σταθερή ανάπτυξη. Η Ελλάδα είναι σε ύφεση. Τη δεκαετία του 1990, το Βέλγιο είχε το δικό του νόμισμα και κεντρική τράπεζα. Τα μέλη της Ευρωζώνης είναι σαν αναδυόμενα κράτη, δηλώνει ο καθηγητής της Οικονομίας Πολ ντε Γκρόουε: πρέπει να δανειστούν «ξένο» συνάλλαγμα από εκείνους των οποίων τη νομισματική πολιτική δεν ελέγχουν και συνεπώς εύκολα καταλήγουν στο έλλειμμα. Επίσης, το Βέλγιο χρηματοδοτείται από τις μεγάλες εσωτερικές οικονομίες του, ενώ η Ελλάδα πρέπει να πάρει μεγάλα δάνεια από το εξωτερικό. 

Αυτό είναι τεράστια διαφορά. Οι πιστωτές του εσωτερικού μπορούν να φορολογηθούν. Το να ξεχρεώσεις τους ίδιους σου τους πολίτες είναι πιο εύκολο από το να παραδώσεις μεγάλα ποσά σε ξένους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου