Του Θανάση Ηλιοδρομίτη
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση ελληνικών επενδύσεων παρατηρείται σε τομείς όπως ο χρηματοπιστωτικός, η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, το εμπόριο, οι κατασκευές κ.ά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, οι ελληνικές επενδύσεις στην περιοχή ξεπέρασαν το 2009 τα 710 εκατομμύρια ευρώ. Αντίθετα, οι κυπριακές επενδύσεις στην Ελλάδα φθίνουν συνεχώς και δεν αφορούν άμεσες παραγωγικές επενδύσεις, αλλά επαναπατρισθέντα κέρδη κ.λπ., θυγατρικών ελληνικών εταιρειών στην Κύπρο (μετά τη φορολόγησή τους στην Κύπρο). Το 2009 περιορίστηκαν στο ποσό των 1,9 εκατ. ευρώ. Παραδοσιακά, το μεγαλύτερο ποσοστό των άμεσων κυπριακών επενδύσεων κατευθύνθηκε στους τομείς των τραπεζών (48%), των κατασκευών (35%) και των μεταφορών και επικοινωνίας (13%).
Στην Κύπρο είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος ο χρηματοπιστωτικός τομέας, όπου είναι ισχυρή η παρουσία ελληνικών τραπεζών. Οι πέντε ελληνικές τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο (Εθνική, Alpha, Πειραιώς, Εμπορική, Eurobank), έχουν ανοδική πορεία στον κύκλο εργασιών τους και τα τελευταία χρόνια κατέχουν μερίδια αγοράς σε χορηγήσεις και καταθέσεις του 15% και 12% αντίστοιχα.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, που επικαλείται το Γραφείο ΟΕΥ στην έκθεσή του, το 2010 οι ελληνικές τράπεζες στην Κύπρο κάλυψαν το 33% των χορηγήσεων και το 31% των καταθέσεων του τοπικού τραπεζικού συστήματος.
Σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις Ελλήνων, μη κατοίκων Κύπρου, το Γραφείο ΟΕΥ επισημαίνει ότι «παρότι δεν υπάρχουν πρόσφατα στατιστικά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, δεν φαίνεται να επιβεβαιώνουν τις σχετικά υπερβολικές φήμες ως προς το ύψος τους. Μεταξύ των ετών 2005 και 2010 οι καταθέσεις κατοίκων χωρών μελών της Ε.Ε., ανήλθαν σε 3,8 δισ. ευρώ, ενώ των κατοίκων τρίτων χωρών (κυρίως Ρώσων) σε 20,7 δισ. ευρώ και των Κυπρίων σε 44,1 δισ. ευρώ».
Οι διμερείς εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών παρουσίασαν σημεία κάμψης την τελευταία διετία. Πάντως, το 2010 οι ελληνικές εξαγωγές προς την Κύπρο σημείωσαν ελαφρά άνοδο σε σχέση με το 2009 (1,21 δισ., έναντι 1,13 δισ. το 2009) και αποτελούν το 1/4 του συνόλου των κυπριακών εισαγωγών. Η κυπριακή αγορά διατηρεί την τρίτη θέση από πλευράς σπουδαιότητας για τα ελληνικά προϊόντα, μετά τις αγορές της Γερμανίας και της Ιταλίας. Οι εισαγωγές μας από την Κύπρο ανήλθαν το 2010 σε 243,9 εκατ. ευρώ, έναντι 220 εκατ. το 2009. Με το ποσό αυτό η Ελλάδα κατέχει τη θέση του καλύτερου πελάτη της Κύπρου.
Τα κυριότερα ελληνικά προϊόντα που εξήχθησαν στην Κύπρο το 2010 είναι: πετρελαιοειδή 248 εκατ. ευρώ, ηλεκτρικός και μηχανολογικός εξοπλισμός 80 εκατ. ευρώ, μηχανές - boilers - μηχανολογικός εξοπλισμός 70,5 εκατ. ευρώ, πλεκτά ενδύματα 53 εκατ. ευρώ, διάφορα προπαρασκευασμένα τρόφιμα 33,8 εκατ. ευρώ, αλεύρι και προπαρασκευασμένες τροφές από σιτάρι 30,4 εκατ. ευρώ, γαλακτοκομικά προϊόντα 21,8 εκατ. ευρώ κ.λπ. Οι έντονες τάσεις φυγής και μετανάστευσης έξω από τα όρια της ελληνικής επικράτειας, που δείχνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις την τελευταία διετία, αποτυπώθηκαν με χαρακτηριστικό τρόπο σε δειγματοληπτική έρευνα που πραγματοποίησε το περασμένο καλοκαίρι το ΕΒΕΑ, όπου η κατάσταση ήταν καλύτερη από σήμερα. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή:
Το 22,5% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν σε αυτή, δηλαδή πάνω από 1 στις 5 επιχειρήσεις, δήλωσαν ότι εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα σε χώρες με χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή... Μόνο το 62% των επιχειρήσεων απέκλειε κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ενώ υπήρχε και ένα ποσοστό 15,5% που δήλωνε ότι οι πιθανότητες για μια ενδεχόμενη μετανάστευση είναι μικρές, χωρίς όμως να αποκλείονται εντελώς.
Σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις, το 87,5% του συνόλου, θεωρεί ότι η φορολογική πολιτική που ασκείται την περίοδο αυτή επβιαρύνει την οικονομική τους επίδοση.
Πάνω από το 80% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι ο τζίρος και η κερδοφορία των επιχειρήσεών τους έχει μειωθεί.
Οι μισές επιχειρήσεις δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να τερματίσουν τη λειτουργία τους αν δεν υπάρξει βελτίωση το επόμενο δωδεκάμηνο.
Φορολόγηση
Εξάλλου, σύμφωνα με έρευνα με θέμα «Η φορολόγηση των επιχειρήσεων εν μέσω κρίσης», που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα από τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γ. Βαρουφάκη και Τ. Πατώκο, για λογαριασμό του ΕΒΕΑ, προκύπτει ότι ο φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ήταν 24% το 2010 και μειώνεται σε 20% το 2011, ενώ η συνολική επιβάρυνση των επιχειρήσεων από φόρους, ασφαλιστικές εισφορές και άλλου είδους τέλη και παρακρατήσεις ανέρχεται στο 47,2%.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων είναι υψηλότερος από τους αντίστοιχους συντελεστές όλων των νέων μελών της Ε.Ε., με εξαίρεση τη Μάλτα (35%). Στην Κύπρο και τη Βουλγαρία, όπου προτιμούν οι ελληνικές επιχειρήσεις να μεταφέρουν τις φορολογικές τους έδρες, ο συντελεστής φορολόγησης είναι 10%, ενώ η συνολική επιβάρυνση των επιχειρήσεων ανέρχεται σε 23,2% στην Κύπρο και σε 29% στη Βουλγαρία, δηλαδή είναι σχεδόν η μισή του 47,2% της Ελλάδας.
Απλοποιημένες διαδικασίες
Χαμηλή φορολογία στη Βουλγαρία
Ειδικά για τη Βουλγαρία, οι συντάκτες σημειώνουν ότι ο συντελεστής φορολογίας των επιχειρήσεων, που είναι 10%, είναι ένας από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τον οποίο, την τελευταία διετία, ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη Βουλγαρία έχει σημειώσει αύξηση. Εκτός από τη χαμηλή φορολογία, οι επιχειρήσεις στη Βουλγαρία επωφελούνται από τις απλοποιημένες διαδικασίες σε ό,τι αφορά τη σύσταση, εγγραφή και λειτουργία των επιχειρήσεων, καθώς η γραφειοκρατία δεν συνιστά μεγάλο πρόβλημα. Σήμερα, στη Βουλγαρία δραστηριοποιούνται περισσότερες από 3.000 ελληνικές επιχειρήσεις.
Κοινωνική ασφάλιση
Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης στη γειτονική χώρα ανέρχονται περίπου σε 20% και ο ΦΠΑ είναι 20%, με εξαίρεση τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, για τις οποίες ισχύει συντελεστής ΦΠΑ 7%.
Στην Κύπρο, όλες οι επιχειρήσεις υπόκεινται σε εταιρικό φόρο με ενιαίο συντελεστή 10%, με εξαίρεση τους ημικρατικούς οργανισμούς για τους οποίους ισχύει φορολογικός συντελεστής 25%. Ο ΦΠΑ επιβάλλεται σε κάθε φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται και ανέρχεται σε 15%. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλειας υπολογίζονται σε περίπου 6,7% επί των ακαθάριστων αμοιβών.
Στη Ρουμανία ο συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων είναι 16%, ο ΦΠΑ 19% (υπάρχει και χαμηλός συντελεστής 9%) και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης κυμαίνονται από 18,5-20,8% επί των ακαθάριστων μισθών. Συνολικά η φορολογική και ασφαλιστική επιβάρυνση των επιχειρήσεων στη Ρουμανία εκτιμάται στο 44,9% του τζίρου τους.
ΗΜΕΡΗΣΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου