Πώς λύθηκε ο Γόρδιος Δεσμός του «Παπανικολή»

Το «υποβρύχιο που γέρνει», η συμφωνία-πακέτο και η ένταξη στο Πολεμικό Ναυτικό

Της Δωρας Aντωνιου

Για να λυθεί ο Γόρδιος Δεσμός χρειάστηκε η αποφασιστικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που χρησιμοποίησε το σπαθί του και έκοψε τον άλυτο κόμπο. Η ιστορία του υποβρυχίου «Παπανικολής» χαρακτηρίσθηκε «γόρδιος δεσμός», καθώς σε πολλές φάσεις της έδειχνε, αντί να οδεύει προς επίλυση, να περιπλέκεται όλο και περισσότερο. Κατά προέκταση, σημειολογικά έχει ενδιαφέρον ότι στην τελική φόρμουλα για την επίλυση του θέματος ενεπλάκη ένας Ισκαντάρ, το όνομα που οι λαοί της Ανατολής χρησιμοποίησαν για τον Μέγα Αλέξανδρο. Πρόκειται για τον ισχυρό άνδρα της Abu Dhabi Mar, του αραβικού ομίλου, στον έλεγχο του οποίου περιήλθε το πλειοψηφικό πακέτο των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, έπειτα από μια συμφωνία που περιέλαβε την απόφαση της Ελλάδας να παραλάβει το υποβρύχιο «Παπανικολής». Αν η εμπλοκή του κ. Σάφα στον Σκαραμαγκά αποδειχθεί σωτήρια για τα πολύπαθα ναυπηγεία, μένει να φανεί στην πορεία.

Το θρίλερ
Η συμφωνία-πακέτο, πάντως, που οριστικοποιήθηκε μόλις τον περασμένο Οκτώβριο, έβαλε τέλος σ’ ένα πολυετές διαπραγματευτικό θρίλερ, με επίκεντρο το υποβρύχιο «Παπανικολής», το οποίο έθεσε σε σοβαρή δοκιμασία τις σχέσεις Αθήνας - Βερολίνου. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που το 2000 συμφώνησε στην παραγγελία από τη Γερμανία τεσσάρων υποβρυχίων τύπου 214. Το νέο υποβρύχιο βρισκόταν ακόμη «στα χαρτιά» και παρουσιαζόταν ως υπερόπλο, που θα έδινε σημαντικό επιχειρησιακό πλεονέκτημα στο Πολεμικό Ναυτικό. Βασικά σημεία της υπεροχής του, έναντι των άλλων υποβρυχίων, η χρήση νέας τεχνολογίας, που του επέτρεπε πολύ μεγαλύτερη παραμονή κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και το καθιστούσε δυσδιάκριτο για τα εχθρικά ραντάρ. Το 2004, το πρώτο υποβρύχιο της σύμβασης καθελκύστηκε στα ναυπηγεία του γερμανικού ομίλου HDW, στο Κίελο και βαφτίστηκε «Παπανικολής».

Οι δοκιμές από κλιμάκιο του Πολεμικού Ναυτικού, που άρχισαν ένα χρόνο αργότερα, έδειξαν προβλήματα ευστάθειας και προσέδωσαν στο «Παπανικολής» την ονομασία «υποβρύχιο που γέρνει». Οι αρχικές παρεμβάσεις των Γερμανών για αποκατάσταση της ευστάθειας διόρθωσαν μερικώς μόνο το πρόβλημα και η Αθήνα, το 2006, αρνήθηκε να παραλάβει το υποβρύχιο. Εκτοτε άρχισε μια πολύπλευρη διαπραγμάτευση, με πολιτικές, διπλωματικές, οικονομικές, αμυντικές παραμέτρους.

Η Ελλάδα, έχοντας προκαταβάλει το 80% του συνολικού αντιτίμου για την αγορά των τεσσάρων υποβρυχίων, βρέθηκε να καλείται να παραλάβει ένα υποβρύχιο με διαπιστωμένα προβλήματα και, δικαίως, να απαιτεί την εξάλειψή τους. Στον αντίποδα, η Γερμανία, μέσα από τις επαναλαμβανόμενες αναφορές των ελληνικών μέσων ενημέρωσης σε «υποβρύχιο που γέρνει», θεώρησε ότι δυσφημείται διεθνώς ένα από τα προϊόντα αιχμής της πολεμικής της βιομηχανίας. Οι τριγμοί συνεχίστηκαν και η υπόθεση συγκαταλέγεται ανάμεσα στους λόγους που οδήγησαν σε κρίση τις σχέσεις του πρώην πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Αγκελα Μέρκελ.

Χρειάστηκε να περάσουν έξι χρόνια από την καθέλκυση του υποβρυχίου και τέσσερα χρόνια από την άρνηση του Πολεμικού Ναυτικού να το παραλάβει, για να έρθει τελικά, μόλις την περασμένη εβδομαδα το «Παπανικολής» στην Ελλάδα. Οι βελτιώσεις που έγιναν στο ενδιάμεσο διόρθωσαν το πρόβλημα ευστάθειας, κάτι που πιστοποιήθηκε και από τις δοκιμές που έκανε το Πολεμικό Ναυτικό. Μάλιστα, οι βελτιώσεις αυτές είχαν ολοκληρωθεί πριν από περίπου δύο χρόνια. Η αρνητικά φορτισμένη προϊστορία του υποβρυχίου ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες της καθυστέρησης να αποφασισθεί η παραλαβή του από το Πολεμικό Ναυτικό. Αυτή η «ψυχολογική» παράμετρος προβλήθηκε και ως ο λόγος για τον οποίο η ελληνική πλευρά αποφάσισε ότι, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας, θα έβγαινε στην αγορά για την αναζήτηση πελάτη για το υποβρύχιο.

Τελικά, όμως, όπως είπε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, στην τελετή επίσημης υποδοχής του υποβρυχίου, αυτό δεν θα πουληθεί, αλλά θα ενταχθεί στον στόλο το Πολεμικού Ναυτικού, καθώς οι δοκιμές που έγιναν επί δύο μήνες, έπεισαν για τις δυνατότητές του. Είναι αλήθεια, πάντως, ότι η Αθήνα πολύ δύσκολα θα έβρισκε αγοραστή διατεθειμένο να πληρώσει περίπου 350 εκατ. ευρώ, τα οποία η ελληνική πλευρά προσδοκούσε.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου