Του Θανάση Θ. Νιάρχου
Το ύφος τού σχετικά νεαρού δικηγόρου µιας µεγάλης εταιρείας είχε αναµφισβήτητα µεγάλη αλαζονεία, όταν έλεγε στους συναδέλφους του πως ο ίδιος έπρεπε να φύγει για το σπίτι του πολύ νωρίτερα «αφού χρειάζεται να κάνω µπέιµπι σίτινγκ, γιατί η γυναίκα µου για να ξεπεράσει το ψυχολογικό στρες του πρόσφατου τοκετού κάνει για µία ώρα την ηµέρα σιάτσου». Δεν υπάρχει καµιά αµφιβολία ότι τόσο ο νεαρός δικηγόρος όσο και η γυναίκα του (δικηγόρος επίσης) θα αισθάνονται διπλά καταξιωµένοι κοινωνικά, αφού δεν είναι µόνο επιστήµονες αλλά διατηρούν την ευχέρεια να έχουν τόσο υψηλού και παράξενου τύπου επιλογές, όπως το σιάτσου, που δεν προσφέρεται δα και στον καθένα. Και δεν συλλογίζονται οι δύσµοιροι ότι όπως ακριβώς έγιναν δικηγόροι χωρίς κανένας να τους χρειάζεται (µια χαρά θα έκανε το κοινωνικό σώµα τη δουλειά του µε τους υπόλοιπους δικηγόρους), έτσι ακριβώς κάνουν πράγµατα για τον εαυτό τους που επίσης δεν τα χρειάζονται.
Αν τα χρειάζονται δηλαδή είναι για να µπορούν να λένε πως τα χρησιµοποιούν και πρωτίστως γιατί φαντάζονται πως µε τον τρόπο αυτό περνάνε στην τάξη των µεγάλων σταρ ή των διεθνώς αναγνωρισµένων επιχειρηµατιών έστω κι αν είναι κάτι που γίνεται σχετικά φθηνά. Δεν είναι λίγο να λογαριάζεσαι στον κύκλο σου κάτι σαν τη Μέριλ Στριπ ή την Αντζελίνα Ζολί, χωρίς να χρειάζονται σκάφη, βίλες, πύργοι και σεκιούριτι.
Οµως για να έχει συνειδητοποιήσει κάποιος τη γελοιότητα που τη φαντάζεται να µεταβάλλεται σε σπουδαιότητα, θα έπρεπε να έχει αναρωτηθεί πως, αν συµβαίνει να γνωρίζει ακόµα και τη λέξη «σιάτσου», είναι γιατί απλά συνιστά µια ανέξοδη καθηµερινότητα η επικοινωνία µε τις ανατολικές χώρες. Σε περίπτωση που η επικοινωνία αυτή ήταν ανύπαρκτη, δεν θα χρειαζόταν µια γυναίκα το σιάτσου και θα έβρισκε έναν άλλον τρόπο «να ξεπεράσει το ψυχολογικό στρες του τοκετού» ίσως να µη χρειαζόταν ούτε καν ο τρόπος αυτός.
Δεν είναι αµαρτία, αντίθετα θα µπορούσε να είναι συµπαθέστατο, οποιαδήποτε γυναίκα έχει φέρει στον κόσµο ένα παιδί να αισθάνεται µια τέτοια αναστάτωση ώστε να χρειάζεται µια συναισθηµατικής τάξεως βοήθεια. Οµως η διατύπωση «για να ξεπεράσει το ψυχολογικό στρες του τοκετού» δείχνει ότι ο τοκετός δεν έχει τον αποκαλυπτικά ξεθεµελιωτικό χαρακτήρα της δηµιουργίας, αλλά αντιµετωπίζεται όπως η απόκτηση µιας µεγάλης διάκρισης ή ένας βασανιστικά αποτυχηµένος έρωτας που επόµενο είναι να προκαλούν µια ταραχή ή και αναστάτωση ακόµα.
Χωρίς να λογαριάζεται πως ένα παιδί που µεγαλώνει µε µια µάνα που χρειάστηκε να κάνει σιάτσου για να ξεπεράσει το ψυχολογικό στρες της γέννησής του και έναν, επιπλέον, πατέρα που περήφανα το ανακοινώνει, δεν είναι δυνατόν να είναι ένα παιδί ισορροπηµένο. Για τον απλούστατο λόγο πως όταν χρειάζεται να ξεπεράσει κανείς τη δίοδο που χάρη σ αυτήν αποκτήθηκε ένας άνθρωπος, επόµενο είναι ο άνθρωπος αυτός να αισθανθεί στο µέλλον ως κάτι που δεν αναµενόταν και µάλιστα µε χαρά. Οταν δεν νιώθουµε ευγνώµονες προς τη δίοδο που επέτρεψε στο δηµιούργηµα να έρθει στο φως και µας χρειάζεται σιάτσου για να ξεπεράσουµε το ψυχολογικό στρες, το δηµιούργηµα έχει εσωτερικά στραπατσαριστεί όσα κι αν του επιδαψιλεύσουµε στο µάκρος της ζωής του.
Φαίνεται, και δεν αποκλείεται να είναι οπισθοδροµικό, να αναπολεί κανείς τις εποχές που οι γυναίκες γεννούσαν µόνες τους στα χωράφια, κάτω από ένα δέντρο. Οµως υπάρχουν γεγονότα, όπως αναµφισβήτητα ο τοκετός, που έχουν µια τόσο ενιαία ισχυρή επίδραση ώστε η απόσταση ανάµεσα στη λεπτεπίλεπτη και στη βλάχα να είναι σχεδόν ανύπαρκτη, αφού όσο υποφέρει η µια υποφέρει και η άλλη και όσο χαίρεται η µια χαίρεται και η άλλη.
Απλούστατα όσο πρωτογενέστερη λογαριάζεται η έννοια της δηµιουργίας (αφορά και στους ανθρώπους) τόσο το δηµιούργηµα απορρέει φυσιολογικά, όσο η έννοια της δηµιουργίας κοινωνικοποιείται τόσο µεγαλύτερη αναστάτωση προκαλεί στους γεννήτορες ακόµη κι αν πρόκειται για ένα παιδί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου