Του Β. Κ. Παπαζαχου
Ομοτιμου καθηγητή Γεωφυσικής ΑΠΘ
Κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ελήφθησαν μέτρα, τα οποία βελτίωσαν σημαντικά την αντισεισμική προστασία της χώρας μας. Το πιο σημαντικό από τα μέτρα αυτά είναι η θεσμοθέτηση νέων αποτελεσματικότερων αντισεισμικών κανονισμών, ο πρώτος από τους οποίους άρχισε να εφαρμόζεται το 1984.
Συμβαίνει, όμως, οι κατοικούμενες παλαιότερες οικοδομές, δηλαδή αυτές των οποίων η κατασκευή δεν σχεδιάσθηκε με σύγχρονο αντισεισμικό κανονισμό, να αποτελούν την πλειονότητα (80%) του συνολικού αριθμού των οικοδομών που κατοικούνται. Για τον λόγο αυτό, o έλεγχος και η προσεισμική ενίσχυση των παλαιότερων οικοδομών και τεχνικών έργων αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα αντισεισμικής προστασίας. Η λύση του προβλήματος και η ενίσχυση εκείνων των οικοδομών και τεχνικών έργων των οποίων η σεισμική τρωτότητα είναι υψηλή εξαρτάται από τις επιστημονικές και τεχνικές δυνατότητες. Οι δυνατότητες αυτές πρέπει να συμβάλουν αποτελεσματικά στη λύση του προβλήματος, με εφικτό κόστος. Προτείνω εδώ συγκεκριμένη διαδικασία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, αλλά και του επίσης υπαρκτού προβλήματος του γρήγορου εντοπισμού της πλειόσειστης περιοχής κάθε καταστρεπτικού σεισμού, ώστε να παρέχονται, το ταχύτερο δυνατό, οι πρώτες βοήθειες από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Η μέχρι τώρα προσπάθεια προσεισμικού ελέγχου των κτιρίων με ευθύνη των Νομαρχιών δεν απέδωσε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Γι’ αυτό πρέπει (με κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση κ.λπ.) να ανατεθεί το σημαντικό αυτό έργο στις Περιφέρειες που ιδρύθηκαν πρόσφατα. Κάθε περιφερειάρχης να αξιοποιήσει τους μηχανικούς που υπηρετούν στην περιοχή του (στην περιφέρεια, στους αντίστοιχους δήμους), αφού πρώτα αυτοί εκπαιδευτούν κατάλληλα (από τους αρμόδιους πανεπιστημιακούς, το ΤΕΕ κ.λπ). Ο έλεγχος αυτός μπορεί να περιλαμβάνει και άλλες εργασίες που αφορούν την οικοδομή (εξοικονόμηση θερμικής ενέργειας κ.λπ.), αφού έχουν ήδη γίνει σχετικές σύνθετες μελέτες και προτάσεις από ειδικούς. Τέτοιοι έλεγχοι των οικοδομών από τις Περιφέρειες θα έχουν, μεταξύ των άλλων, ως συνέπεια την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τον νέο αυτό θεσμό.
Ο ισχύων σήμερα αντισεισμικός μας κανονισμός βασίζεται μόνο στη χωρική κατανομή της σεισμικότητας στον ελλαδικό χώρο και της αντίστοιχης σεισμικής επικινδυνότητας. Ετσι, ο χάρτης σεισμικής επικινδυνότητας που χρησιμοποιείται στον αντισεισμικό κανονισμό περιλαμβάνει τρεις γεωγραφικές περιοχές (ζώνες) αντίστοιχων επιπέδων σεισμικής επικινδυνότητας (ΙΙΙ, ΙΙ, Ι). Δηλαδή γίνεται δεκτό στον αντισεισμικό κανονισμό ότι το επίπεδο σεισμικής επικινδυνότητας κάθε ζώνης είναι αμετάβλητο με τον χρόνο. Ομως, από πρόσφατες έρευνες προκύπτει σημαντική μεταβολή της σεισμικότητας με τον χρόνο. Πραγματοποιήθηκαν, μάλιστα, αξιόλογες μελέτες χωροχρονικής μεταβολής της σεισμικότητας, που οδήγησαν στη μεσοπρόθεσμη πρόγνωση ισχυρών σεισμών. Δηλαδή, υπάρχει δυνατότητα εκτίμησης (προκαθορισμού) των περιοχών όπου αναμένονται με υψηλή πιθανότητα ισχυροί σεισμοί, κατά τα προσεχή έτη (π.χ. κατά την επόμενη πενταετία). Ετσι, η ελληνική πολιτεία οφείλει να ενθαρρύνει τα σεισμολογικά κέντρα της χώρας για την παραγωγή επιστημονικά έγκυρης τέτοιας γνώσης. Να ζητηθεί επίσης από τα σεισμολογικά κέντρα που παράγουν τέτοια γνώση, η υποβολή στον αρμόδιο κεντρικό φορέα των πρακτικώς εφαρμόσιμων αποτελεσμάτων της έγκυρης επιστημονικής έρευνας (π.χ. με την υποβολή ετησίων εκθέσεων). Ετσι, ο κεντρικός φορέας, έχοντας αυτές τις επιστημονικές πληροφορίες από τα αρμόδια σεισμολογικά κέντρα, τις εκθέσεις των Περιφερειών που αφορούν τους προσεισμικούς ελέγχους, άλλες σχετικές πληροφορίες και γνωρίζοντας τις διατιθέμενες πιστώσεις, ιεραρχεί τις υποψήφιες περιοχές και εστιάζει στις ενισχύσεις των κτιρίων, ώστε αυτές να είναι αποδοτικές και οικονομικώς εφικτές.
Σήμερα, ο χρόνος μεταξύ της γένεσης ενός καταστρεπτικού σεισμού και του ακριβούς εντοπισμού ολόκληρης της πλειόσειστης περιοχής του είναι της τάξης των μερικών ωρών. Ο μόνος τρόπος μείωσης του χρόνου αυτού είναι ο αυτόματος σχεδιασμός ενός χάρτη κατανομής της εδαφικής επιτάχυνσης. Το μόνο επιστημονικό κέντρο στη χώρα μας που έχει τον κατάλληλο εξοπλισμό και την κατάλληλη γνώση είναι το Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ). Συνεπώς, πρέπει η ελληνική πολιτεία να βοηθήσει το Ινστιτούτο αυτό για να συμπληρώσει τον εξοπλισμό του.
Η αντίληψη ότι τέτοια προσεισμικά μέτρα μπορεί να έχουν αρνητικές κοινωνικές συνέπειες δεν είναι αβάσιμη. Ομως, οι συνέπειες αυτές μπορούν να περιοριστούν δραστικά, όταν ενημερωθούν κατάλληλα οι πολίτες και πειστούν ότι τα μέτρα αυτά είναι προς όφελός τους.
Δεν ισχυρίζομαι, βέβαια, ότι η προτεινόμενη στο παρόν άρθρο διαδικασία εφαρμογής των πρόσθετων μέτρων είναι μοναδική, ούτε ότι τα προτεινόμενα εδώ μέτρα είναι τα μόνα απαιτούμενα. Επιμένω, όμως, ότι τέτοια πρόσθετα μέτρα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και εφικτά. Πιστεύω, μάλιστα, ότι αν δεν ληφθούν και μέτρα προστασίας των παλαιότερων κατασκευών και εξακολουθήσουμε να βασιζόμαστε μόνο στα ήδη θεσμοθετημένα μέτρα, οι σεισμικές καταστροφές θα συνεχισθούν με παρόμοιο ρυθμό με αυτόν που έγιναν κατά την τελευταία εικοσαετία, κατά την οποία ίσχυαν τα εφαρμοζόμενα και σήμερα θεσμοθετημένα μέτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου