Πάνω απο γη και θάλασσα για μια χούφτα "δραχμές"


Ότι έχω μάθει στη ζωή μου το οφείλω σ’ αυτούς.
Ότι έχω κάνει στην ζωή μου τον οφείλω σ’ αυτούς.
Ότι κάνω τώρα ή πρόκειται να κάνω στο μέλλον το οφείλω στο παράδειγμα που μου έδωσαν, στο τρόπο που εκείνοι αντιμετώπιζαν την ζωή, στη πίστη τους στο καθήκον, στο θάρρος, στην αυταπάρνηση.

Στη θέση ότι, εκτός από τα ευρώ, την κοινωνική άνοδο και τη ξαπλώστερα στο Parasite Beach, υπάρχει μία πατρίδα που έχει χύσει ποταμούς αίματος για να μπορούν σήμερα τα παράσιτα, οι νεόπλουτοι, τα λαμόγια, οι αρχοντοβίζιτες και αδελφές (στο μυαλό), να τρώνε τις σάρκες μιας χώρας που πρέπει ν’ αλλάξει όνομα και από Ελλάδα να αποκαλείται Κρανίου Τόπος.

Τους γνώρισα όταν ήμουν 15 ετών. Ήταν εκπαιδευτές μου. Μου έμαθαν να πετάω ανεμοπλάνα. Με έστειλαν solo στα 16 στο Αεραθλητικό Κέντρο Τριπόλεως. Πρώτος μου δάσκαλός ο Πέτρος Τσακωνιάτης, χειριστής Spitfire, που αρνήθηκε να πολεμήσει στον Εμφύλιο και διέφυγε με το αεροπλάνο του στην τότε Γιουγκοσλαβία. Εκτός από το πώς λειτουργούν τα χειριστήρια και τα ποδοστήρια με έμαθε να «διαβάζω» τον καιρό, τα σύννεφα, τα ανοδικά και καθοδικά ρεύματα. Μ’ έμαθε πως λειτουργούν οι αεροπορικοί κινητήρες, μου έδειξε τι σημαίνει απώλεια στήριξης, περιδίνηση. Με δίδαξε πως να απογειώνομαι και να προσγειώνομαι χωρίς να σπάω, πρώτα τα ανεμοπλάνα, μετά τα αεροπλάνα. Αν σκεφτείτε ότι κάθε προσγείωση με ανεμόπτερο είναι μία αναγκαστική προσγείωση (τα έρημα εν έχουν κινητήρα), από τότε μέχρι σήμερα πρέπει να έχω κάνει πάνω από …4000 αναγκαστικές.

Στα χρόνια που ακολούθησαν η αεροπορία (όπως και τα αγωνιστικά αυτοκίνητα) σημάδεψαν κάθε μου πράξη, απόφαση, δουλειά στη ζωή μου –και εξακολουθούν να την σημαδεύουν.

Την δεκαετία του 50 οι Τσακωνιάτης, Παναγώτας, Κατζούρος, Αργυράκης, Πένσκε, Ούζελατς… Τις επόμενες ήταν οι φίλοι μου και οι χειριστές της Πολεμικής Αεροπορίας που είχα τη τιμή να πετάξω μαζί τους με όλους τους τύπους των μαχητικών. Δεν θυμάμαι πια τα ονόματά τους αλλά τη σοβαρότητα και τη πίστη στην Αποστολή που ήταν και είναι η προστασία της πατρίδας. Θυμάμαι ακόμα το τρόπο που ανέπνεαν όταν “τραβούσαν” 6 και 7G για να μου δείξουν τι αντιμετωπίζουν κάθε μέρα. Θυμάμαι τις φωτογραφίες των παλιών αεροπόρων στις Μοίρες και τις άλλες των ωραίων παιδιών που έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να φυλάξουν Θερμοπύλες…

Τα χρόνια πέρασαν, οι εκπαιδευτές και οι χειριστές της Π.Α. έγιναν φίλοι που μαζί, κάθε σαββατοκύριακο, πετούσαμε ότι πετάει, μιλούσαμε για την αεροπορία και το διάστημα, διαβάζαμε, μορφωνόμαστε, αποκτούσαμε ενδιαφέροντα.

Τη πρώτη μου πτήση με μαχητικό την έκανα το 1982 σε ένα Mirage 2000 στο ΄Κέντρο Δοκιμών της Μαρσέλ Ντασό στο Ίστρ της νότιας Γαλλίας κοντά στην Καμάργκ. Αυτή η πτήση, η πρώτη στην ιστορία για Έλληνα δημοσιογράφο, έθεσε τις βάσεις για την δεύτερη, πιο ωραία περίοδο της ζωής μου. Ο τότε Α/ΓΕΑ Γιώργος Κουρής επέτρεψε να πετάξω σε μαχητικό της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας. Στην 111 Π.Μ. πέταξα με Northrop F5B.

Στο εμπρός κάθισμα ο Παντελής Μήτσαινας, εκπαιδευτής, πολεμιστής, ηγέτης. Εδώ και χρόνια πολίτης αλλά καλός φίλος μέχρι σήμερα. Στη χρόνια που ακολούθησαν πέταξα με όλα τα μαχητικά της Π.Α. F4 Phantom, F104, Corsair A7H, F16 block 30 και block 52+, Mirage 2000 -5. Καμία έξοδος δεν ήταν πτήση εθισμού. Όλες ήταν μέρος της εκπαίδευσης των χειριστών της αεροπορίας μας. Νυχτερινοί και ημερήσιοι βομβαρδισμοί, «πραγματικές» αερομαχίες 1 προς 1, 2 προς 1, 3 προς 2… Με το δείκτη των G να κινείται για 35-40 λεπτά από το -2 στο +8,9 και το ταχύμετρο να δείχνει από 160 μέχρι 540 κόμβους. Κάθε φορά προσγειωνόμουν κάθιδρος, με τα κόκαλά μου να πονάνε απ’ τις επιταχύνσεις.

Ο δημοσιογράφος πετούσε μία φορά το χρόνο. Εκείνοι δύο φορές την ημέρα. Και όταν εμπλέκονταν σε εικονικές αερομαχίες (dog fights) με τους «φίλους και συμμάχους μας στον ΝΑΤΟ) επέστρεφαν διαλυμένοι αλλά, περήφανοι γιατί κανείς δεν τους είχε «πάρει την ουρά». Κάθε επίσκεψη σε Πτέρυγα Μάχης ή Μοίρα κρατούσε 2-3 μέρες. Έμενα δίπλα τους. Κοιμόμουν στις Μοίρες, παρακολουθούσα τα briefing και τα de-briefing. Οι ωραιότερες στιγμές της ζωής μου αφού εκεί έκανα μερικούς απ’ τους καλύτερους φίλους.

Τα βράδια στην ταβέρνα οι αεροπόροι μιλούσαν. Για τα παιδιά, τις γυναίκες τους που περιμένουν χωρίς να ξέρουν αν θα επσιτρέψουν, τις εγκαταλείψεις, τον τρόπο που χάθηκαν συνάδελφοί…
Μιλάω με όλους, με εξαίρεση έναν που έφυγε όταν τον πρόδωσε η καρδιά του. Πετάξαμε με ένα Corsair απ’ την Κρήτη στο Καστελόριζο.
«Τι κάνουμε αν σβήσει ο κινητήρας», ρώτησα τον Θεμιστοκλή καθώς πετούσαμε 100 πόδια πάνω απ’ ένα Αιγαίο που “άφριζε” με 12 μποφόρ για να μη μας «βλέπουν» τα ραντάρ των απέναντι. «Λέμε το Πάτερ Υμών» απάντησε και ησύχασα!

Κάθε μέρα, κάθε νύχτα στον αέρα. Μόνοι η σε σχηματισμό. Σε ετοιμότητα 30, 10 και 5 λεπτών για να αναχαιτίσουν τα (οπλισμένα) F16 της χώρας που δεν έχει «ευρωπαϊκή προοπτική» αν δεν αποδεχτεί το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» (σιγά μη το αποδεχτεί).

Νυχτερινός βομβαρδισμός στην Σχίζα, ημερήσιος στα 2-3 πεδία βολής που δεν υπάρχουν πια γιατί αντιδρούν, οι «τοπικές κοινωνίες» (που καταπατούν τις δημόσιες εκτάσεις καθώς, ο Ρούλης ρουφάει το φρεντοτσίνο του και η αρχοντοβίζιτα φωτογραφίζεται με μπουκάλες σαμπάνιας για τα περιοδικά του αντεστραμμένου κοινωνικού περιθωρίου.

Στο τοίχο της Μοίρας ο Σιαλμάς, ο Ηλιάκης, ο Στοϊλίδης, ο Χατζούλης, όλοι πολεμιστές που έδωσαν την ζωή τους γι’ αυτό που, κάποτε, λέγαμε πατρίδα.

Αν ρωτήσεις ένα νεαρό άλφαμπλοκ, μία ομιλούσα κεφαλή των τηλεοπτικών παραθύρων, έναν υπουργό που αποκαλεί (στη τηλεόραση) τα dog fights “dongle fires” ή έναν απ’ τους αυτοανακηρυχθέντες «ειδικούς» της δικής μας οικογένειας γιατί, πεθαίνουν θα σου πει πως “αυτό επέλαξαν να κάνουν και δεν δικαιούνται δια να ομιλούν”

Και η αεροπυρόσβεση
Δεν είναι μόνο οι χειριστές των μαχητικών αλλά και εκείνοι των πυροσβεστικών που δίνουν τη δική τους μάχη. Από τον παγκόσμιο στόλο των 70 περίπου CL-415 που έχουν κατασκευαστεί μέχρι σήμερα η Ελλάδα είχε 7 απώλειες, συμπεριλαμβανομένης και του «2055» που χάθηκε στα Στύρα.

Θέλω να τελειώσω αυτό το τμήμα του άρθρου (γιατί θα επανέλθω με προτάσεις) με την ελπίδα ότι, ο λαός μας θα καταλάβει ότι υπάρχουν ακόμα ήρωες οι οποίοι, όταν χρειαστεί, είναι έτοιμοι να κάνουν την ύψιστη θυσία. Και πως αυτοί οι ήρωες δεν κλείνουν δρόμους, δεν κάνουν συγκεντρώσεις, δεν τσιρίζουν έξω απ’ τα υπουργεία σαν κοτόπουλα που τα σφάζουν παρ’ ότι ο μισθός τους δεν φτάνει να πληρώσουν τον λογαριασμού του δείπνου που δίνει στο Σάντα Κομπίνα της Μυκόνου το αρχιλαμόγιο με τη βίζιτα, το σούπερ γιότ και τους 13 ασιάτες υπηρέτες.
συνεχίζεται…ΕΔΩ

Το ΄κύριο μέρος του άρθρου γράφτηκε, τρία χρόνια πριν, στις 01.08.07 αλλά σήμερα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου