Το Πάσχα ενός άθεου

gazikap@gmail.com



Τη χρονιά που γεννήθηκα, το 1967, στην Αλβανία απαγορεύτηκε η θρησκεία διά νόμου. Η Αλβανία έγινε η πρώτη, ίσως και η τελευταία, χώρα στον κόσμο που αναγνώριζε ως επίσημη «θρησκεία» της... την αθεΐα

ΟΙ ΤΥΡΑΝΝΟΙ, τύπου Ενβέρ Χότζα, σκότωσαν τον Θεό για να μπορέσουν να τον αντικαταστήσουν οι ίδιοι. Πιστεύοντας ότι είναι οι ίδιοι θεοί επέβαλλαν τον φόβο και τον τρόμο, μετατρέποντας τις χώρες όπου κυβερνούσαν σε επίγεια Κόλαση. Μεγάλωσα σε ατμόσφαιρα αθεΐας. Χωρίς αναζητήσεις και ερωτήσεις για την ύπαρξη του Θεού. Μεγάλωσα μαθαίνοντας ότι ο Θεός δεν υπάρχει και πως η θρησκεία είναι το όπιο του λαού.

 Όταν ήρθα στην Ελλάδα βρέθηκα στο ακριβώς αντίθετο άκρο. Εδώ ο Θεός ήταν παντού. Η θρησκεία καταλάμβανε σημαντική θέση. «Είσαι χριστιανός ή μουσουλμάνος;» ήταν μια ερώτηση που άκουγα συνέχεια. «Είμαι άθεος» απαντούσα και οι συνομιλητές μου μπερδεύονταν ακόμα περισσότερο. Κάποιοι αντιδρούσαν με τέτοιο τρόπο, λες και τους έλεγα ότι είμαι εξωγήινος. Άλλοι με έβλεπαν σαν να ήμουν η ίδια η ενσάρκωση του Σατανά. Μερικοί έκαναν τον σταυρό τους. Υπήρχαν και εκείνοι που με γλυκύτητα και ευγένεια μου πρότειναν να με βαφτίσουν. Για να σωθεί η ψυχή μου, έλεγαν...

ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ, όπου άρχισα τη φοίτησή μου, η τύχη το ήθελε να ερωτευθώ μια κοπέλα που ήταν θρήσκα. Όταν η Ε. έμαθε ότι είμαι άθεος της φάνηκα κάτι σαν παρθένος νήσος. Εκείνη πίστευε. Για πολλά χρόνια πήγαινε σε κατήχηση, μου είχε πει, αλλά την είχε εγκαταλείψει όταν την κατηγόρησαν ως αιρετική. Δεν θυμάμαι καλά ποια ήταν η αφορμή. Ήξερα μόνο ποιο ήταν το αγαπημένο της τραγούδι στο κατηχητικό. Το τραγουδούσε κάθε φορά που ένιωθε μελαγχολία. «Αλλά, Θεέ, δεν ημπορώ ν΄ ακούσω τη φωνή σου/ κι ευθύς εγώ του ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;». Η Ε. είχε υπέροχη φωνή. Χάρη σε αυτήν έμαθα και εγώ πάμπολλα ελληνικά τραγούδια, ειδικά δημοτικά, τα οποία μετά τραγουδούσα με την αφόρητα φάλτσα φωνή μου...

Η Ε. ήταν μια πιστή που είχε κάνει την επανάστασή της. Και πάνω στην επανάσταση είχε βρει έναν άθεο, εμένα, που ήθελε να πείσει, με πολύ τακτ, ότι ο Θεός υπάρχει. Τελικά απέτυχε. Ίσως απέτυχα εγώ. Γιατί προσπάθησα, για χάρη της, να πιστέψω ότι ο Θεός υπάρχει. Ήταν αδύνατον όμως. Παρέμεινα ένας άθεος που όσο μεγαλώνω μαζεύω μεταφυσικές ανησυχίες. Τώρα, ύστερα τόσα χρόνια, λυπάμαι κάπως. Θα ήθελα κάποιες φορές να έχω αυτήν τη σιγουριά για την ύπαρξη του Θεού. Τότε, πάντως, διάβαζα με βουλιμία τα θρησκευτικά βιβλία που μου έδινε η Ε. Ήταν και σαν αντίδραση για το γεγονός ότι είχα μεγαλώσει σε άθεο καθεστώς. Η γλώσσα των βιβλίων με δυσκόλευε. Επειδή ήταν η κοινή ελληνιστική, μου είχε πει η Ε., εξηγώντας μου ταυτόχρονα την ιστορία της διαμάχης ανάμεσα στην καθαρεύουσα και τη δημοτική. Εκείνη ήταν υπέρ της δημοτικής. Η Ε. έκανε συχνά τον σταυρό της περνώντας μπροστά από κάποια εκκλησία. Μια φορά, για χάρη της, έκανα και εγώ τον σταυρό. Εκείνη κατάλαβε την αμηχανία μου και με φίλησε στο στόμα. Σπάνια το έκανε δημόσια...


Ο ΣΤΑΥΡΟΣ με είχε βασανίσει κάπως. Ήταν ένας από τους γρίφους που δεν μπορούσα να λύσω τον πρώτο καιρό στην Ελλάδα. Μπερδευόμουν πολύ όταν ταξίδευα στο λεωφορείο και έβλεπα κάθε τόσο τρεις τέσσερις επιβάτες ή και περισσότερους καμιά φορά να κάνουν τον σταυρό τους. Σταυροκοπιόνταν ταυτόχρονα, λες και έπεφτε κάποιο συνθηματικό. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς συνδυάζονταν ταυτόχρονα οι επιβάτες και έκαναν τον σταυρό τους, χωρίς να πουν τίποτε ο ένας στον άλλον. Ύστερα από καιρό κατάλαβα ότι έβλεπαν κάποια εκκλησία από το παράθυρο του λεωφορείου. Χάρη στην Ε. έμαθα τη διαφορά μεταξύ του σταυρού των καθολικών και εκείνου των ορθοδόξων, αριστερά ο ένας, δεξιά ο άλλος, με δυο δάκτυλα ο ένας, με τρία ο άλλος. Έμαθα τα ονόματα διαφόρων Αγίων, τα οποία όμως μπέρδευα όλη την ώρα. Με πολύ ζόρι κατάφερα να μάθω τις ονομαστικές εορτές. Αυτό το σύστημα των ονομαστικών εορτών μού είχε φανεί ακατάληπτο. Πώς γίνεται να θεωρούν πιο σημαντικό την ονομαστική εορτή από τα γενέθλια σε αυτήν τη χώρα, είχα αναρωτηθεί. «Μη το πολυφιλοσοφήσεις. Είναι απλά ένα κόλπο για να μας θυμούνται δυο φορές τον χρόνο» μου είχε πει η Ε. γελώντας και εγώ έμεινα εκεί. Έναν από τους Αγίους που μου είχε χαρίσει η Ε., τον κράταγα στην γκαρσονιέρα όπου έμενα. «Κράτα το για γούρι» μου είπε. Αν θυμάμαι καλά, ήταν ο Άγιος Νικόλαος, με μακρύ μούσι, μαύρα ράσα και το Ευαγγέλιο στο δεξί χέρι και το αριστερό να αιωρείται στον αέρα. Το είχα κρεμάσει πάνω στον τοίχο, πάνω από το κρεβάτι μου...

ΧΑΡΗ ΣΤΗΝ Ε. έμαθα ακόμα το «Πάτερ Ημών» και το «Ω γλυκύ μου έαρ», το οποίο το βρίσκω υπέροχο. Μυήθηκα στην κατάνυξη της Ανάστασης χάρη στην Ε. Πηγαίναμε μαζί στην Ανάσταση. Ήταν η μοναδική φορά κατά τη διάρκεια του χρόνου που έκανα τον σταυρό μου. Την πρώτη φορά που πήγαμε, πάντως, με τρόμαξα ο καπνός, ο θόρυβος, οι εκρήξεις γύρω από την εκκλησία την ώρα που ο Χριστός ανασταινόταν. Τόσο πολλά βεγγαλικά δεν είχα δει ούτε στις εργατικές παρελάσεις της 1ης Μαΐου στα Τίρανα. Η Ε. μου είχε πει ότι τουλάχιστον τη Μεγάλη Εβδομάδα έπρεπε να απέχουμε από κάθε σαρκική επαφή. Το παραβήκαμε μόνο μία φορά. Και μετά τον χωρισμό με την Ε. συνεχίζω να πηγαίνω στην εκκλησία και να τραγουδώ το «Ω γλυκύ μου έαρ». Μόνο που φροντίζω να βρίσκω ήσυχες εκκλησίες, χωρίς βεγγαλικά και εκρήξεις...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου