Η τόνωση της απασχόλησης μπορεί να σταματήσει την ανακύκλωση της κρίσης

Toυ PAUL KRUGMAN //Τhe New York Times

Από μια άποψη ήταν πολύ καλές εκείνες οι εποχές, και από μια άλλη ήταν πολύ κακές. Σήμερα, όμως, το πρόβλημα είναι πως η αντίθεση ανάμεσα στην καλοτυχία των ολίγων και τα συνεχιζόμενα δεινά των πολλών δεν αποτελεί καλό οιωνό για το μέλλον. Αναφέρομαι, βέβαια, στην κατάσταση των τραπεζών.

Οι λίγοι και τυχεροί βρέθηκαν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, καθώς πολλοί αντιδρούσαν οργισμένοι, βλέποντας τα τεράστια κέρδη της Goldman Sachs και τα αντίστοιχα μπόνους που κατέβαλε στα στελέχη της, ενώ η υπόλοιπη Αμερική, θύμα των όσων συνέβησαν στη Wall Street, εξακολουθεί να χάνει θέσεις εργασίας. Το θέμα είναι πως οι εμπορικές τράπεζες, σε αντίθεση με τις επενδυτικές τράπεζες, εξακολουθούν να έχουν πρόβλημα. Κυρίως η Citigroup και η Bank of America, που αποσιώπησαν τα περί κρατικοποίησης προ μηνών, με το επιχείρημα ότι επέστρεψαν σε κερδοφορία, τώρα -ναι καλά το μαντέψατε- αρχίζουν και πάλι να σημειώνουν ζημίες.

Ρωτήστε τους εργαζόμενους στην Goldman και θα σας πουν πως δεν αφορά κανέναν άλλο παρά τους ίδιους το πόσα κερδίζουν. Η Goldman σημείωσε κέρδη, αλλά κατόρθωσε να παραμείνει στο παιχνίδι χάρη στην πολιτική επιλογή να διακινδυνεύσει το κράτος τεράστια ποσά, χορηγώντας ενίσχυση στην AIG και εγγυήσεις με παράταση σε όλα τα ομόλογα της Goldman.

Αυτή τη φορά, εκείνος που επέκρινε τις τράπεζες δεν ήταν άλλος από τον Λόρενς Σάμερς, τον κυριότερο οικονομολόγο της κυβέρνησης Ομπάμα, και εκ των αρχιτεκτόνων της πολιτικής στήριξης της κυβέρνησης προς τις τράπεζες. Γιατί άλλαξε στάση; Στελέχη της κυβέρνησης έχουν εξοργισθεί διότι λίγους μόλις μήνες μετά την κολοσσιαία ένεση κεφαλαίου, η βιομηχανία χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων πιέζει με τα λόμπι της για να αποτρέψει οποιαδήποτε μεταρρύθμιση. Θα αναρωτιέστε, όμως, τι περίμεναν. Προσέφεραν βοήθεια στη Wall Street με τέτοιο τρόπο, ώστε δεν τους έμεινε κανένας ουσιαστικός μοχλός άσκησης πίεσης σε εταιρείες όπως η Goldman, που και πάλι κερδίζουν χρήματα από την επενδυτική τραπεζική.

Το πρόβλημα είναι πως το τμήμα του τραπεζικού κλάδου που ασχολείται με τον δανεισμό και προωθεί τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης δεν πηγαίνει καλά. Σημαντικές τράπεζες είναι αδύναμες και βλάπτουν την οικονομία στο σύνολό της. Ισως θυμάστε πως προ μηνών ετέθη ζήτημα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα ενισχυθεί και πάλι ο δανεισμός των τραπεζών. Ορισμένοι οικονομικοί αναλυτές, εμού συμπεριλαμβανομένου, υποστήριξαν ότι τουλάχιστον ορισμένες μεγάλες τράπεζες χρειάζονταν μια σημαντική ένεση κεφαλαίου από τους φορολογούμενους, και ότι ο μόνος τρόπος για κάτι τέτοιο ήταν η προσωρινή κρατικοποίηση των τραπεζών. Η διαμάχη διεκόπη, όμως, όταν οι Citigroup και Bank of America, οι ασθενέστερες τράπεζες δηλαδή, ανακοίνωσαν εκπληκτικά κέρδη.

Ακολούθησε, όμως, κάτι αστείο: οι δύο αυτές τράπεζες σημείωσαν ζημίες το γ΄ τρίμηνο. Τι συνέβη; Εν μέρει η απάντηση βρίσκεται στη δημιουργική λογιστική αυτών των εταιρειών. Γενικότερα, όμως, η απάντηση βρίσκεται στην πραγματική οικονομία. Στην πρώτη φάση της κρίσης η οικονομία πλήρωσε τα λάθη της Wall Street, και τώρα τα ευρύτερα οικονομικά προβλήματα, ιδιαίτερα η επίμονα υψηλή ανεργία, προκαλούν μεγάλες ζημίες στα στεγαστικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες. Η συνεχιζόμενη προβληματικότητα πολλών τραπεζών διαιωνίζει τα δεινά της οικονομίας. Οι τράπεζες δυσκολεύονται να δανείσουν και η δυσκολία στην ανεύρεση πίστωσης, ιδιαιτέρως για τις μικρές επιχειρήσεις, εμποδίζει την ανάκαμψη που τόσο χρειαζόμαστε.

Τι γίνεται τώρα, λοιπόν; Το κυριότερο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να στηρίξουμε με κάθε τρόπο τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Με λίγη καλή τύχη, οι θέσεις απασχόλησης θα μπορούσαν να βοηθήσουν την οικονομία να ενισχύσει τις τράπεζες, που με τη σειρά τους θα δανείζουν πιο εύκολα.


Πέραν αυτού, χρειαζόμαστε μια αποτελεσματική μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Διαφορετικά οι τράπεζες θα αναλαμβάνουν σύντομα ακόμη μεγαλύτερα ρίσκα από πριν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου