Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
Το άκουσα στην παιδική χαρά της γειτονιάς μου και στην αρχή ξαφνιάστηκα, ύστερα ρώτησα και εντέλει το ανέλυσα. Μια προφανώς γιαγιά αλλά μάλλον μεσόκοπη είχε φέρει το εγγονάκι της στην παιδική χαρά. Το αγοράκι δεν πρέπει να ήταν παραπάνω από 15 μηνών. Το έβαλε στην κούνια και το κούνησε με προσοχή για λίγη ώρα, το έβαλε στην τραμπάλα κρατώντας το από τους ώμους ενώ στην άλλη πλευρά είχε παρακαλέσει ένα μεγαλύτερο κοριτσάκι να τραμπαλίζεται. Ύστερα το πήγε στον μύλο και κάθισε μαζί του και έφερνε βόλτα ωθώντας με το πόδι της. Στο τέλος πριν φύγουν και πριν βάλει στο καροτσάκι το παιδί, το άφησε στο έδαφος και με απέραντη προσοχή το προέτρεψε να περπατήσει.
Προφανώς το αγοράκι είχε αρχίσει στο σπίτι να τολμά τα πρώτα του βήματα με το ζόρι, παλαντζάροντας, παραπαίοντας. Το αγοράκι με επιφυλακτικότητα άρχισε να αλλάζει βηματάκια και τότε η γιαγιά του έδωσε τον ρυθμό λέγοντας με ορθοφωνικό συλλαβισμό: «Ανδρέα, προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα». Έμεινα έκπληκτος. Πλησίασα και ρώτησα τη γιαγιά: «Από πότε περπατάει ο Ανδρέας;»,
Το άκουσα στην παιδική χαρά της γειτονιάς μου και στην αρχή ξαφνιάστηκα, ύστερα ρώτησα και εντέλει το ανέλυσα. Μια προφανώς γιαγιά αλλά μάλλον μεσόκοπη είχε φέρει το εγγονάκι της στην παιδική χαρά. Το αγοράκι δεν πρέπει να ήταν παραπάνω από 15 μηνών. Το έβαλε στην κούνια και το κούνησε με προσοχή για λίγη ώρα, το έβαλε στην τραμπάλα κρατώντας το από τους ώμους ενώ στην άλλη πλευρά είχε παρακαλέσει ένα μεγαλύτερο κοριτσάκι να τραμπαλίζεται. Ύστερα το πήγε στον μύλο και κάθισε μαζί του και έφερνε βόλτα ωθώντας με το πόδι της. Στο τέλος πριν φύγουν και πριν βάλει στο καροτσάκι το παιδί, το άφησε στο έδαφος και με απέραντη προσοχή το προέτρεψε να περπατήσει.
Προφανώς το αγοράκι είχε αρχίσει στο σπίτι να τολμά τα πρώτα του βήματα με το ζόρι, παλαντζάροντας, παραπαίοντας. Το αγοράκι με επιφυλακτικότητα άρχισε να αλλάζει βηματάκια και τότε η γιαγιά του έδωσε τον ρυθμό λέγοντας με ορθοφωνικό συλλαβισμό: «Ανδρέα, προχώρα, σε θέλει όλη η χώρα». Έμεινα έκπληκτος. Πλησίασα και ρώτησα τη γιαγιά: «Από πότε περπατάει ο Ανδρέας;»,
«Δεν τον λένε Ανδρέα, Χρηστάκη τον λένε».
Εγώ για να καλύψω την παρέμβαση είπα: «Γεια σου ρε Χρηστάκη, καραμπουζουκλή».
Και σκέφτηκα πόση δύναμη έχει ο ρυθμός και πόση διάρκεια μπορεί να έχει μια ρυθμική φράση που κάποτε κυριάρχησε ως λαϊκό σύνθημα. Σιγά σιγά χάνεται και το περιεχόμενο της δράσης, όταν φτάσει σε γενιές ανίδεες για πρόσωπα και πράγματα. Παλιότερα ο λαογράφος Λουκάτος μάς είχε πλουτίσει τις γνώσεις με τους «παροιμιόμυθους» φράσεις ρυθμικές, με μορφή παροιμίας που είχαν προέλθει από πιθανές ολόκληρες ιστορίες, μύθους, θρύλους και είχαν καταντήσει ανεξήγητα αλλά επιβιωμένα λεκτικά απολιθώματα:
Και σκέφτηκα πόση δύναμη έχει ο ρυθμός και πόση διάρκεια μπορεί να έχει μια ρυθμική φράση που κάποτε κυριάρχησε ως λαϊκό σύνθημα. Σιγά σιγά χάνεται και το περιεχόμενο της δράσης, όταν φτάσει σε γενιές ανίδεες για πρόσωπα και πράγματα. Παλιότερα ο λαογράφος Λουκάτος μάς είχε πλουτίσει τις γνώσεις με τους «παροιμιόμυθους» φράσεις ρυθμικές, με μορφή παροιμίας που είχαν προέλθει από πιθανές ολόκληρες ιστορίες, μύθους, θρύλους και είχαν καταντήσει ανεξήγητα αλλά επιβιωμένα λεκτικά απολιθώματα:
«Τα μυαλά σου και μια λίρα», «Κλάψ΄ τα, Χαράλαμπε», «Μη μου άπτου», «Και συ, Βρούτε», «Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης», «Τσοβόλα δώσ΄ τα όλα».
ΠΗΓΗ: TA NEA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου