Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές, τι νόημα έχουν οι δημοσκοπήσεις;
Ποιος τις χρειάζεται;
Χρειάζεται μήπως το πιεσόμετρο η κυβέρνηση για να συναισθανθεί ότι οι σφυγμοί της έχουν πέσει σε ρυθμό νιρβάνας; Χρειάζεται να δει τα νούμερα για να νιώσει τόσο άνετη, ώστε να σπαταλά ενέργεια –και κυβερνητικά ανακοινωθέντα– για το πώς θα μοιράσει τον «εξωσχολικό» χρόνο του το απόγευμα της Δευτέρας ο πρωθυπουργός;
Οι μόνοι που δείχνουν να παίρνουν στα σοβαρά τις «προθέσεις ψήφου» σε εκλογικά νεκρό χρόνο είναι οι ανταγωνιστές στο αγροτεμάχιο της αντιπολίτευσης. Τα τρία κόμματα είναι πια κοντά, σε χαμηλά ποσοστά. Αναλύουν ωστόσο τις διαφορές τους σαν να υπήρχε δημοσκοπικό μέτρο ικανό να «πιάσει» τόσο ανεπαίσθητες μετατοπίσεις μέσα στο μικρό δείγμα. Σαν να μπορούσε όντως να στοιχειοθετηθεί «τάση» επειδή ένα κόμμα του 17% χάνει μία μονάδα προς τα δεξιά και μία προς τα αριστερά του.
Πόσους ερωτώμενους αντιπροσωπεύει άραγε αυτή η δημοσκοπική μονάδα;
Το ζήτημα βέβαια δεν είναι μαθηματικό. Η πολιτική ανάγνωση –και κυρίως παρανάγνωση– της στατιστικής είναι που διαμορφώνει το κλίμα. Από την κλιματολογική βία που έχει ασκηθεί στα τελευταία γκάλοπ, όλοι μπορούν να δηλώνουν ευχαριστημένοι. Η καταγραφόμενη κάμψη του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντανακλά το προβαλλόμενο στην οθόνη σκόρπισμα των στελεχών του. Τα οριακά κέρδη επιτρέπουν στο ΠΑΣΟΚ να συντηρεί την άγουρη αυτοπεποίθηση του «ερχόμαστε». Η ενίσχυση του ΚΚΕ αφήνει τη ρυτίδα της στην επιφάνεια της μικρής δεξαμενής της αριστερής ψήφου.
Αυτή τη μάχη γκαρσονιέρας αποτύπωσε –ανεπίγνωστα, και γι’ αυτό καίρια– η Θεοδώρα Τζάκρη όταν κατηγόρησε έναν άσπονδο σύντροφό της ότι επιχειρεί να «φέρει στο τραπέζι την κρεβατομουρμούρα». Μέσα στην κεντροαριστερή στενότητα, τα πάθη του ντιβανιού θα μπερδεύονται με την τσίκνα της κουζίνας, τουλάχιστον μέχρι τις ευρωεκλογές.
Είναι πάντως ενδεικτικό ότι για τον προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ εντός της γκαρσονιέρας ερίζουν οι παλαιές γενιές.
Εκείνοι που πρωταγωνιστούν στη συζήτηση είναι από τη μία οι πρώην πασόκοι, όπως η Τζάκρη και ο Σπίρτζης· και από την άλλη οι παλαιοί αριστεροί, που είχαν ζήσει την υπόθεση της Αριστεράς κυρίως ως εξωκοινοβουλευτική γυμναστική στο μεταπολιτευτικό καφενείο. Η υπαρξιακή κρίση διεξάγεται έτσι μεταξύ βετεράνων του πολιτικού παραγοντισμού – που έχουν αλλάξει στη σταδιοδρομία τους πολλά πουκάμισα.
Απουσιάζουν από αυτή διά της εκκωφαντικής σιωπής τους οι «αυτόχθονες» του κόμματος –η γενιά του Τσίπρα, λίγο πριν και λίγο μετά τα 40– που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τη μοίρα ενός βιώσιμου ΣΥΡΙΖΑ στον επικείμενο κεντροαριστερό αναδασμό.
Αυτοί που διεκδικούν τα ξέφτια του ξηλωμένου ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνοι που...
δεν έχουν τίποτε καλύτερο να δοκιμάσουν· πoυ δεν έχουν άλλο μέλλον από την επένδυση στο ναυάγιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου