ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ - ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΙΣΛΑΜΟΦΑΣΙΣΜΟΣ: Το Ιράν από τον Σεπτέμβριο μέχρι σήμερα

 


Tης ΣΩΤΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

Εδώ και τρεις μήνες πολλοί Ιρανοί διακινδυνεύουν τη ζωή τους διαδηλώνοντας εναντίον του καθεστώτος· η ανατροπή του όμως δεν πρέπει να θεωρείται πιθανή.
 

Οι μουλάδες είναι αποφασισμένοι να συντρίψουν τη νέα γενιά που έχει μεγαλώσει μέσα στη θεοκρατία του Αγιατολάχ Αλί Χαμενέι, στο εθνικό μυθιστόρημα του περσικού μεγαλείου και στα social media, στα οποία συμμετέχουν 40 εκατομμύρια Ιρανοί —ο μισός πληθυσμός.

Στην αρχή, το κίνημα είχε, ας πούμε, «φεμινιστικό» χαρακτήρα εφόσον το πυροδότησε ο φόνος της 22χρονης Μαχσά Αμινί, κουρδικής καταγωγής (η καταγωγή παίζει κάποιο ρόλο), η οποία τιμωρήθηκε επειδή δεν φορούσε σωστά τη μαντίλα. Έκτοτε, με τις εξεγερμένες γυναίκες ενώθηκαν, άλλοι ευκαιριακά, άλλοι από πεποίθηση, πολίτες διαφορετικών τάξεων και εθνοτήτων που διακρίνουν τη φρίκη της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Δεν είναι η πρώτη φορά που στο Ιράν ακούγονται οι φωνές της αντιπολίτευσης· όμως, το καθεστώς Χαμενέι ξέρει πώς να διαιρεί τα αντικυβερνητικά κινήματα και πώς να καταστέλλει όποιον σηκώνει κεφάλι. Σε αντίποινα εναντίον των διαδηλωτών, οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν σκοτώσει μέχρι σήμερα τουλάχιστον 448 άτομα, μεταξύ των οποίων 60 παιδιά και 29 γυναίκες, και έχουν συλλάβει 18.200, εκ των οποίων 36 κατηγορούνται για εγκλήματα που επισύρουν τη θανατική ποινή· ένας από τους αυτούς πρόκειται να ξαναδικαστεί οπότε αναμένεται η ακύρωση της εκτέλεσής του· οι υπόλοιποι 35 βρίσκονται στον θάλαμο των μελλοθανάτων.

Η κατάσταση της κοινής γνώμης έχει περίπου ως εξής: ένα ποσοστό γύρω στο 50% είναι φανατικοί Σιίτες και είτε εγκρίνουν την πολιτική των μουλάδων, είτε έχουν επιμέρους αντιρρήσεις, δεν συμπαρατάσσονται με τους διαδηλωτές, πολύ λιγότερο με τις διαδηλώτριες. Τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός της χώρας, από όλα τα κοινωνικά στρώματα —άνδρες και γυναίκες— φοβούνται μήπως το Ιράν μιμηθεί τα διεφθαρμένα ήθη της Δύσης και μήπως οι Ιρανές γίνουν εξώλης και προώλης συμπαρασύροντας το κοινωνικό οικοδόμημα. Τα οικονομικά τους παράπονα —αν και το Ιράν θεωρείται χώρα «μεσαίου εισοδήματος», το 18% των πολιτών ζουν με λιγότερο από 5,5 δολάρια την ημέρα— έρχονται σε δεύτερη μοίρα μπροστά σ’ αυτόν τον ηθικό πανικό. Από την άλλη πλευρά, αν και η ευαισθησία του πολίτη στο Ιράν δεν μοιάζει με την ευρωπαϊκή, το θέαμα του απαγχονισμένου Μαζιντρέζα Ραχναβάρντ καταμεσής στην πλατεία δεν περνά αδιάφορο και ίσως πολλοί άνθρωποι να νιώθουν ότι η κυβέρνηση το παρακάνει. Αυτή η αποστροφή δεν μεταφράζεται σε συγκεκριμένη αντιπολιτευτική στάση.

Από τα μέσα Σεπτεμβρίου, σχεδόν καθημερινά, αλλά όλο και αραιότερα, γίνονται διαδηλώσεις, είτε σε πανεπιστήμια, είτε στους δρόμους, είτε στα νεκροταφεία όπου θάβονται τα θύματα της αστυνομικής βίας. Σαράντα ημέρες μετά τον θάνατο κάποιου —όσο διαρκεί το πένθος των Σιιτών— οργανώνονται διαμαρτυρίες στον τάφο με αποτέλεσμα διαδοχικούς κύκλους αίματος.  

Κάπως έτσι κατέρρεε το καθεστώς του Σάχη το 1978 και ανετράπη τελικά τον Ιανουάριο του 1979. Αλλά τότε, το κίνημα είχε όνομα, αρχηγό και πρόγραμμα: Θάνατος στον αμερικανόδουλο Σάχη και στις ΗΠΑ, Σαρία, Κράτος Σιιτών μουσουλμάνων. Και όπως έχω ξαναγράψει, η ευρωπαϊκή αριστερά χειροκροτούσε ενθουσιασμένη. Οι γυναίκες, που σήμερα αμφισβητούν τη χιτζάμπ, συμμετείχαν ενεργά στην ισλαμική επανάσταση και είχαν δεχτεί αδιαμαρτύρητα την αστυνομία ηθών.

Αν και στις 4 Δεκεμβρίου ανακοινώθηκε η αναστολή της εν λόγω αστυνομίας,  δεν πρέπει να βιαστούμε χαρακτηρίζοντας το γεγονός υποχώρηση μπροστά στο κίνημα των γυναικών: πρόκειται μάλλον για κυβερνητικό τέχνασμα που θέλει να διχάσει και να αποδυναμώσει την αντιπολίτευση — όπως είπα, δεν συμφωνούν όλοι οι Ιράν με την «πρόοδο» που επιζητούν οι φοιτητές. Οι γυναίκες που πρωτοστατούν στο κίνημα έχουν σίγουρα ριζοσπαστικό όραμα —είναι νέες και μορφωμένες— αλλά, στην πραγματικότητα, ακροβατούν ανάμεσα στη συναίνεση και στην απόρριψη εκ μέρους των υπολοίπων. Αν μια λέξη ή μια χειρονομία τους θεωρηθεί απρεπής ή ακραία για τα ιρανικά δεδομένα, το παιχνίδι είναι χαμένο. Εξάλλου, οι Ιρανοί έχουν μάθει να ζουν με τον φόβο: τον φόβο του πατέρα, τον φόβο της οικογένειας, τον φόβο του τι θα πει ο κόσμος, τον φόβο της κοινότητας και του νόμου· με τον φόβο των ισλαμοφρουρών Basij.

Οι ταραχές, που ξεκίνησαν με το σύνθημα «γυναίκα, ζωή, ελευθερία», είτε θα  συγκροτήσουν μια έναρθρη αντιπολίτευση με αίτημα την εκλογική δημοκρατία (μάλλον απίθανο), είτε θα εξελιχθεί σε αιματοχυσία υπό την έννοια ότι οι ισλαμοφρουροί θα εκτελούν όποιον βρίσκουν μπροστά τους προκαλώντας απελπισμένες αντιδράσεις· είτε θα σβήσει σιγά-σιγά μέσα στον θόρυβο της χονδροειδούς προπαγάνδας —τόσο χονδροειδούς που αναρωτιέται κανείς ποιος την πιστεύει. Κι όμως, όταν συνελήφθη ο ράπερ Σαλέχι, οι αρχές εξέδωσαν βίντεο που τον δείχνει με δεμένα τα μάτια να εκφράζει μεταμέλεια για τις πράξεις του. Εννοείται ότι στο βίντεο δεν ήταν ο Σαλέχι αλλά κάποιος που τον υποδυόταν.

Το Ιράν του Χαμενέι χτίστηκε πάνω στη φαντασίωση ενός Σιίτη κληρικού που πίστευε ότι πραγματοποιούσε το θέλημα του Αλλάχ στη Γη· που είχε ξεπεράσει τον κομμουνισμό και ένιωθε ότι ο καπιταλισμός παρήκμαζε.  

Αυτή η φαντασίωση είναι ακόμα ζωντανή. Το καθεστώς ενισχύθηκε από κάποιες επιτυχίες στον πολύπλευρο αγώνα του εναντίον των ΗΠΑ: κατά την περασμένη δεκαετία, ιρανικά όπλα, στρατιωτικοί και συμβουλάτορες βοήθησαν να σωθεί ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ, βασικός σύμμαχος της Ισλαμικής Δημοκρατίας, από μια σειρά εσωτερικών και ξένων εχθρών, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ. Παρέχοντας παρόμοια βοήθεια σε αντιαμερικανικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ, το Ιράν συνέβαλε στην απόφαση του Τζο Μπάιντεν να τερματίσει την αμερικανική στρατιωτική αποστολή στην περιοχή. Επιπλέον, το Ιράν κατασκευάζει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και προμηθεύει με μη επανδρωμένα αεροσκάφη τον Βλαντιμίρ Πούτιν για να βομβαρδίζει την Ουκρανία. Τέλος, όλο αυτό το διάστημα –-και πάλι σε πείσμα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους-– το Ιράν έχει αποκτήσει αρκετό ουράνιο οπλικής ποιότητας ώστε να κατασκευάσει την πολυπόθητη πυρηνική βόμβα.

Έτσι, οι σκληροπυρηνικοί της Ισλαμικής Δημοκρατίας επιδεικνύουν καταιγιστική αυτοπεποίθηση: τη νύχτα της 31ης Οκτωβρίου, στο Eκμπαντάν, ένα συγκρότημα πολυώροφων κατοικιών στη νοτιοδυτική Τεχεράνη, οι δυνάμεις ασφαλείας εξαπέλυσαν τιμωρητική επίθεση σε διαδηλωτές, εισβάλλοντας στα σπίτια και τρομοκρατώντας τους με ρουκέτες και συσκευές λέιζερ ενώ βροντοφώναζαν από μεγάφωνα «Δίνουμε το αίμα μας για το έθνος, δίνουμε τη ζωή μας για το έθνος, κι αν χρειαστεί, ορκιζόμαστε στον Αλλάχ, θα κόψουμε τον λαιμό των γυναικών και των παιδιών μας, αλλά δεν θα αφήσουμε κανέναν να βλάψει τη χώρα μας.» Πολλοί κάτοικοι τράβηξαν βίντεο με τα κινητά τους τηλέφωνα: στα πλάνα που κατάφεραν να δημοσιεύσουν, στην είσοδο ενός πολυώροφου κτιρίου το πάτωμα φαίνεται ματωμένο. Το ίδιο βράδυ, σε άλλο συγκρότημα κατοικιών της Τεχεράνης, ομάδα ανδρών κραδαίνοντας ρόπαλα και πυροβολώντας στον αέρα, ούρλιαζαν από μεγάφωνα «Είστε μέρος των 85 εκατομμυρίων κι αν συνεχίσετε να διαμαρτύρεστε θα τιμωρηθείτε σκληρά. Για μας η τιμωρία σας είναι διασκέδαση.»

Ως κράτος με επαναστατική ορμή, η Ισλαμική Δημοκρατία χρησιμοποιούσε πάντοτε τις κρίσεις για να κινητοποιήσει τους πιστούς και να εξοντώσει τους απίστους.  

Το 1980, ένα χρόνο αφότου ο Αγιατολάχ Χομεϊνί ανέτρεψε τη φιλοδυτική μοναρχία του Σάχη Μοχάμαντ Ρεζά Παχλαβί, αντικαθιστώντας τη με κληρική, το Ιράν εισέβαλε στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν, το οποίο τότε στήριξαν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Ο οκταετής πόλεμος που ακολούθησε στοίχισε εκατοντάδες χιλιάδες ζωές Ιρανών, αλλά η Ισλαμική Δημοκρατία επέζησε με τα σύνορά της ανέπαφα. Ο Χομεϊνί χρησιμοποίησε τον πόλεμο για να κατατροπώσει τους αντιπάλους του και να οικοδομήσει μια αυτάρκη οικονομία ικανή να αντέξει τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στο Ιράν το 1984 όταν οι ΗΠΑ το χαρακτήρισαν «χρηματοδότη της διεθνούς τρομοκρατίας» (κατά τη γνώμη μου, επρόκειτο για understatement). Η αποξένωση της χώρας από τη Δύση ολοκληρώθηκε: αντίθετα από άλλες περιπτώσεις, οι ΗΠΑ μπορούσαν να κάνουν τίποτα, δεν υπήρχε κανένα σημείο συνεννόησης. Στη συνέχεια, οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες έπαψαν να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο ή άλλα ιρανικά προϊόντα, οι Ιρανοί νέοι δυσκολεύονται να πάρουν βίζα για να ταξιδέψουν στο εξωτερικό και οι απογοητεύσεις της απομόνωσης από τον κόσμο επιδεινώθηκαν από την ανικανότητα των κυβερνώντων. Στις 8 Ιανουαρίου 2020 οι Φρουροί της Επανάστασης κατέρριψαν αεροσκάφος με Ιρανούς αμάχους και χρειάστηκαν τρεις ημέρες για να παραδεχτούν την γκάφα. Τον περασμένο Μάιο, ένας ουρανοξύστης που κατασκευαζόταν υπό κυβερνητική επίβλεψη κατέρρευσε με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 41 άτομα. Πράγματι, τέτοια δυστυχήματα συμβαίνουν παντού· αυτό που διαφέρει είναι ότι στο Ιράν δεν τολμά κανείς να διαμαρτυρηθεί· δεν υπάρχει λογοδοσία.

Από τον θάνατο του Χομεϊνί το 1989, ο Χαμενέι έχει κυριαρχήσει ως πατέρας  του έθνους και απόλυτης ηγέτης: είναι ένα γεροντάκι που ενσαρκώνει τη θέληση των σκληροπυρηνικών, ο αριθμός των οποίων είναι δύσκολο να εξακριβωθεί. Όπως είπα, δεν ξεπερνούν το 50% του πληθυσμού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι όλοι αρειμανείς και βάραβαροι· πιθανότατα ένας στους τέσσερις από τους σκληροπυρηνικούς ταλαντεύεται στο κενό, δεν ξέρει με ποιον να συνταχθεί. Η χώρα είναι κατακερματισμένη. Προτού ξεκινήσουν οι πρόσφατες διαμαρτυρίες, οι Ιρανοί ένιωθαν ενωμένοι μπροστά στην εθνική ομάδα του ποδοσφαίρου: αλλά οι αγώνες για το Παγκόσμιο Κύπελλο έδειξαν ότι ο αθλητισμός και η πολιτική έχουν πλέον συγχωνευθεί. Πριν από το εναρκτήριο ματς με την Αγγλία, στις 21 Νοεμβρίου, οι παίκτες επέλεξαν να μην τραγουδήσουν τον εθνικό ύμνο —αλλά βεβαίως αυτό δεν αρκούσε στους διαδηλωτές και σε διασημότητες του αθλητισμού που διακινδυνεύουν την καριέρα  και την ελευθερία τους να στηρίξουν το αντιπολιτευτικό κίνημα. Όμως, για τις αρχές ήταν σκάνδαλο· έτσι, πριν από το επόμενο ματς, η ομάδα τραγούδησε ευσυνείδητα τον ύμνο. Ούτως ή άλλως, στον χώρο του ιρανικού αθλητισμού παρατηρείται κινητικότητα εναντίον του καθεστώτος: ο πολύ δημοφιλής πρώην ποδοσφαιριστής Αλί Καρίμι τo καταγγέλλει μέσω Twitter από τη βάση του στο Ντουμπάι, ενώ ο επιθετικός της εθνικής ομάδας Μεχντί Ταρέμι δήλωσε σε συνέντευξή του ότι «η διάθεση της χώρας είναι επαναστατική και κανείς δεν μπορεί να μείνει ουδέτερος.» Ακούστηκε σαν χρησμός: δεν ξέρω πού το πάει ο Ταρέμι.

Αν και τα ξένα ΜΜΕ έχουν τονίσει τον φεμινιστικό χαρακτήρα των διαδηλώσεων, η πλειονότητα των θυμάτων των συγκρούσεων εντοπίζεται στην περιοχή των Μπαλόχ στα νοτιοανατολικά, καθώς και στην βορειοδυτική περιοχή όπου ζουν Κούρδοι —το κορίτσι που σκότωσαν οι ισλαμοφρουροί ήταν, όπως είπα, κουρδικής καταγωγής. Στο λεγόμενο Βαλουχιστάν, υπάρχουν λιγότερες γυναίκες διαδηλωτές· πρόκειται για εξέγερση ευσεβών σουνιτών εναντίον ενός σιιτικού κράτους που κάνει διακρίσεις εναντίον τους (διότι τους θεωρεί ως πιθανή πέμπτη φάλαγγα για το σουνιτικό Ισλάμ), καθώς και για τη γνωστή διεκδίκηση των Κούρδων για πολιτιστικά δικαιώματα και αυτονομία. Το κίνημα σε κουρδικές πόλεις όπως το Μπουκάν και το Τζαβανρούντ μοιάζει πράγματι με εξέγερση: οι Κούρδοι στήνουν οδοφράγματα και οι Φρουροί της Επανάστασης τους πυροβολούν. Εδώ η κατάσταση μπορεί να κρίνει τις εξελίξεις στο Ιράν: αν και φοβάμαι ότι σε λίγο καιρό θα έχει κατασταλεί κάθε τάση ξεσηκωμού, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι από τη Μπαμπόλ (του Μαζανταράν) στην ακτή της Κασπίας μέχρι την Ασαλουγιέ στον Περσικό Κόλπο, οι διαδηλωτές είναι το αιχμηρό άκρο μιας γκάμας στάσεων: ακόμα και οι Ιρανοί που δεν συμπαθούν τους μουλάδες φοβούνται ότι αν ανατραπεί ο Χαμενέι η χώρα θα διαλυθεί· ότι θα  αποσχιστούν οι διάφορες εθνοθρησκευτικές ομάδες κι ότι η μεγάλη Περσία θα κομματιαστεί ανάμεσα στο Ιράκ, στην Τουρκία και στις χώρες του Κόλπου. Αυτή τη φοβία εκμεταλλεύονται τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης χαρακτηρίζοντας τις διαδηλώσεις «πολιτική συνωμοσία» αυτονομιστικών συμμοριών που θέλουν να διασπάσουν το Ιράν. Παλιό το κόλπο. Αλλά, αν συμφωνούν σε κάτι το καθεστώς και πολλοί από τους επικριτές του είναι η επιτακτική ανάγκη να διατηρηθεί η ακεραιότητα της χώρας τους. Κατά τη γνώμη μου, κίνδυνος διάλυσης δεν υπάρχει: οι Κούρδοι και οι Μπαλόχ (ή Μπαλούχοι) δεν έχουν καμιά ισχύ· είναι εντελώς αποξενωμένοι από τους περσόφωνους Ιρανούς Σιίτες που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού. Εξάλλου, οι κάτοικοι αυτών των περιοχών δεν προβάλλουν πλέον εδαφικές διεκδικήσεις αλλά μάλλον την επιθυμία ενιαίου αντιπολιτευτικού μετώπου.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η κυβέρνηση του Χατάμι φαινόταν ηπιότερη, αλλά δεν άργησαν να κυριαρχήσουν οι κληρικοί. Η δυσαρέσκεια που δημιουργήθηκε δεν συνιστούσε υπαρξιακή απειλή για την Ισλαμική Δημοκρατία: υπήρχαν διαφορετικές αιτίες παραπόνων και η μεσαία τάξη που συνήθως παίρνει την πρωτοβουλία δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων ήταν και παραμένει ξεκομμένη από τις μεγάλες θρησκόληπτες μάζες του Μεχρεστάν, του Κοναράκ ή του Ζαχεντάν.  

Τι ζητούν λοιπόν σήμερα οι Ιρανοί; 

Μερικοί θα επιθυμούσαν...

 

 μια ομοσπονδιακή διοίκηση προκειμένου οι διαφορετικές επαρχίες να διοικούνται με τρόπο που να ταιριάζει στην καθεμιά τους· άλλοι προσβλέπουν σε μεταρρυθμίσεις του σημερινού status quo χωρίς πολλές αναταράξεις· μεταξύ των Ιρανών της διασποράς —2 εκατομμύρια στην Αμερική, άλλα τόσα στην Ευρώπη— υπάρχουν οπαδοί του Σάχη που εύχονται να επιστρέψει στο Ιράν ο γιος του ο οποίος ζει στις ΗΠΑ· είναι όμως λίγοι όσοι ζουν στο Ιράν και θέλουν δημοκρατία δυτικού τύπου· όσο για τη μοναρχία, οι περισσότεροι πλέον δεν τη θυμούνται. Έτσι, στην απίθανη περίπτωση που το καθεστώς καταρρεύσει ξαφνικά, κανείς δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το τι θα επακολουθήσει. Όπως μου συμβαίνει συχνά, ελπίζω να διαψευστώ για τις όχι και τόσο αισιόδοξες προβλέψεις.

Σύμφωνα με έκθεση που συνέταξε το καθεστώς και δημοσιοποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου από την ομάδα χάκερ Black Reward, το 51% των Ιρανών θέλουν η χιτζάμπ να είναι θέμα προσωπικής επιλογής και το 56% αναμένει ότι οι διαδηλώσεις θα συνεχιστούν. Από την ίδια έκθεση μαθαίνουμε ότι ο ίδιος ο Χαμενέι πιστεύει ότι «οι διαδηλώσεις δεν θα τελειώσουν σύντομα». Ναι, αλλά πού θα οδηγηθούν; Μια αντιπολίτευση χωρίς ξεκάθαρη ηγεσία έχει το πλεονέκτημα ότι δεν μπορεί να αποκεφαλιστεί· το πρόβλημα όμως στο Ιράν είναι ότι από τη μία πλευρά ένα εκπληκτικά μεγάλο μέρος του λαού έχει πεισθεί ότι πίσω από οποιαδήποτε διεκδίκηση βρίσκεται η Αμερική και το Ισραήλ που επιβουλεύονται τη χώρα τους και τα χρηστά της ήθη.

Η Ισλαμική Δημοκρατία υποδαυλίζει την καχυποψία και την παράνοια: οι θεωρίες συνωμοσίας έχουν μακρά και επιτυχημένη ιστορία στο Ιράν. Όταν το καλοκαίρι του 1978, το Cinema Rex στην πόλη Αμπαντάν —όπου βρίσκονται διϋλιστήρια— κάηκε ολοσχερώς με αποτέλεσμα να αποτεφρωθούν 370 άνθρωποι, όλοι πίστευαν ότι υπεύθυνη για τη θηριωδία ήταν η λαομίσητη αστυνομία του Σάχη· σήμερα ξέρουμε ότι ο κινηματογράφος πυρπολήθηκε από ισλαμιστές ζηλωτές, ένας από τους οποίους, βασανισμένος από τύψεις, το ομολόγησε στην κυβέρνηση του Χομεϊνί μετά την επανάσταση και εκτελέστηκε σιωπηρά.

Τις τελευταίες ημέρες συνελήφθησαν δημοσιογράφοι, συγγραφείς, ηθοποιοί και σκηνοθέτες, ενώ στα τέλη Νοεμβρίου απελευθερώθηκαν 1.156 κρατούμενοι που προφανώς κρίνονται ως άτομα μικρή επιρροή. Τουλάχιστον τέσσερις θανατικές ποινές έχουν ήδη εκδοθεί· θα υπάρξουν περισσότερες. Η κρατική τηλεόραση θα μεταδώσει δίκες και ομολογίες και η αστυνομία θα ανακοινώσει την ανακάλυψη όπλων και την εξάρθρωση υποχθόνιων δικτύων που χρηματοδοτούν τους «ταραξίες». Είναι απίθανο η αναστολή της αστυνομίας ηθών να οδηγήσει σε αλλαγή του νόμου για τη χιτζάμπ. Ο Χαμενέι μπορεί να ανεχθεί Ιρανές να κυκλοφορούν χωρίς χιτζάμπ, αλλά δεν θα δεχθεί νομοθεσία που να κατοχυρώνει τις διεκδικήσεις τους και, αν οι συνθήκες το επιτρέψουν, θα τις αναγκάσει να τη φοράνε. Για να μην τρέφουμε μάταιες ελπίδες για το Ιράν, είναι χρήσιμο να ακούσουμε τις δηλώσεις του διάσημου Ιρανού σκηνοθέτη Asghar Farhadi —μεγάλο ταλέντο σίγουρα— ο οποίος, ίσως το έχω ξαναγράψει, μου φαίνεται το πρότυπο του καριερίστα που θέλει να τα έχει καλά με όλους. Ενώ ο κόσμος σκοτώνεται στο Ιράν, ο Φαραντί «χαιρετίζει τη νεολαία» λες και πρόκειται για το χάσμα των γενεών.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου