ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΙΣΛΑΜΟΦΑΣΙΣΜΟΣ: Η επικράτηση των ταλιμπάν αποτελεί νέο κίνδυνο τρομοκρατικών επιθέσεων στα δίκτυα μεταφορών των ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών!

 

Της Diana Furchtgott-Roth / Forbes

Η ειδησεογραφία γύρω από τη "μεγάλη έξοδο” των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν επικεντρώνεται κυρίως στο χάος που έχει προκληθεί τις τελευταίες ημέρες στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, στην τεράστια πρόκληση απομάκρυνσης Αμερικανών και Αφγανών από τη χώρα αλλά και στη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, κρίσιμης σημασίας θέμα θα αποτελέσει το πώς η ανακατάληψη του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν θα επηρεάσει τους Αμερικανούς εντός των Ηνωμένων Πολιτειών.  

Τα δίκτυα μεταφορών των ΗΠΑ, λόγω της εξάρτησής τους από την τεχνολογία, αποτελούν ιδιαίτερα ευάλωτους στόχους.

Και το Αφγανιστάν πλέον παρέχει στους τρομοκράτες "βάση” για να εξαπολύσουν συντονισμένες, προσεκτικά μελετημένες επιθέσεις κατά των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως συνέβει στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001. Εκείνες οι επιθέσεις και πολλές άλλες στόχευσαν τα δίκτυα μεταφορών.

Η Αμερική στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 έπεσε θύμα συντονισμένων αεροπορικών επιθέσεων. Την ώρα που τα αεροπλάνα εμβόλιζαν το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, βρισκόμουν στο γραφείο του επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, στη Δυτική Πτέρυγα του Λευκού Οίκου. Μας ζήτησαν να φύγουμε από εκεί λόγω του φόβου μήπως το τέταρτο αεροπλάνο -το οποίο τελικά μετά την προσπάθεια των επιβατών να ανακτήσουν τον έλεγχο από τους αεροπειρατές συνετρίβη στην Πενσυλβάνια- πλήξει τον Λευκό Οίκο. Καθ’ όλη τη διάρκεια εκείνης της ημέρας, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ βρισκόταν σε κατάσταση συναγερμού υπό τον φόβο επιθέσεων σε αεροπορικές εταιρείες. Οι πτήσεις πολιτικής αεροπορίας στην Αμερική και σε όλο τον κόσμο διακόπηκαν για μία εβδομάδα.

Οι τρομοκράτες έχουν στοχοποιήσει, επίσης, δίκτυα μεταφορών και σε άλλες χώρες. Στην Ισπανία, στις 11 Μαρτίου του 2004, οι επιθέσεις σε τέσσερις συρμούς του προαστιακού σιδηροδρόμου προκάλεσαν τον θάνατο σχεδόν 200 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 2.000. Στη δε Βρετανία, στις 7 Ιουλίου του 2005, οι συντονισμένες βομβιστικές επιθέσεις που σημειώθηκαν σε λεωφορείο και σε συρμούς του μετρό οδήγησαν στον θάνατο 56 ανθρώπων και στον τραυματισμό άλλων 700.

Ευτυχώς, ορισμένες άλλες επιθέσεις σε δίκτυα μεταφορών αποτράπηκαν, όπως η επίθεση σε γαλλικό τρένο υψηλής ταχύτητας το 2015, την οποία σταμάτησαν τρεις Αμερικανοί επιβαίνοντες. Η έρευνα που ακολούθησε αποκάλυψε ποσότητα εκρηκτικών που θα μπορούσε να σκοτώσει 300 ανθρώπους.
 

Όπως έγραψε νωρίτερα αυτόν τον μήνα στην Washington Post ο ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου Brookings, Robert Kagan: "Καλώς ή κακώς, ήταν ο φόβος που οδήγησε τις Ηνωμένες Πολιτείες στο Αφγανιστάν - ο φόβος μιας νέας επίθεσης από την Αλ Κάιντα, η οποία εκείνη την εποχή είχε ισχυρή παρουσία στην ελεγχόμενη από τους Ταλιμπάν χώρα… ο φόβος ύπαρξης και άλλων αδρανών τρομοκρατικών πυρήνων που ήταν ήδη κρυμμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι εμπειρογνώμονες είχαν προειδοποιήσει ότι ήταν θέμα χρόνο να εξαπολυθεί μια νέα μεγάλη επίθεση”.

Η εξάρθρωση των τρομοκρατικών πυρήνων κατά τη διάρκεια της αμερικανικής παρουσίας στο Αφγανιστάν μάς προφύλαξε από μια νέα 11η Σεπτεμβρίου. Όμως, αυτή η "ασπίδα” δεν υπάρχει πια. Τώρα που οι Ταλιμπάν ελέγχουν εκ νέου το Αφγανιστάν, θα πρέπει να ασχοληθούμε με το πώς θα προστατεύσουμε τα ευάλωτα δίκτυά μας.

Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου συγκλόνισαν την Αμερική, αναγκάζοντάς την να αυξήσει την ασφάλεια στα δίκτυα μεταφορών. Το Κογκρέσο εξουσιοδότησε σχετικά το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και την υπό αυτό Υπηρεσία Ασφάλειας Μεταφορών. Οι επιβάτες και οι αποσκευές τους ελέγχονται πλέον εξονυχιστικά με τη βοήθεια προηγμένων τεχνολογικών συστημάτων αλλά και παλαιότερων πρακτικών, όπως με τη βοήθεια σκύλων που έχουν εκπαιδευτεί για τον εντοπισμό εκρηκτικών σε αεροδρόμια και σιδηροδρομικούς σταθμούς.

Παρότι, όμως, η Αμερική έχει καταγράψει σημαντική πρόοδο στον εντοπισμό απειλών στα δίκτυα μαζικής μεταφοράς, αυτή η πρόοδος δεν είναι πλέον αρκετή. Η Αμερική δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει νέες επιθέσεις στον τομέα των μεταφορών, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος δορυφορικής πλοήγησης Global Positioning System, ευρύτερα γνωστού ως GPS. Το GPS, το οποίο παρέχει υπηρεσίες προσδιορισμού γεωγραφικής θέσης, πλοήγησης και χρονισμού μέσω ενός δικτύου δορυφόρων, έχει εξελιχθεί σε ζωτικό παράγοντα για την οικονομία και την καθημερινότητά μας, αλλά ταυτόχρονα τα μέσα υπονόμευσής του έχουν γίνει πιο εύκολα προσβάσιμα τα τελευταία 20 χρόνια.

Το σύστημα GPS, άλλωστε, είναι ευάλωτο τόσο σε εσκεμμένες βλάβες σε δορυφόρους, ηλεκτρομαγνητικές καταιγίδες και κυβερνοεπιθέσεις όσο και σε παρεμβολές ακόμη και από δραστηριότητες που διενεργούνται κοντά στο φάσμα λειτουργίας του. Η Υπηρεσία για την Ασφάλεια του Κυβερνοχώρου και των Υποδομών, που υπάγεται στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, απαριθμεί τα τρωτά σημεία του GPS για διάφορους κρίσιμους τομείς υποδομών της χώρας, συμπεριλαμβανομένων των τομέων μεταφορών, επικοινωνιών, ενέργειας, χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, τροφίμων και γεωργίας.

Οι οικονομικές επιπτώσεις από τυχόν προβλήματα σε κάθε έναν από αυτούς τους τομείς είναι τόσο σημαντικές που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν. Οι ευπάθειες του GPS που σχετίζονται ειδικότερα με τον τομέα των μεταφορών αφορούν την αεροπορία, τη ναυτιλία, τους αγωγούς μεταφοράς, το σιδηροδρομικό και το οδικό δίκτυο. Γι’ αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό το συστημα GPS να τυγχάνει της απαραίτητης προστασίας από τρομοκράτες, μέσω συμπληρωματικών εργαλείων και αντιγράφων ασφαλείας των δεδομένων του.

Ο ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου Hudson, Bryan Clark, επικεφαλής του Κέντρου Αμυντικών Έργων και Τεχνολογίας του Hudson, σε τηλεφωνική συνομιλία που είχαμε, μού εξήγησε γιατί το Αφγανιστάν αποτελεί πρωταρχική επιλογή των τρομοκρατών που έχουν βάλει στόχο την εναέρια κυκλοφορία. Σε μεγάλο μέρος της χώρας, τα αεροπλάνα της πολιτικής αεροπορίας βρίσκονται εκτός εμβέλιας του συστήματος Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας και ως εκ τούτου εξαρτώνται από τη δορυφορική πλοήγηση, όπως μου εξήγησε. Οι τρομοκράτες μπορούν από το Αφγανιστάν να μπλοκάρουν και να χακάρουν το GPS και τις ραδιοσυχνότητες, με αποτέλεσμα τα αεροσκάφη να μην ξέρουν προς τα πού κατευθύνονται. Τα δε συστήματα για "επιθέσεις” σε δορυφόρους και στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα μπορούν να αποκτηθούν σχετικά εύκολα, σύμφωνα με τον Clark.

Ως ειδικός σε θέματα ηλεκτρονικού πολέμου και αυτόνομων συστημάτων, ο Clark επισημαίνει ότι το Αφγανιστάν αποτελεί "παράδεισο” για τους τρομοκράτες που θέλουν να οργανώσουν πολύπλοκες επιθέσεις σε δίκτυα μεταφορών, όπως έκαναν το 2001 στις ΗΠΑ, το 2004 στη Μαδρίτη και το 2005 στο Λονδίνο, αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές του πλανήτη. Εάν το Αφγανιστάν αποτελέσει την "πηγή” τέτοιων επιθέσεων, τότε...

 

 οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως χρειαστεί κάποια μέρα να αναλάβουν και πάλι αεροπορική δράση για να εξοντώσουν τους τρομοκράτες.

Ο όρος "υποδομές” σήμερα είναι αρκετά "ελαστικός”, καθώς καλύπτει ένα ευρύ φάσμα εγκαταστάσεων και υπηρεσιών. Όμως, οι τρομοκράτες δεν χρειάζονται "ελαστική οπτική” για να βάλουν στο στόχαστρο ευάλωτα περιουσιακά στοιχεία η καταστροφή των οποίων θα προκαλέσει ευρύτερο φόβο και πανικό. Τέτοιους στόχους μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν τα δίκτυα μεταφορών, τα οποία αμέτρητες φορές στο παρελθόν έχουν πέσει θύματα επιθέσεων και συνεχίζουν να είναι ευάλωτα.

Το επενδυτικό πρόγραμμα υποδομών ύψους 1 τρισ. δολαρίων και το σχέδιο προϋπολογισμού των 3,5 τρισ. δολαρίων που προωθεί η κυβέρνηση Biden, εκπονήθηκαν υπό την παραδοχή ότι η κυβέρνηση που "τοποθέτησαν” οι δυτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν θα παρέμενε στην εξουσία. Γι’ αυτό και προβλέπουν λίγα κεφάλαια για την "άμυνα” του τομέα μεταφορών. Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να "απαντούν” στον υπαρκτό σήμερα τρομοκρατικό κίνδυνο και στις νέες ευπάθειες των δικτύων του τομέα μεταφορών. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου