ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Τί σημαίνει η πτώση του Αφγανιστάν για Βρετανία και Ευρώπη - Πώς οι ΗΠΑ άφησαν τους συμμάχους τους Μ.Βρετανία και Ευρωπαϊκή Ένωση να καθαρίσουν τα συντρίμια που άφησαν στο Αφγανιστάν...

 

Της Therese Raphael / Bloomberg

Η ταχεία πτώση του Αφγανιστάν υπό τον έλεγχο των Ταλιμπάν παρουσιάζει για το Ηνωμένο Βασίλειο και τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ δύο βασικά διλήμματα - το πρώτο είναι άμεσα πιεστικό, ενώ το δεύτερο αφορά μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.

Το επείγον καθήκον είναι να καθοριστεί μια πολιτική σχετικά με τους Αφγανούς οι οποίοι αναζητούν καταφύγιο. Παρ' όλο που υπάρχουν πολλές εκκλήσεις, από κοινοβουλευτικούς και ΜΜΕ, για προσφορά περισσότερης υποστήριξης, η πολιτική ασύλου αποτελεί ακανθώδες πολιτικό έδαφος, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στην Ευρώπη εδώ και χρόνια. Δεν χρειάζεται πολύς χρόνος ώστε η μεγαλοψυχία η οποία κάνει την εμφάνισή τις πρώτες ημέρες μιας ανθρωπιστικής κρίσης να μετατραπεί σε ενόχληση, αδιαφορία, ακόμη και δυσαρέσκεια.

Κατά τη διάρκεια της συριακής προσφυγικής κρίσης το 2015, η Άνγκελα Μέρκελ της Γερμανίας επαινέθηκε στο εξωτερικό, επικρίθηκε ωστόσο έντονα στο εσωτερικό της χώρας της για την πολιτική ανοικτών θυρών της, με βάση την οποία περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες - κυρίως από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν - έγιναν δεκτοί στο γερμανικό έδαφος.

Αυτό προκάλεσε όχι μόνο μια πτώση δημοτικότητας για το κόμμα της, αλλά και μια κρίση γύρω από το θέμα των συνόρων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία γίνεται αισθητή ακόμη και σήμερα. Η προσφυγική κρίση αποτέλεσε επίσης τη βάση ενός σημαντικού πυλώνα της καμπάνιας υπέρ του Brexit στη Βρετανία το 2016.

Ούτε η Ευρώπη ούτε η Βρετανία θέλουν μια επανάληψη εκείνων των ημέρων. 

Η Ελλάδα, η οποία είχε βρεθεί στην πρώτη γραμμή της αποδοχής προσφύγων το 2015, κατέστησε σαφές ότι δεν θέλει να γίνει πύλη για τους Αφγανούς οι οποίοι προσπαθούν να διαφύγουν από τους Ταλιμπάν. Η Γαλλία συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των επιφυλακτικών. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος δίνει τη μάχη μιας αμφίρροπης προεκλογικής εκστρατείας, μίλησε για την ανάγκη προστασίας από "σημαντικές ροές παράτυπης μετανάστευσης".

Η Μέρκελ, η οποία σύντομα θα αποχωρήσει από την ενεργό πολιτική, εμφανίστηκε πιο μεγαλόψυχη, υποστηρίζοντας την μεταφορά στην Ευρώπη έως και 10.000 Αφγανών. Ο γενικός γραμματέας του κόμματός της, Paul Ziemiak, ωστόσο, ήταν πιο προσεκτικός.

Ο Μπόρις Τζόνσον αντιμετωπίζει επίσης μια μεγάλη δοκιμασία σχετικά με τον ρόλο της Βρετανίας, από την αποχώρηση του στρατού της έως το σχέδιό της για να βοηθήσει τους Αφγανούς να γλιτώσουν από τους Ταλιμπάν. Η πρέσβειρα της Βρετανίας στο Αφγανιστάν, Laurie Bristow, βρίσκεται ακόμη στην Καμπούλ για την επεξεργασία αιτημάτων για βίζα. Υπάρχει διακομματική υποστήριξη για μια γενναιόδωρη προσφυγική πολιτική, ωστόσο ο διάβολος κρύβεται πάντα στις λεπτομέρειες.

Ο υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ χαρακτήρισε τη Βρετανία ένα "έθνος με μεγάλη καρδιά", ωστόσο η μακροχρόνια πολιτική της Βρετανίας να αρνείται την εγκατάσταση στους Αφγανούς και να τους επαναπατρίζει ακόμη και βίαια δεν δείχνει ακριβώς μεγαλόκαρδη διάθεση. Υπάρχει ήδη κριτική ότι η Βρετανία έκανε πολύ λίγα για να οργανώσει την αναχώρηση διερμηνέων από τη χώρα, αφοτού δεκάδες πρώην στρατιωτικοί διοικητές προέτρεψαν να γίνουν αποδεκτές οι αιτήσεις μετεγκατάστασής τους.

Ο Τζόνσον μάλιστα χρειάστηκε να παρέμβει προσωπικά το σαββατοκύριακο, μετά από σάλο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να διασφαλίσει ότι μια μικρή ομάδα ιδιαίτερα ξεχωριστών Αφγανών γυναικών, οι οποίες κέρδισαν υποτροφίες, θα μπορούσαν να λάβουν τις βίζες τους, για τις οποίες είχαν δεσμευθεί Βρετανοί αξιωματούχοι.

Η κυβέρνηση πρόκειται να ανακοινώσει ένα σχέδιο διακανονισμού με βάση την πολιτική του 2015, που είχε ως στόχο να βοηθήσει 20.000 Σύρους να εγκατασταθούν στη Βρετανία σε διάστημα πέντε ετών. Υπάρχουν όμως ανησυχίες ότι πρόκειται για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Το πρόγραμμα για τους Σύρους πρόσφυγες απαιτούσε επίσης την χρήση των ικανοτήτων αξιολόγησης των Ηνωμένων Εθνών και δεν είναι σαφές πώς θα λειτουργήσει στη σημερινή συγκυρία για τους Αφγανούς.

Υπάρχει κίνδυνος, όπως προειδοποίησε ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της Βρετανίας, Μαρκ Σεντβίλ, πολλοί Αφγανοί να παραμείνουν όμηροι ανάμεσα στους Ταλιμπάν και σε μια "αιώνια" διαβίωση σε καταυλισμούς προσφύγων. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο στόχος για τον επόμενο χρόνο είναι η μετεγκατάσταση 5.000 προσφύγων.

Από εκεί και πέρα, υπάρχει η μακροπρόθεσμη πρόκληση του πώς η Βρετανία και η Ευρώπη θα προσαρμοστούν σε μια σχέση ασφαλείας με τις ΗΠΑ η οποία έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά. Ο Ντόναλντ Τραμπ αμφισβήτησε την αναγκαιότητα αυτής της συμμαχίας, ενώ η εκλογή Μπάιντεν φάνηκε να σηματοδοτεί την επιστροφή στη συνεργασία. Η πραγματικότητα είναι ότι κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί.

Παρ' όλο που μπορεί κανείς να συζητήσει το κόστος και το ιστορικό αποτύπωμα που άφησαν πίσω τους τέτοιες επεμβάσεις, η προθυμία των ΗΠΑ να ηγηθούν ενός διεθνούς συνασπισμού σε μέρη όπως το Αφγανιστάν ή το Ιράκ έστελνε ένα μήνυμα στα καθεστώτα - "παρίες" ανά τον κόσμο ότι οι "φύλακες είχαν γνώση" και ότι η Αμερική όριζε τα συμφέροντά της σε ευρεία διεθνή κλίμακα.

Όπως το συμπύκνωσε ο Λετονός υπουργός Άμυνας Άρτις Πάμπρικς, "εκείνη η εποχή έχει τελειώσει". Η αποχώρηση από το Αφγανιστάν - η απόφαση αλλά και ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκε και με τον οποίο την υπερασπίστηκε ο Μπάιντεν - αντανακλά μια απότομη μείωση της αμερικανικής επιρροής. Σηματοδοτεί ένα μέλλον χωρίς προσπάθειες για μακρόπνοες ειρηνευτικές αποστολές ή ανοικοδομήσεις χωρών.

Αυτή είναι η πραγματικότητα η οποία πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη στην εξωτερική πολιτική της Βρετανίας και των άλλων συμμάχων της στο ΝΑΤΟ. Αρκεί  κανείς να ακούσει τα συγχαρητήρια μηνύματα της Χαμάς προς τους Ταλιμπάν για να δει πώς η πτώση της Καμπούλ θα ενθαρρύνει τους τζιχαντιστές και τους εξτρεμιστές σε όλο τον κόσμο.  

Εάν το Αφγανιστάν αποδειχθεί μη κυβερνήσιμο...

 

 και η γύρω περιοχή γίνει και πάλι πεδίο σύγκρουσης ευρύτερων δυνάμεων - και οι δύο εξελίξεις είναι πολύ πιθανές - η παγκόσμια τρομοκρατία θα μπορούσε να καταστεί μια αναζωπυρωμένη απειλή.

Κατά ειρωνικό τρόπο, το Ηνωμένο Βασίλειο μόλις ολοκλήρωσε μια πολυετή ανασκόπηση της εξωτερικής του πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας τον Μάρτιο. Η έκθεση 114 σελίδων ανέφερε για το Αφγανιστάν εν συντομία: "Θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τη σταθερότητα στο Αφγανιστάν ως μέρος ενός ευρύτερου συνασπισμού".

Αυτό αποδείχθηκε αφελής τοποθέτηση. Όπως κατέστησε σαφές ο υπουργός Άμυνας Μπεν Γουάλας, το Ηνωμένο Βασίλειο θα προτιμούσε τη διατήρηση μιας αποστολής στο Αφγανιστάν. Η Τουρκία και η Ιταλία φέρονταν επίσης να ενδιαφέρονται, ωστοσο οι σύμμαχοι της Αμερικής στο ΝΑΤΟ ήταν διχασμένοι. Και υπήρχαν λίγα που θα μπορούσε να κάνει ένας μικρότερος συνασπισμός χωρίς την αεροπορική υποστήριξη των ΗΠΑ. Ωστόσο, αυτό εγείρει με τη σειρά του το ερώτημα: για τι - εκτός από μια ανοικτή επίθεση σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη - θα μπορούσαν πια να κινητοποιηθούν στ’ αλήθεια οι Σύμμαχοι;

Θα ήταν λάθος να πει κανείς ότι αυτές οι προκλήσεις δεν παρουσιάζουν επίσης και ευκαιρίες. Η Βρετανία, η οποία κατέχει σήμερα την προεδρία της G7, θα πρέπει να ηγηθεί μιας ισχυρής διεθνούς ανθρωπιστικής προσπάθειας για να βοηθήσει την μετεγκατάσταση των πλέον ευάλωτων Αφγανών. Ο πρώην βουλευτής των Συντηρητικών και ειδικός στα αφγανικά ζητήματα Rory Stewart υπολογίζει τον αριθμό των πιθανών προσφύγων σε εκατομμύρια.

Ταυτόχρονα, το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να προσαρμοστεί στους περιορισμούς των δικών του πολύ μειωμένων στρατιωτικών δυνατοτήτων και στη μειωμένη όρεξη της Αμερικής για επεμβάσεις στο εξωτερικό. Αυτό απαιτεί μεγαλύτερη έμφαση στη συνεργασία και την κατανομή των βαρών με την Ευρώπη, κάτι που μπορεί να βοηθήσει και τις δύο πλευρές να ξεπεράσουν τις διαμάχες γύρω από το Brexit που πλήγωσαν την μεταξύ τους εμπιστοσύνη.

Θα χρειαστεί πολύς χρόνος για τις ΗΠΑ να αποκαταστήσουν τη ζημιά που προκάλεσε η αποχώρηση από το Αφγανιστάν, τόσο στην περιοχή όσο και στη δυτική συμμαχία. Στο μεταξύ, η Βρετανία και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της θα πρέπει να υπομείνουν και να διαχειριστούν τις συνέπειες. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου