ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Της ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ
Το εξώφυλλο του TIME με θύμωσε.
Οχι για το ότι χαρακτήριζε το 2020 ως τη χειρότερη χρονιά. Τόσους νεκρούς που μέτρησε η ανθρωπότητα, σίγουρα ήταν μια κακή χρονιά, αλλά για το ότι την «έσβηνε».
Τόσο θρασύ, τόσο αχάριστο που ένιωσα εκείνο το τεράστιο Χ, λες και κάνεις delete ενός χρόνου.
Τι λέτε μωρέ; Ετσι σβήνονται οι χρονιές που αξιωνόμαστε;
Τότε η Αφρική δεν έπρεπε να αξιωθεί ούτε μία χρονιά ύπαρξης!
Το εξώφυλλο του TIME με γύρισε σε εκείνο το υπόγειο. Το πιο χαμηλοτάβανο που μπορείς να φανταστείς. Ασφυκτικό και για ποντίκια. Και εκείνα τα θηριώδη μηχανήματα… Οι άχρωμοι χώροι… Ο φόβος, η αγωνία, η ανασφάλεια να έχει ποτίσει τους τοίχους. Κι εκείνα τα κορίτσια που περνούσαν και περνούν ώρες της καθημερινής ζωής τους, μελετώντας σώματα και λέγοντας τα ίδια και τα ίδια: «Μην αναπνέετε», «Τώρα αναπνεύστε». [Η Ρέα η οποία πέρασε μια περιπέτεια με τον καρκίνο αναφέρεται στους Αξονικούς και Μαγνητικούς Τομογράφους]
Και θυμήθηκα και εκείνα τα δωμάτια, που ενώ τα προσπερνάς, βλέπεις μόνο πόδια και συνοδούς που κάθονται βαριεστημένα. Και χρόνος τόσο φρικτά ακίνητος, να τον κόψεις με το μαχαίρι.
Και εκείνον τον άνδρα. Αγνωστός μου. Πού και να φανταζόταν ότι θα είχε καταγραφεί μέσα, λες, ως γνωστός μου; Πέρασε δίπλα μου σαν τρένο, υπερταχεία, τόση φόρα θυμού που είχε, νόμισα ότι με κούνησε ολόκληρη και είπα μέσα μου: «Α, τον γάιδαρο που μεταφέρει τόσο θυμό εδώ, που όλοι έχουμε ανάγκη ηρεμίας» και μετά από ώρα τον είδα και ήταν ο ίδιος, αλλιώς. Χαμένος, αφημένος, παραδομένος στο «τίποτα» και είχε στον ώμο του το κεφάλι μιας γυναίκας. Που αναγνώριζες στο προσωπάκι της όλα τα στοιχεία της μάχης του καρκίνου. Στον ώμο του είχε βρει απάγκιο. Ωστε γι’ αυτό είχε θυμό ο άνδρας; Για ό,τι οι γυναίκες υπομένουν, οι άνδρες θυμώνουν. Τους κοίταζα και ήταν δυο ναυαγοί σε ένα υπόγειο νοσοκομείου.
Το εξώφυλλο του TIME με θύμωσε. Θυμήθηκα πολλά. Στις πάλες, κάθε άνθρωπος και άλλη περίπτωση. Για το μόνο κοινό που είμαι σίγουρη είναι, ότι σε εκείνες τις αναμονές, τις ώρες τις ατέλειωτες, εκεί που ο άνθρωπος ζητάει κάπου να πιαστεί… Εκεί που κάθεσαι με κλειστά, ακόμα κι αν είναι ανοιχτά, τα μάτια… Τρέχει, τρέχει το μυαλό σε θάλασσες, σε ανατολές, σε ηλιοβασιλέματα, σε μάτια, σε βλέμματα, σε αγκαλιές, σε ταξίδια, στο δέντρο, εκείνο το συγκεκριμένο στη μέση του κήπου και στα ποδαράκια που το σκαρφάλωσαν, στο μακρύ τραπέζι και στα γέλια μας, σε στιγμές τόσες δα που ο χρόνος τις ψήλωσε τεράστιες. Και αναπολώντας τις λες «Αχ! Αχ και να….».
Ανθρωποι που διαπραγματεύονται μια μέρα σαν μια ζωή! Κι έρχεσαι, ρε TIME, και εν ονόματι μιας πανδημίας…
Πόσες και πόσες καταδέχτηκε η ανθρωπότητα;
Ερχεσαι να κάνεις delete μια χρόνια;
Ναι, ήταν πολλοί οι νεκροί. Αλλά...
είναι ακόμα πιο πολλοί οι ζωντανοί.
Δεν ήρθαμε στη ζωή ούτε να διαγωνιστούμε, αλλά ούτε και να καταδιασκεδάσουμε. Ηρθαμε να ζήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου