Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Αν ταξινομούσαμε τους αριστερούς με βάση το ύφος τους, ο Μάκης Μπαλαούρας θα κατατασσόταν αβίαστα στον κλάδο της φλαμπουράρειας –διάβαζε και μακάριας– Αριστεράς.
Της μειλίχιας Αριστεράς, που αποπνέει μάλλον τη νωχελική αμπελοφιλοσοφία του μεταπολιτευτικού καφενείου παρά τη μισαλλοδοξία διά της οποίας κάποιοι σταδιοδρομούν από την εποχή του αντιμνημονίου.
Ακόμη και όταν από το στόμα του δραπέτευαν στερεότυπα φανατισμού –όπως εκείνο για τα «ανθρωπιστικά ιδεώδη» των οργανώσεων τύπου «17 Νοέμβρη»– ο Μπαλαούρας δεν ακουγόταν αληθινά φανατικός. Ηταν υπόδειγμα εκείνου του αριστερού που, αν και τυπικά δεν ακολούθησε τον εκπασοκισμό της γενιάς του, υπέκυψε ωστόσο στην αφομοιωτική έλξη της πασοκικής κουλτούρας. Αυτός που στην αρχή του 21ου αιώνα αθώωνε τα πιστόλια της 17Ν δεν ήταν τίποτε πιο επικίνδυνο από συνταξιούχος μιας ελίτ δημόσιας υπηρεσίας, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος. Ηταν ένας διορισμένος αντιεξουσιαστής που, αφού απόλαυσε τα παράγωγα προνόμιά της, έμελλε κιόλας να πάρει απευθείας το μέρισμά του από την εξουσία.
Είχαν «δουλέψει» σε περίοπτα χαρτοφυλάκια πολλοί εκπρόσωποι της γενιάς του Πολυτεχνείου πριν από την όψιμη ανάρρηση των Συριζαίων, ώστε η κουλτούρα «μαγαζιού» που επέδειξαν οι τελευταίοι να θεωρείται πια φυσιολογική.
Δικονομικά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο. Οσα δια-μείβονται στην εσωτερική αλληλογραφία μιας επιχείρησης που ήδη κατέρρεε υπό το βάρος των αποκεκαλυμμένων λαθροχειριών της δεν συνιστούν τίποτε περισσότερο από απλό ίχνος – με εύλογο ανακριτικό ενδιαφέρον, αλλά χωρίς ακόμη αποδεικτική αξία. Πολιτικά, όμως, είναι δύσκολο να αποφευχθεί η συσχέτιση των e-mails της Folli Follie με την αδικαιολόγητη ολιγωρία που ακολούθησε στην εκκαθάριση του σκανδάλου και στη δίωξη των αυτουργών του. Η απάτη επωαζόταν χρόνια, αλλά η χαλαρή αντιμετώπιση βαραίνει τη βάρδια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Δικονομικά, η διερεύνηση του ίχνους θα είναι αργή. Η βραδύτητα, όμως, δεν είναι βέβαιο ότι ωφελεί την αξιωματική αντιπολίτευση. Οσο οι καταγγελίες αιωρούνται τόσο συντελούν ώστε να συντηρούνται οι λόγοι για τους οποίους καταψηφίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2019.
Εντάξει, είναι λίγος ο καιρός για να έχει εξατμιστεί το αντισύριζα αίσθημα που είχε εκφραστεί στην κάλπη. Αλλά το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο κακός καιρός. Χωρίς να έχει υποβάλει τον εαυτό του στην αναδόμηση που συνήθως έπεται μιας εκλογικής ήττας, ο νεο-αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ δείχνει διαρκώς αδυναμία αυτοβελτίωσης. Εκτός από τους αντιπάλους του, που δεν χάνουν ευκαιρία αναμόχλευσης, θυμίζει πρώτος ο ίδιος το παρελθόν του.
Ολες οι απελθούσες κυβερνήσεις βρίσκονται κάποια στιγμή κυνηγημένες από σκιές. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ οι σκιές βρίσκουν ενεργά τα σώματα. Ο θίασος είναι όλος εδώ.
Το μαγαζί...
δεν λειτουργεί υπό νέα διεύθυνση. Δεν ανακαινίζεται. Δεν κλιματίζεται.
Είναι μνημείο του κακού εαυτού του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου