ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Τα μέτρα

Tης ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΩΡΓΗ
 

Ο έγκυος σκυλίτσα πλησίασε το αυτοκίνητο μόλις άνοιξε η πόρτα και θαρρετά απηύθυνε βλέμμα πεινασμένου. Έφαγε το ψωμάκι με αξιοπρέπεια, χωρίς το διερευνητικό ψαύσιμο των χορτάτων. Οι τουρίστες του παραπάνω αρχαιολογικού χώρου που την κανάκευαν, χάθηκαν φέτος το καλοκαίρι. Περπατήσαμε πάνω στις πέτρες του χειμάρρου και φτάσαμε στην ερημική παραλία με τους θυελλώδεις πέτρινους σχηματισμούς, που παραμένει ερημική, όπως έχει συνηθίσει και η ίδια τον εαυτό της τόσα χρόνια. Απόδειξη, η έλλειψη σκουπιδιών.  Λίγα κοκκαλάκια μόνο από κατσικάκι που κάποιοι φυσιολάτρες έψησαν σε αυτοσχέδια πυρά. Το δεύτερο σκυλί της ακτής γερασμένο και άρρωστο, ψάχνει ανάπαυση από τη μια σκιά στην άλλη, σκάβοντας την άμμο για να βρει δροσιά. Η θάλασσα πεντακάθαρη και ζωηρή. Σκαφάκια του λιμενικού εμφανίζονται στο βάθος δυναμικά και στέλνουν στην ακτή μεγάλο κύμα. Μετά γαλήνη. Στην άκρη του Θεού δεν υπάρχει κορωνοϊός, μονάχα ο χρόνος που αδιαφορεί για όλα αυτά.

Επιστρέφοντας στον κόσμο, σε περιμένουν μάσκες παντού, σαν τα απρόσωπα ανθρωπάκια του Γαΐτη. Ή έπεσαν πολλά πρόστιμα τις προηγούμενες μέρες, ή αναδύθηκε το φιλότιμο του τοπικού πληθυσμού. Μια κυρία λέει συνωμοτικά: «δεν ακούς ελληνικά, παντού Σέρβοι». Τα μαγαζιά έχουν πινακίδες στην κυριλλική γραφή, σαν να έγινε απόβαση. Oι ελληνικές πινακίδες είναι υπό εξαφάνιση, σαν τις ελληνικές μειονότητες. Βρίσκεις και αρκετές αγγλικές. Χωρίς στοιχειώδη αγγλικά είναι αμφίβολο αν θα βρεις να φας. 

Φεύγουμε από το σκηνικό που σκοπεύει να ψαρέψει τους ξένους και πάμε στα παρακάτω χωριά, προσφυγοχώρια που κάνουν κι άλλες δουλειές οι άνθρωποι κι έχουν το φυσιολογικό ενδιαφέρον να σε κουτσομπολέψουν. Μας παρακολουθούν πολλά μάτια, πράγμα που ενισχύει την εθνική και ατομική αυτοπεποίθησή μας, μια που μας κρίνουν άξιους ενδιαφέροντος. Μας χαιρετάνε, τους χαιρετάμε, ήρθαμε στα ίσα μας. Ένας φιλόξενος σκύλος αναλαμβάνει να μας συνοδέψει. Περιφρονεί το ψωμί, ήθελε μόνο να μας δείξει τα κατατόπια. Οι ηλικωμένες που συναντάμε στο δρόμο φοράνε μάσκα και αμέσως προσέχουν τις χειροποίητες δικές μας. «Καλές για τα παιδάκια!». 

Δεν βλέπεις πια πρόσωπα, οπότε κοιτάς τις άλλες λεπτομέρειες του κορμιού, τα ρούχα, τη μάσκα φυσικά. Είναι φτηνή, κινέζικη, επαγγελματική, επώνυμη από βιβλιοπωλείο, από παλιό ντιβανοσκέπασμα; Βλέπεις τον άνθρωπο διαφορετικά, σαν άσκηση στην παρατήρηση «τι μπορώ να καταλάβω για τον άλλο, τώρα που δεν βλέπω την έκφρασή του”;  

Τι εύκολα που μπορώ να τον αποφύγω, να κάνω ότι δεν τον γνώρισα, να περάσω απαρατήρητος σ’ ένα χαλαρό πλήθος από μασκοφόρους, επιτέλους, στην ανωνυμία, αφού τόσα χρόνια όλα τα βγάζουμε στη φόρα, σαν να καταργήθηκε το ιδιωτικό και ο εσωτερικός κόσμος. 

Η μάσκα σου αφαιρεί τη ντροπή, σου κρύβει την άνεση, σε αποσταθεροποιεί, σου δίνει τη γαλήνη του μοναχικού σχήματος.  

Αυτός που όλοι ξέρουν – ή όφειλαν να ξέρουν – “ποιός είναι αυτός ρε”, είναι όπως όλοι οι άλλοι. 

Αυτοί που βασίζονταν στο χαμόγελό τους για να σαγηνεύσουν, δεν ξέρουν πια πώς να πολεμήσουν. 

Αυτοί που ήταν μαθημένοι να τους βλέπουν, πρέπει να μάθουν να κοιτούν. 

Για σκέψου τον αραβικό κόσμο που ερωτεύεται με τα μάτια πάνω από καλύπτρες! Παλιές τέχνες, ξεχασμένες. 

Την πιθανότητα της μαγείας θα τη χαλάσουν και πάλι τα κινητά. Έχω δε και μια πρόταση πρωτοποριακή:  


Να αγαπήσουμε τη μάσκα μας. Δεν είναι τόσο κακή όσο δείχνει. Προσφέρει πολλές δυνατότητες, μέχρι που βγάζει και αγωνιστικό μήνυμα: ΦΟ-ΡΑ  ΤΗ  ΜΑ-ΣΚΑ  ΔΕ  ΓΙ-ΝΕ-ΤΑΙ   Α-ΛΛΙΩΣ  ΝΑ  ΤΣΑ-ΚΙ-ΣΤΕΙ  ΝΑ  ΦΥ-ΓΕΙ  Ο  ΚΟ-ΡΩ-ΝΟ-ΪΟΣ. (Aπορώ πώς με άφησαν ανεκμετάλλευτη οι φοιτητικές παρατάξεις…).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου