Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής
Τη δεκαετία που πέρασε, ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα περιστρεφόταν κατά κύριο λόγο γύρω από την οικονομική κρίση, δηλαδή γύρω από το πώς φτάσαμε στη χρεοκοπία του 2011 και πώς θα την ξεπεράσουμε. Δεν συμφωνούσαμε όλοι σε όλα, αλλά όσοι τουλάχιστον δεν ρίχναμε το φταίξιμο στους ξένους, συναινούσαμε γενικά στο ότι το κακό έχει βαθιά τις ρίζες του στο χρόνο. Τα ρίξαμε στο παλαιό κράτος του πελατειασμού, την αιώνια φοροδιαφυγή, τα σύνδρομα του εμφυλίου, τα κόμματα της Μεταπολίτευσης, τη ξεγνοιασιά της δεκαετίας του ’80, τα μπουζούκια της δεκαετίας του ’90, τους Ολυμπιακούς του 2004, τους γονείς μας που διορίστηκαν, τους παππούδες μας που πήραν φουσκωμένες συντάξεις κ.α. και εν πολλοίς ακόμα με αυτά ασχολούμαστε. Και καλώς ασχολούμαστε… Από τη στιγμή που η κρίση ανέδειξε συγκεκριμένες παθογένειες, όσο αυτές υπάρχουν, πρέπει να υπάρχει και η σχετική συζήτηση.
Τη δεκαετία που πέρασε, ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα περιστρεφόταν κατά κύριο λόγο γύρω από την οικονομική κρίση, δηλαδή γύρω από το πώς φτάσαμε στη χρεοκοπία του 2011 και πώς θα την ξεπεράσουμε. Δεν συμφωνούσαμε όλοι σε όλα, αλλά όσοι τουλάχιστον δεν ρίχναμε το φταίξιμο στους ξένους, συναινούσαμε γενικά στο ότι το κακό έχει βαθιά τις ρίζες του στο χρόνο. Τα ρίξαμε στο παλαιό κράτος του πελατειασμού, την αιώνια φοροδιαφυγή, τα σύνδρομα του εμφυλίου, τα κόμματα της Μεταπολίτευσης, τη ξεγνοιασιά της δεκαετίας του ’80, τα μπουζούκια της δεκαετίας του ’90, τους Ολυμπιακούς του 2004, τους γονείς μας που διορίστηκαν, τους παππούδες μας που πήραν φουσκωμένες συντάξεις κ.α. και εν πολλοίς ακόμα με αυτά ασχολούμαστε. Και καλώς ασχολούμαστε… Από τη στιγμή που η κρίση ανέδειξε συγκεκριμένες παθογένειες, όσο αυτές υπάρχουν, πρέπει να υπάρχει και η σχετική συζήτηση.
Ωστόσο, μετά την είσοδο της πανδημίας του κορονοϊού στις ζωές μας, αυτή η συζήτηση μοιάζει πια κάπως ξεπερασμένη. Η νέα δεκαετία που έρχεται φέρνει μία νέα οικονομική κρίση, της οποίας τα πώς και τα γιατί δεν έχουν καμία σχέση με αυτά της προηγούμενης. Υπάρχουν, ναι, διαχρονικά ζητήματα στην ελληνική κοινωνία που αν δεν λυθούν, η Ελλάδα δεν θα γίνει ποτέ ανταγωνιστική μακροπρόθεσμα στο διεθνές στερέωμα, αλλά αυτή τη στιγμή το κοντέρ της παγκόσμιας οικονομίας έχει μηδενίσει και ο ανταγωνισμός του αύριο εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από την πειθαρχία του σήμερα.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα αυτή την εποχή έχει μετατραπεί σε καταφύγιο επενδυτών, δανειζόμενη με επιτόκια που πλησιάζουν το μηδέν όσο ποτέ άλλοτε, όχι επειδή έχει εξυγιάνει το δημόσιο τομέα της και έχει γεμίσει startup επιχειρήσεις, αλλά επειδή έδειξε σοβαρότητα εκεί που άλλα ανεπτυγμένα κράτη δεν έδειξαν. Και αυτό ισχύει ακόμα και τώρα, με όλα τα λάθη και τις πρόσφατες ολιγωρίες στην αντιμετώπιση της πανδημίας και τα εγχώρια κρούσματα να πιάνουν καθημερινά τριψήφια νούμερα. Ο λόγος είναι πως το παιχνίδι της οικονομίας τον καιρό της παγκοσμιοποίησης είναι πάντα συγκριτικό και ευθέως ανταγωνιστικές στην Ελλάδα χώρες σε Βαλκάνια και Ευρώπη δεν τα καταφέρνουν καλύτερα. Κάθε άλλο…
Η ισορροπία αυτή όμως είναι πάντα εύθραυστη. Αν σε λίγο καιρό τα κρούσματα ξεφύγουν εντελώς και το εθνικό σύστημα υγείας πάθει έμφραγμα, η Ελλάδα θα εισέλθει σε μία σοβαρή κοινωνική κρίση που θα κάνει την αντίστοιχη οικονομική πολύ χειρότερη, καθώς οι αγορές δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να εμπιστευτούν μία χώρα περισσότερο από ό,τι την εμπιστεύεται η ίδια η κοινωνία της.
Τούτων δοθέντων, σε ό,τι αφορά το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας, αυτά που συμβαίνουν στα μπαρ και τις παραλίες της τους τελευταίους λίγους μήνες έχουν περίπου την ίδια βαρύτητα που είχαν τα δημόσια ελλείμματά της τα τελευταία πολλά χρόνια. Εάν έχουμε νέα τοπικά lockdown και τελικά ο ιδιωτικός τομέας βάλει λουκέτα σε αριθμούς που είχαμε να δούμε από το 2011, η ανεργία του ερχόμενου χειμώνα θα σπάσει τα ρεκόρ της προηγούμενης δεκαετίας και για αυτό δεν θα φταίει η «γενιά του Πολυτεχνείου» και το ΠΑΣΟΚ του Αντρέα, αλλά τα “corona-party” των νέων στις παραλίες και ο συνωστισμός στα beach bar.
Φαίνεται υπερβολικός και άδικος αυτός ο παραλληλισμός, αλλά δεν είναι παρά η αποτύπωση της πραγματικότητας και του πόσο αυτή έχει αλλάξει μέσα σε λίγο καιρό. Ουσιαστικά, υπερβολική και άδικη είναι η νέα κρίση που έρχεται και, αυτή τη φορά, κανένας νέος Έλληνας δεν θα μπορεί να παραπονεθεί για τις παλαιότερες γενιές με τους βολεμένους του δημοσίου και τους υψηλοσυνταξιούχους που χαντάκωσαν το μέλλον του.
Τις «ξέπλυνε» διασκεδάζοντας σε συναυλίες και πάρτι…
Είναι αλήθεια, βέβαια, πως δεν υπάρχει πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο από νέους ανθρώπους να διασκεδάζουν, αλλά όλοι ξέρουμε πώς έχουν τα πράγματα με την πανδημία και ότι η ζωή έχει δυσκολέψει για τους περισσότερους, με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Αν, τώρα, αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση είναι λίγο πιο άδικη για τους νέους…
Η απάντηση είναι...
και ναι και όχι:
Ναι, γιατί η πανδημία τούς πέτυχε πάνω στα καλύτερά τους χρόνια…
Όχι, γιατί τα στοιχεία λένε πως είναι οι κύριοι μεταδότες του κορωνοϊού, μεγεθύνοντας έτσι μία οικονομική κρίση, της οποίας τα θύματα θα είναι πριν από όλους οι ίδιοι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου