Του ΜΑΝΟΥ ΒΟΥΛΑΡΙΝΟΥ
Πρέπει να ξεκινήσω ομολογώντας πως δεν βρήκα ιδιαιτέρως ενοχλητικό το σποτάκι με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλει ότι οι απόψεις των δημοσιογράφων είναι αποτέλεσμα χρηματισμού, με τον ίδιο τρόπο που δεν βρίσκω ενοχλητικές τις κατάρες της Ελένης της Λουκά ή τον χαρακτηρισμό «τσοντοκάναλα» των χρυσαυγιτών (υπάρχουν άνθρωποι ή ομάδες ανθρώπων που φοβάσαι μη σου πουν «μπράβο» και όχι μη σε βρίσουν).
Πρέπει να ξεκινήσω ομολογώντας πως δεν βρήκα ιδιαιτέρως ενοχλητικό το σποτάκι με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλει ότι οι απόψεις των δημοσιογράφων είναι αποτέλεσμα χρηματισμού, με τον ίδιο τρόπο που δεν βρίσκω ενοχλητικές τις κατάρες της Ελένης της Λουκά ή τον χαρακτηρισμό «τσοντοκάναλα» των χρυσαυγιτών (υπάρχουν άνθρωποι ή ομάδες ανθρώπων που φοβάσαι μη σου πουν «μπράβο» και όχι μη σε βρίσουν).
Το βρήκα όμως ιδιαιτέρως περιγραφικό του ΣΥΡΙΖΑ και του κοινού στο οποίο απευθύνεται, το οποίο χωρίζεται σε τέσσερις κατηγορίες.
Αν δεν το έχετε δει, το σποτ είναι μια οπτικοποίηση του γνωστού συνθήματος «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» κι αν κανείς σκεφτεί το είδος των ανθρώπων που φώναζε (και φωνάζει) αυτό το σύνθημα, θα συνειδητοποιήσει πως είναι οι ίδιοι άνθρωποι που φώναζαν (και φωνάζουν) «να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή».
Αν δεν το έχετε δει, το σποτ είναι μια οπτικοποίηση του γνωστού συνθήματος «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» κι αν κανείς σκεφτεί το είδος των ανθρώπων που φώναζε (και φωνάζει) αυτό το σύνθημα, θα συνειδητοποιήσει πως είναι οι ίδιοι άνθρωποι που φώναζαν (και φωνάζουν) «να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή».
Αυτοί οι άνθρωποι είναι η πρώτη κατηγορία συμπολιτών στην οποία απευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι συμπολίτες οι οποίοι ανήκουν στο φάσμα που ξεκινάει από τον σκέτο ψεκασμό, πάει στον ακροδεξιό ψεκασμό, καταλήγει στον ξερό εθνικοσοσιαλισμό και πάντα (αναπόφευκτα) συνοδεύεται από χαμηλή ευφυΐα και πολλά κόμπλεξ.
Η χαμηλή ευφυΐα και τα πολλά κόμπλεξ υποχρεώνουν τους συγκεκριμένους συμπολίτες να αντιλαμβάνονται τον κόσμο μέσα από ρατσιστικά, σεξιστικά, εθνικά και επαγγελματικά στερεότυπα, τα οποία είναι φοβερά απλοϊκά (για να μπορεί να τα επεξεργαστεί η περιορισμένη σκέψη τους) και ταυτοχρόνως υπερβολικά υποτιμητικά (για να ικανοποιούνται οι ψυχολογικές τους ανάγκες). Έτσι, στον κόσμο των συμπολιτών αυτών οι δυτικοί είναι κουτόφραγκοι, οι Εβραίοι φιλάργυροι δολοπλόκοι, οι γυναίκες νοικοκυρές ή πουτάνες, οι δημοσιογράφοι τα πιάνουν κ.ο.κ.
Πρόκειται για το κοινό στο οποίο απευθύνονται όλοι οι λαϊκιστές (δείτε για παράδειγμα τις ομιλίες και τα τουίτ του Τραμπ) και στο οποίο έτσι κι αλλιώς απευθυνόταν το κόμμα του Αλέκση. Απλώς, όπως όλα δείχνουν, τώρα γίνεται το βασικό ακροατήριο του μεγαλύτερου κόμματος της ελληνικής αριστεράς.
Της αριστεράς στην οποία συναντάμε τη δεύτερη κατηγορία κοινού στην οποία απευθύνεται το σποτάκι.
Οι αριστεροί συμπολίτες δεν είναι απαραίτητα τόσο ανόητοι όσο οι εντελώς ψεκασμένοι που περιέγραψα πριν, αλλά έχουν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Έχουν τοποθετήσει την ιδεολογία εκεί που άλλοι συμπολίτες τοποθετούν τη θρησκεία. Γι' αυτούς η ιδεολογία τους δεν είναι απλώς μια άποψη η οποία σηκώνει κριτική, διορθώσεις και απόρριψη, αλλά μια απόλυτη και ολοφάνερη αλήθεια. Τόσο απόλυτη και τόσο ολοφάνερη που, στο μυαλό του αριστερού, η αμφισβήτηση ή η απόρριψη της δεν μπορούν να εξηγηθούν παρά μόνο μέσα από χρηματισμούς ή απειλές. Ο τρόπος που συχνά σκέφτεται ο αριστερός συμπολίτης είναι: Αφού οι απόψεις μου είναι ολοφάνερα οι μόνες σωστές, όποιος έχει άλλες απόψεις δεν μπορεί παρά να το κάνει επειδή τον έχουν απειλήσει ή επειδή τον έχουν εξαγοράσει.
Είναι εντελώς ανόητη ως νοοτροπία, αλλά αναπόφευκτη ακόμα και για τους εύστροφους ανθρώπους που μέσα από την πολιτική προσπαθούν να ικανοποιήσουν θρησκευτικές τους ανάγκες.
Τρίτη κατηγορία, είναι οι συμπολίτες που ερμηνεύουν τα πάντα με βάση τον εαυτό τους και τις, αναπόφευκτα περιορισμένες, παραστάσεις τους. Είναι οι άνθρωποι που εύκολα θα χρηματίζονταν και άρα θεωρούν βέβαιο ότι όλοι οι υπόλοιποι θα έκαναν το ίδιο. Μιλάμε για τους συμπολίτες που έπεσαν πάνω σε έναν κακό γιατρό κι από τότε όλοι οι γιατροί είναι λέρες, που ανακάλυψαν ότι η γυναίκα τους είχε εραστή και από τότε όλες οι γυναίκες έγιναν τσούλες κτλ.
Τέταρτη και τελευταία κατηγορία στην οποία απευθύνεται το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι συμπολίτες που πάσχουν από αμνησία. Αυτοί που δεν θυμούνται τους συριζοταλιμπάν της ΕΡΤ, τα μεγάλα κανάλια που ευθέως (ή πλαγίως) στήριξαν (ή έκαναν τα πάντα για να μην ενοχλήσουν) την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (δεν χρειάζεται να σκεφτείτε πολύ, ήταν όλα πλην ΣΚΑΪ), τις εφημερίδες που ήταν τόση η εξάρτησή τους από την κρατική διαφήμιση που με το που άλλαξε η κυβέρνηση έκλεισαν ή δυσκολεύονται, την ΕΣΗΕΑ που έστειλε στο πειθαρχικό δημοσιογράφους επειδή τόλμησαν να υποστηρίξουν το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, τα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα και τον διαγωνισμό για τις συχνότητες, τα κότερα που φιλοξένησαν τον Αλέκση και γενικά όλα όσα έκαναν φανερό πως η κυβέρνηση του Αλέκση προσπάθησε να ελέγξει την ενημέρωση με τρόπο που κανείς άλλος δεν προσπάθησε στο μεταπολιτευτικό παρελθόν.
Αυτές είναι οι τέσσερις, συχνά επικαλυπτόμενες, κατηγορίες συμπολιτών στις οποίες απευθύνεται το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίες, αναπόφευκτα, χαρακτηρίζουν και το ίδιο το κόμμα. Γιατί...
Η χαμηλή ευφυΐα και τα πολλά κόμπλεξ υποχρεώνουν τους συγκεκριμένους συμπολίτες να αντιλαμβάνονται τον κόσμο μέσα από ρατσιστικά, σεξιστικά, εθνικά και επαγγελματικά στερεότυπα, τα οποία είναι φοβερά απλοϊκά (για να μπορεί να τα επεξεργαστεί η περιορισμένη σκέψη τους) και ταυτοχρόνως υπερβολικά υποτιμητικά (για να ικανοποιούνται οι ψυχολογικές τους ανάγκες). Έτσι, στον κόσμο των συμπολιτών αυτών οι δυτικοί είναι κουτόφραγκοι, οι Εβραίοι φιλάργυροι δολοπλόκοι, οι γυναίκες νοικοκυρές ή πουτάνες, οι δημοσιογράφοι τα πιάνουν κ.ο.κ.
Πρόκειται για το κοινό στο οποίο απευθύνονται όλοι οι λαϊκιστές (δείτε για παράδειγμα τις ομιλίες και τα τουίτ του Τραμπ) και στο οποίο έτσι κι αλλιώς απευθυνόταν το κόμμα του Αλέκση. Απλώς, όπως όλα δείχνουν, τώρα γίνεται το βασικό ακροατήριο του μεγαλύτερου κόμματος της ελληνικής αριστεράς.
Της αριστεράς στην οποία συναντάμε τη δεύτερη κατηγορία κοινού στην οποία απευθύνεται το σποτάκι.
Οι αριστεροί συμπολίτες δεν είναι απαραίτητα τόσο ανόητοι όσο οι εντελώς ψεκασμένοι που περιέγραψα πριν, αλλά έχουν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Έχουν τοποθετήσει την ιδεολογία εκεί που άλλοι συμπολίτες τοποθετούν τη θρησκεία. Γι' αυτούς η ιδεολογία τους δεν είναι απλώς μια άποψη η οποία σηκώνει κριτική, διορθώσεις και απόρριψη, αλλά μια απόλυτη και ολοφάνερη αλήθεια. Τόσο απόλυτη και τόσο ολοφάνερη που, στο μυαλό του αριστερού, η αμφισβήτηση ή η απόρριψη της δεν μπορούν να εξηγηθούν παρά μόνο μέσα από χρηματισμούς ή απειλές. Ο τρόπος που συχνά σκέφτεται ο αριστερός συμπολίτης είναι: Αφού οι απόψεις μου είναι ολοφάνερα οι μόνες σωστές, όποιος έχει άλλες απόψεις δεν μπορεί παρά να το κάνει επειδή τον έχουν απειλήσει ή επειδή τον έχουν εξαγοράσει.
Είναι εντελώς ανόητη ως νοοτροπία, αλλά αναπόφευκτη ακόμα και για τους εύστροφους ανθρώπους που μέσα από την πολιτική προσπαθούν να ικανοποιήσουν θρησκευτικές τους ανάγκες.
Τρίτη κατηγορία, είναι οι συμπολίτες που ερμηνεύουν τα πάντα με βάση τον εαυτό τους και τις, αναπόφευκτα περιορισμένες, παραστάσεις τους. Είναι οι άνθρωποι που εύκολα θα χρηματίζονταν και άρα θεωρούν βέβαιο ότι όλοι οι υπόλοιποι θα έκαναν το ίδιο. Μιλάμε για τους συμπολίτες που έπεσαν πάνω σε έναν κακό γιατρό κι από τότε όλοι οι γιατροί είναι λέρες, που ανακάλυψαν ότι η γυναίκα τους είχε εραστή και από τότε όλες οι γυναίκες έγιναν τσούλες κτλ.
Τέταρτη και τελευταία κατηγορία στην οποία απευθύνεται το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ είναι οι συμπολίτες που πάσχουν από αμνησία. Αυτοί που δεν θυμούνται τους συριζοταλιμπάν της ΕΡΤ, τα μεγάλα κανάλια που ευθέως (ή πλαγίως) στήριξαν (ή έκαναν τα πάντα για να μην ενοχλήσουν) την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (δεν χρειάζεται να σκεφτείτε πολύ, ήταν όλα πλην ΣΚΑΪ), τις εφημερίδες που ήταν τόση η εξάρτησή τους από την κρατική διαφήμιση που με το που άλλαξε η κυβέρνηση έκλεισαν ή δυσκολεύονται, την ΕΣΗΕΑ που έστειλε στο πειθαρχικό δημοσιογράφους επειδή τόλμησαν να υποστηρίξουν το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, τα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα και τον διαγωνισμό για τις συχνότητες, τα κότερα που φιλοξένησαν τον Αλέκση και γενικά όλα όσα έκαναν φανερό πως η κυβέρνηση του Αλέκση προσπάθησε να ελέγξει την ενημέρωση με τρόπο που κανείς άλλος δεν προσπάθησε στο μεταπολιτευτικό παρελθόν.
Αυτές είναι οι τέσσερις, συχνά επικαλυπτόμενες, κατηγορίες συμπολιτών στις οποίες απευθύνεται το σποτ του ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίες, αναπόφευκτα, χαρακτηρίζουν και το ίδιο το κόμμα. Γιατί...
μόνο ένα κόμμα το οποίο αποτελείται από ψεκασμένους, πολιτικά θρησκόληπτους, αριβίστες και ξεχασιάρηδες θα μπορούσε να εκφραστεί μέσα από ένα σποτ που απευθύνεται αποκλειστικά σε ψεκασμένους, πολιτικά θρησκόληπτους, αριβίστες και ξεχασιάρηδες. Και μπράβο του.
Υ.Γ.: Με δεδομένο το γνωστό πρόβλημα κατανόησης κειμένου είμαι βέβαιος πως, παρότι όσα γράφω δεν αφορούν την ποιότητα των δημοσιογράφων αλλά την ποιότητα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάποιοι συμπολίτες θα ρωτήσουν «δηλαδή ρε Βουλαρινέ (αυτοί οι συμπολίτες σχεδόν πάντα βάζουν τον τόνο στο «ε»), είναι όλα καλά με τη δημοσιογραφία και τους δημοσιογράφους στην Ελλάδα;».
Σε αυτούς τους συμπολίτες (που αν με διάβαζαν και αν με άκουγαν συχνά δεν θα με ρωτούσαν) θα απαντήσω με ένα απλό «όχι». Η ποιότητα της ελληνικής δημοσιογραφίας είναι χαμηλή, κυριαρχεί ο λαϊκισμός με πολύ ντάντεμα του κοινού και, αν κάναμε ένα τεστ στις γνώσεις των δημοσιογράφων (από ιστορία μέχρι ξένες γλώσσες), θα γελούσε ο κάθε πικραμένος που είχε την ατυχία να απαντήσει σε ρεπορτάζ για το τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου.
Όμως το σποτ δεν κρίνει την ποιότητα των δημοσιογράφων, αλλά καταγγέλει ότι οι απόψεις που εκφράζουν είναι αποτέλεσμα χρηματισμού και εντελώς διαφορετικές από αυτές που στ’ αλήθεια έχουν.
Ε, λοιπόν, τρίχες.
Φίλες, φίλοι και οι υπόλοιποι, λυπάμαι που χαλάω την ιντριγκαδόρικη φαντασίωσή σας, αλλά οι δημοσιογράφοι δεν είναι ηθοποιοί επιπέδου Ντάστιν Χόφμαν ή Μέριλ Στριπ. Από την πιο σοβαρή μέχρι την πιο γελοία, η πραγματική τους άποψη (με ίσως ελάχιστες εξαιρέσεις) δεν έχει διαφορές από αυτή που ακούτε και διαβάζετε. Είτε σωστά είτε λάθος, είτε ενδιαφέροντα είτε μπούρδες, η πλειονότητα των δημοσιογράφων λέει και γράφει αυτά που στ’ αλήθεια πιστεύει (και αυτά που στ’ αλήθεια καταλαβαίνει). Και μπράβο τους.
Όμως το σποτ δεν κρίνει την ποιότητα των δημοσιογράφων, αλλά καταγγέλει ότι οι απόψεις που εκφράζουν είναι αποτέλεσμα χρηματισμού και εντελώς διαφορετικές από αυτές που στ’ αλήθεια έχουν.
Ε, λοιπόν, τρίχες.
Φίλες, φίλοι και οι υπόλοιποι, λυπάμαι που χαλάω την ιντριγκαδόρικη φαντασίωσή σας, αλλά οι δημοσιογράφοι δεν είναι ηθοποιοί επιπέδου Ντάστιν Χόφμαν ή Μέριλ Στριπ. Από την πιο σοβαρή μέχρι την πιο γελοία, η πραγματική τους άποψη (με ίσως ελάχιστες εξαιρέσεις) δεν έχει διαφορές από αυτή που ακούτε και διαβάζετε. Είτε σωστά είτε λάθος, είτε ενδιαφέροντα είτε μπούρδες, η πλειονότητα των δημοσιογράφων λέει και γράφει αυτά που στ’ αλήθεια πιστεύει (και αυτά που στ’ αλήθεια καταλαβαίνει). Και μπράβο τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου