ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Πήγε χαμένο το Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα?

Γράφει ο Γιάννης Στεφανίδης
Καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του Α.Π.Θ.


Με αφορμή το προσδοκώμενο «πακέτο ανάκαμψης» από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν πυκνώσει στον δημόσιο λόγο οι αναφορές σε «πακέτα» του παρελθόντος, από το Σχέδιο Μάρσαλ μέχρι τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα και τα «Πακέτα Ντελόρ». Συχνά, μάλιστα, αφήνεται να εννοηθεί ότι τα χρήματα του Σχεδίου Μάρσαλ προς την Ελλάδα είχαν τύχη ανάλογη με εκείνη των ευρωπαϊκών πακέτων. Είναι όμως έτσι;

Η αμερικανική βοήθεια προς την Ελλάδα ξεκίνησε επί της ουσίας με το πρόγραμμα της UNRRA. Μεταξύ 1945 και 1947 η χώρα έλαβε περί τα $347 εκ. (εκ των οποίων τουλάχιστον τα ¾ από τις ΗΠΑ) σε βοήθεια για είδη πρώτης ανάγκης και υπηρεσίες. Ένα μέρος από αυτά, τα καρπώθηκαν επιτήδειοι, καλύφθηκαν όμως σε σημαντικό βαθμό οι επείγουσες ανάγκες ενός υποσιτισμένου και ρακένδυτου πληθυσμού.

Ακολούθησε το Δόγμα Τρούμαν, με βάση το οποίο η Ελλάδα έλαβε $146,5 εκ. σε οικονομική βοήθεια (και κάτι περισσότερο σε στρατιωτική – συνολικά $ 300 εκ.).

Το Σχέδιο Μάρσαλ ήρθε το επόμενο οικονομικό έτος και είχε ως στόχο την επιτάχυνση της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης των χωρών της δυτικής Ευρώπης, της Ελλάδας και της Τουρκίας.

Το Σχέδιο Μάρσαλ επρόκειτο να διαρκέσει τέσσερα χρόνια. Για την Ελλάδα, όμως, το πρόγραμμα παρατάθηκε για δύο επιπλέον χρόνια και μεταφράστηκε σε άλλα $865 εκ. – σε σύνολο $12,9 δισ., με συνέπεια, βάσει της αναλογίας πληθυσμού/βοήθειας, η χώρα να θεωρείται από τις πλέον ευνοημένες.
 

Η παράταση του Σχεδίου οφειλόταν στο γεγονός ότι η χώρα είχε χάσει δύο πολύτιμα χρόνια εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου, στη διάρκεια του οποίου το έργο της ανασυγκρότησης αναπόφευκτα πέρασε σε δεύτερη μοίρα: Μόνο κατά το πρώτο έτος εφαρμογής του Σχεδίου, οι στρατιωτικές ανάγκες απορρόφησαν πέντε στα έξι δολάρια της βοήθειας.

Το αποτέλεσμα ήταν οι αρχικοί φιλόδοξοι στόχοι του Σχεδίου να αναθεωρηθούν επανειλημμένα προς τα κάτω. Σίγουρα δεν βοήθησε το γεγονός ότι, πάνω που η χώρα ετοιμαζόταν να ανασάνει από τον τερματισμό του εμφυλίου, ο Πόλεμος της Κορέας, η συνακόλουθη έξαρση του Ψυχρού Πολέμου αλλά και η εκτόξευση των διεθνών τιμών στρατηγικών αγαθών οδήγησαν σε εκ νέου «στρατιωτικοποίηση» μέρους του προγράμματος βοήθειας.

Και τι έμεινε από το «ελληνικό» Σχέδιο Μάρσαλ; 

Οπωσδήποτε βελτιώθηκαν οι υποδομές, ιδίως στις μεταφορές-επικοινωνίες (που εξυπηρετούσαν και στρατιωτικές ανάγκες).  

Η γεωργία παρέμεινε τομέας υψηλής προτεραιότητας και συμπληρώθηκε η προσπάθεια για την προαγωγή της δημόσιας υγείας στην ύπαιθρο που είχε ξεκινήσει επί UNRRA (εξάλειψη της ελονοσίας).

Τις σημαντικότερες περικοπές υπέστη ο βιομηχανικός τομέας. Έτσι, εγκαταλείφθηκαν η κατασκευή υψικαμίνου και μονάδας ελάσεως χάλυβα, διυλιστηρίου πετρελαίου ή μονάδων παραγωγής αλουμινίου και μαγνησίου – «βαριά» σχέδια-σύμβολα του πνεύματος της οικονομικής ορθοδοξίας της εποχής. Ενισχύθηκε, όμως, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με ένα θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο (Αλιβέρι) και δύο υδροηλεκτρικούς σταθμούς.

Δυστυχώς, δεν προχώρησε και η εναλλακτική πρόταση του διαπρεπέστερου των ελλήνων οικονομολόγων, του Κυριάκου Βαρβαρέσου, για ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης προσαρμοσμένο στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας (με έμφαση σε ποιοτικότερη αγροτική παραγωγή, μεταποίηση ειδών ευρείας κατανάλωσης και παροχή υπηρεσιών με διεθνή ζήτηση).
 
Ο διακηρυγμένος στόχος του Σχεδίου Μάρσαλ ήταν να καταστήσει την Ελλάδα οικονομικά βιώσιμη. Όπως είναι γνωστό, αυτός ο στόχος δεν επιτεύχθηκε.  

Αναφέρθηκαν ήδη οι λόγοι που απέρρεαν από τη διεθνή και εσωτερική συγκυρία.  

Υπήρχαν και οι δομικοί παράγοντες που αφορούσαν το ελληνικό κράτος, και τους οποίους είχαν επισημάνει τόσο οι Αμερικανοί (Έκθεση Πόρτερ, 1947) όσο ο Βαρβαρέσος (1952).

Τα μέτρα που προτάθηκαν αφορούσαν την απελευθέρωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, την πάταξη της φοροδιαφυγής, τη δημιουργία νομοθετικού πλαισίου για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, τη νομισματική σταθεροποίηση, αλλά και την εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης με στόχο τη συγκρότηση ενός μικρότερου και αποτελεσματικότερου κρατικού μηχανισμού (σας θυμίζει κάτι;).

Οι ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες μέχρι τον Νοέμβριο του 1952 ήταν ασταθείς και βραχύβιες, έπραξαν αρκετά κάτω από τη στενή επιτήρηση της Αμερικανικής Οικονομικής Αποστολής – αυτή ήταν και μια χτυπητή διαφορά ανάμεσα στο Σχέδιο Μάρσαλ και τα ευρωπαϊκά «πακέτα», συμπεριλαμβανομένων των τριών μνημονίων: Επειδή υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα και την ακεραιότητα του ελληνικού κρατικού μηχανισμού – από υπουργό μέχρι κλητήρα – οι Αμερικανοί εγκατέστησαν δικούς τους ανθρώπους στα υπουργεία και σε καίριες δημόσιες υπηρεσίες.

Αμερικανοί, λοιπόν, ανέλαβαν να επιβλέψουν επιτόπου τη διαχείριση των πόρων που η κυβέρνησή τους παρείχε στην Ελλάδα.  

Υιοθέτησαν επίσης ένα άλλο ευφυές μέτρο: Καθώς τα δολάρια της βοήθειας πήγαιναν κυρίως σε εισαγωγές και δημόσια ελλείμματα, η Ουάσιγκτον υποχρέωσε την Αθήνα να καταθέτει σε ειδικό κλειστό λογαριασμό το ισόποσο σε δραχμές (counterpart fund), που δεσμευόταν, καταρχήν, για παραγωγικές επενδύσεις.

Συνοψίζοντας, αν το Σχέδιο Μάρσαλ απέδωσε λιγότερο από το αναμενόμενο, αυτό δεν οφείλεται στη σπατάλη των πόρων του δια ίδιον όφελος, αλλά σε...


 αντικειμενικούς, εξωγενείς και ενδογενείς, παράγοντες. 

Τα επιτεύγματά ήταν σημαντικά, με μεγαλύτερο ίσως τη σταθεροποίηση της οικονομίας που έθεσε τα θεμέλια για τη νομισματική μεταρρύθμιση του 1953.

Αυτό που πρέπει να μας προβληματίζει σήμερα, 66 χρόνια από τον τερματισμό του αμερικανικού προγράμματος βοήθειας και 196 από το πρώτο Δάνειο της Ανεξαρτησίας, είναι ότι η οικονομική βιωσιμότητας της χώρας παραμένει ζητούμενο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου