ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ και ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Το Αγιον Φως της σύνταξης

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση του μέσου συμπολίτη μας με τη σύνταξη. Αντίστοιχη με αυτήν που διατηρεί με το Αγιον Φως. Και όπως ουδείς διαμαρτύρεται για τον συνωστισμό που προκαλείται στις εκκλησίες δέκα λεπτά πριν από την Ανάσταση, περί το «δεύτε λάβετε…», έτσι και κανείς δεν διαμαρτύρεται για την ουρά στις τράπεζες προκειμένου να εισπράξει τη σύνταξη.  


Οταν έχεις περάσει μια ζωή για να φθάσεις στο σημείο να μπορείς να εισπράξεις τη σύνταξή σου, η ουρά και ο συνωστισμός μοιάζουν με πρόσθετη ανταμοιβή. 


Την περιμένεις αυτήν την ημέρα, ξέρεις πως κανείς και τίποτε δεν μπορεί να σου τη στερήσει, περιμένεις γνώριμα πρόσωπα και άλλα έτοιμα να τσακωθούν μαζί σου – γιατί αλλιώς πώς περνάει η ώρα; 


Η ιερότητα της σύνταξης είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στην ψυχή σου, ώστε φθάνεις στο σημείο να θέλεις να ζεις για να την υπηρετείς. Δεν θέλεις πλέον τη σύνταξη για να μπορείς να συνεχίσεις να ζεις. Θέλεις να συνεχίσεις να ζεις για να μπορείς να εισπράξεις τη σύνταξή σου. Η ουρά στην τράπεζα είναι το τελετουργικό που επιβεβαιώνει την ιερότητά της.

Αν έχεις ζήσει μια ζωή για την ημέρα που θα μπορείς να εισπράττεις τη σύνταξή σου, είναι πολύ φυσιολογικό, όταν φθάσει εκείνη η ευλογημένη ημέρα, να θεωρείς τον εαυτό σου κάπως άτρωτο. Και στη χώρα του περίπου το «κάπως άτρωτος» ισοδυναμεί με το άτρωτος. 


Δεν ξέρω αν υπάρχει σε καμιά άλλη γλώσσα το αντίστοιχο του δικού μας «έχει κολλήσει πολλά ένσημα», κοινώς υπήρξε μάχιμος και εργατικός. Οχι, δεν ενδιαφέρει το έργο που παρήγε ως μάχιμος και εργατικός. Ενδιαφέρουν τα «ένσημα» που του κατοχυρώνουν το δικαίωμα στη σύνταξη.  


Το δικαίωμα να στηθεί μια μέρα στην ουρά της τράπεζας για να εισπράξει το Αγιον Φως.

Είναι αναμενόμενη η αμέλεια και η ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν την πανδημία οι συμπολίτες μας της λεγομένης τρίτης ηλικίας. Ή, εν πάση περιπτώσει, όσοι συνωστίσθηκαν χθες στις ουρές των τραπεζών.  


Κατ’ αρχάς, είναι οι πιο δύσπιστοι στη λειτουργία του ελληνικού κράτους, άρα και στις οδηγίες του. Εχουν ζήσει μια ζωή το συμβόλαιο αναξιοπιστίας που έχει υπογράψει αυτό το κράτος με την κοινωνία. 


Δεύτερον, αν έχεις φθάσει σε κάποια ηλικία και μπορείς να στηθείς στην ουρά και να ξέρεις για ποιον λόγο στήθηκες, δικαιολογημένα αισθάνεσαι κάποια αυτοπεποίθηση. Αλλοι στην ηλικία σου δεν μπορούν να πάρουν τα πόδια τους, άλλοι έχουν αποχωρήσει, οπότε εσύ μπορείς να αισθάνεσαι κάπως άτρωτος. Και άσ’ τους να λένε. 


Το τρίτο είναι η είσπραξη της σύνταξης, το ιερό δικαίωμα του ελληνισμού.  


Οφείλουν, βέβαια, να αντιληφθούν ότι...



ενώ στους συνήθεις πολέμους θυσιάζονται οι μικρότερες ηλικίες, σε αυτόν τον πόλεμο στα χαρακώματα των εντατικών την τιμητική τους έχουν οι γηραιότεροι συμπολίτες μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου