ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Πολύτιμα μωρά

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Της ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΩΡΓH

Όλα, τη χρονιά που ξέσπασε η κρίση, ήταν μωρά σημαδιακά. Όσα είχαν την τύχη να έχουν μεγαλύτερο αδέρφι, τη βόλεψαν και είχανε αδέρφι. 


Δεν αποκτήσανε, τα περισσότερα, άλλο. Όσα ήταν πρώτα μωρά, μείνανε και τελευταία, γιατί, ποιός τολμούσε να βάλει το κεφάλι του στον τορβά;

Στο πάρτυ του παιδικού σταθμού, κάποιοι πατεράδες είχανε χάσει τη δουλειά τους και φεύγανε έξω, αφήνοντας πίσω γυναίκα και παιδί. 


Στο πάρτυ στα προνήπια, είχανε φύγει ήδη δυό τρεις μαμάδες με τα παιδιά ακολουθώντας τον πατέρα και δεν είχε κανείς νέα, κάτι γελαστές φωτογραφίες από το facebook, ναι, ναι, τέλεια στην Αυστραλία, όνειρο στη Νέα Ζηλανδία, πολιτισμός στην Αγγλία… 


Στο πάρτυ στα νήπια μερικοί είχανε ήδη χωρίσει, γιατί η μάνα γκρίνιαζε που δούλευε μονάχα εκείνη κι είχε και να μαζεύει και τις κάλτσες, μερικοί πατεράδες απλώς εξαφανίστηκαν για να αρχίσουν καινούρια ζωή κάπου αλλού, να μην τα πολυλογώ, στην Τετάρτη, η τάξη ήταν για πείραμα κοινωνιολογίας.

Από τα δεκατέσσερα παιδιά, πυρηνικές οικογένειες οι πέντε, αγαπημένες και ανέφελες οι δύο. 


Πατέρας-μητέρα κανείς, μανάδες-πατεράδες μπορούσαν ν’ ανοίξουνε και σύλλογο. Και μοναχοπαίδια, πολλά μοναχοπαίδια του άτιμου 2008, όταν λιποθύμησε η Lheman brothers και κάτι ψέλλισε ο πρωθυπουργός ότι οι καταθέσεις ήταν εγγυημένες.

Όλα άλλαξαν τότε, όταν ακόμα τα μωρά του 2008 άλλαζαν στην κοιλιά θέση για να ξεπιαστούνε και στων γονιών τους τα μέτωπα έτρεχε κρύος ιδρώτας. Δεν σκέφτηκε κανένας πατέρας του έθνους πώς θα αντέξουνε στα δύσκολα τα αμάθητα ζευγάρια που νοιάζονταν για δημόσιες σχέσεις κι αποδράσεις, για ένα επίπεδο ζωής – αυτό αδιαπραγμάτευτο – και δεν γνώριζαν τίποτα, μα τίποτα άλλο. Στην πρώτη αδυναμία του άλλου, πόλεμος, στην πρώτη αποτυχία, αποστάσεις, στο πρώτο ξέσπασμα, φταίει το άλλο σου μισό και πρέπει να τ’ αλλάξεις. Γιατί, φυσικά, δεν ήτανε το άλλο σου μισό, μόνο βόλευε για το επίπεδο ζωής που τόσο απαραίτητο σου ήταν, ή σου το προσπόριζε κυρίως.

Με τις πρώτες δυσκολίες κάηκαν οι ωραίες εικόνες κι έμειναν οι μανάδες να τρέχουν σαν τον Βέγγο – που θά’πρεπε να τον ανακηρύξουν σύμβολο και προστάτη τους, όπως το Πυροβολικό την Αγία Βαρβάρα. Τρέχουν οι φουκαριάρες για εφτακόσια ευρώ, για τετρακόσια, ημίτρελλες, κρατάνε η μία το παιδί της άλλης και δεν πρόκειται ποτέ μα ποτέ να κάνουνε άλλο παιδί, γιατί είδανε τι εστί ελληνική οικογένεια το 2010 και θέλουνε να γυρνάνε σπίτι και να βλέπουνε ταινία στον υπολογιστή. 


Και το άλλο, δεν σας το’ πα: δουλειές τέλος! Σιδέρωμα μόνο αυτά που φαίνονται, σεντόνια, πετσέτες, μπλούζες, μπιτζάμες, γιοκ! Καθάρισμα τα πάνω πάνω, φαΐ ό,τι μπορείς να βάλεις σ’ ένα πιάτο.

Ας φάει μια μέρα κορν φλέικς το σκασμένο! Πιτόγυρο και γκούντις, γκούντις, γκούντις. Δάνεια, φόροι, διατροφή που δεν την πληρώνουν, στην Αγγλία καινούρια οικογένεια από την αρχή ο μάγκας και το παιδί, σ΄αυτόν να έχει αδυναμία. Ουρλιάζει η υστερική μαμά, πόσο κακός ήταν ο πατέρας που τους παράτησε, στήνει καυγάδες ύστερα με τις δασκάλες, απειλεί ότι θα πάει στη Διεύθυνση. Μη θορυβείσθε, είναι μία ακόμη από την κατηγορία «Βέγγος» μόνο που αντί για χάπια τό’χει ρίξει στο να διορθώνει τα στραβά της κοινωνίας και να φρονηματίζει δημοσίους υπαλλήλους.

Οι σημαδούρες αυτές της κρίσης, οι ηρωικές μάνες του 2008-2015 αναρωτιούνται που πήγε η στενή και η ευρύτερη ελληνική οικογένεια και αν υπήρξε ποτέ η οικογένεια που έβλεπαν στις ελληνικές ταινίες. 


Η απάντηση είναι...


 αβέβαιη ως προς το αν υπήρξε στ’ αλήθεια, αλλά ασφαλής στο ότι δεν υπάρχει πιά. Ούτε αλληλεγγύη, ούτε κατανόηση, ούτε συμπαράσταση για το κακό του άλλου. Βλέπουν ταινίες στο κινητό, στέλνουν μηνύματα κι όλο κάτι ανεβάζουνε στο facebook. Πάνε να κοινωνήσουν και βγάζουν σέλφι για να την ανεβάσουν, τρώνε βρωμιάρικα και τ’ ανεβάζουνε κι αυτά, μετά παίρνουνε και σέξι πόζες με τις κοιλιές τσιτωμένες, πόσα πια μοντέλα του εαυτού τους στην Ελλάδα…

Πως να τα χάσεις όλα αυτά, αυτά τα πολλά – βάλε και τις Κυριακές που ψωνίζεις μέχρι να σου απορρίψουνε την κάρτα – πώς να τα χάσεις όλα αυτά για να σκλαβωθείς και να υποπέσεις στην κατηγορία «Βέγγος» για ένα σκασμένο που θα το τρέφεις μέχρι τα τριάντα και θα σε στείλει πακέτο να αφήσεις την τελευταία σου πνοή σε θάλαμο με άλλους τρεις, σε χωριό βεβαίως πολύ πολιτισμένο – θα έχει και ωραίο λογότυπο και ωραίες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις – για την τρίτη ηλικία, που όταν θα φτάσουν στο κατώφλι της οι μανάδες του 2008, θα τη λένε «τα νέα πενήντα».  


Πώς να τ’ αφήσεις όλα αυτά για να βρεθείς αντί στα ρετιρέ του καταναλωτισμού, κάπου λιγάκι πιο πάνω απ’ την πατούσα;

Στη χώρα μας οι νέοι αρνούνται ν’ αγαπήσουν και οι μεσήλικοι θά’ θελαν να μπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς.  


Δεν είναι για τα βάσανα η Ελλάδα και μια μέρα θα την πάρει ο ύπνος κάτω απ’ το χιόνι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου