Από τον Φαήλο Μ. Κρανιδιώτη
Είναι πολύ της μόδας η υπερατλαντική πονοψυχιά.
Τουτέστιν είσαι cool, προοδευτικός, ανώτερος, αποδεκτός όταν διαρρηγνύεις τα ιμάτιά σου για τους Οτετόντους στη Νότια Αφρική, τους Ινδιάνους στον Αμαζόνιο ή τους Αμπορίτζιναλ στην Αυστραλία, αυτούς τους γηγενείς ασχημομούρηδες με τις πλακουτσωτές μύτες, που παίζουν όμως μια απόκοσμη μουσική και έχουν μια μυστηριακή σχέση και επικοινωνία με τη γη τους και τα πλάσματά της.
Όσο πιο μακριά, στου διαόλου ή από του διαόλου τη μάνα, είναι το αντικείμενο του αλληλέγγυου πόθου τόσο το καλύτερο. Όσο προσεγγίζουμε τα πάτρια τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος του «εθνικισμού», του «ρατσισμού» και εν γένει όλης της βιοχλαπάτσας, όπου η σκυφτή φάλαγγα των αποστόλων του μαρασμού, αριστεροί και νεοφιλελεύθεροι, θεωρούν ό,τι εθνικό ως ύποπτο, επιφυλάσσουν τη δολοφονία χαρακτήρων και έχουν τη συκοφαντία στον «πρώτο λύκο».
Έτοιμοι να σκίσουν τα ιμάτιά τους για ξένα νιτερέσα, με έναν επιλεκτικό ανθρωπισμό που εξαιρεί την Ελλάδα και τους Έλληνες. Διότι είναι βαθύτατα ανήθικο να καμώνεσαι πως καίγεσαι για τόπους και ανθρώπους στην άκρη της Γης και να μη πονάς τη δική σου γη, τον λαό σου, τα αδέρφια σου, τον πολιτισμό σου.
Μου θυμίζουν στην τέχνη κάτι ντιλεντάντηδες ιντελιγκέντσηδες, που μιμούνται σαν τις μαϊμούδες ό,τι έρχεται από την Εσπερία, αλλά αγνοούν ή και απεχθάνονται τον αληθινό ελληνικό λαϊκό πολιτισμό, την προφορική παράδοση, το δημοτικό και λαϊκό τραγούδι, την αληθινή εθνική λογοτεχνική παραγωγή και την Ιστορία, που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν για ολόκληρες γενιές τη θεατρική, κινηματογραφική και τηλεοπτική παραγωγή.
Γιατί άραγε μέσα στο τόσο σκουπιδαριό που υπάρχει μια κινηματογραφική ταινία, η «Ευτυχία», για τη μεγαλύτερη Ελληνίδα στιχουργό, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ένα θεατρικό έργο, το «Ιστορία χωρίς όνομα», για τον μεγάλο έρωτα της Πηνελόπης Δέλτα και του Ίωνα Δραγούμη, και μια τηλεοπτική σειρά, το «Κόκκινο ποτάμι», για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Τούρκους, κερδίζουν με μεγάλη επιτυχία το τηλεοπτικό κοινό; Γιατί ξεχωρίζουν από τον σωρό;
Τουτέστιν είσαι cool, προοδευτικός, ανώτερος, αποδεκτός όταν διαρρηγνύεις τα ιμάτιά σου για τους Οτετόντους στη Νότια Αφρική, τους Ινδιάνους στον Αμαζόνιο ή τους Αμπορίτζιναλ στην Αυστραλία, αυτούς τους γηγενείς ασχημομούρηδες με τις πλακουτσωτές μύτες, που παίζουν όμως μια απόκοσμη μουσική και έχουν μια μυστηριακή σχέση και επικοινωνία με τη γη τους και τα πλάσματά της.
Όσο πιο μακριά, στου διαόλου ή από του διαόλου τη μάνα, είναι το αντικείμενο του αλληλέγγυου πόθου τόσο το καλύτερο. Όσο προσεγγίζουμε τα πάτρια τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος του «εθνικισμού», του «ρατσισμού» και εν γένει όλης της βιοχλαπάτσας, όπου η σκυφτή φάλαγγα των αποστόλων του μαρασμού, αριστεροί και νεοφιλελεύθεροι, θεωρούν ό,τι εθνικό ως ύποπτο, επιφυλάσσουν τη δολοφονία χαρακτήρων και έχουν τη συκοφαντία στον «πρώτο λύκο».
Έτοιμοι να σκίσουν τα ιμάτιά τους για ξένα νιτερέσα, με έναν επιλεκτικό ανθρωπισμό που εξαιρεί την Ελλάδα και τους Έλληνες. Διότι είναι βαθύτατα ανήθικο να καμώνεσαι πως καίγεσαι για τόπους και ανθρώπους στην άκρη της Γης και να μη πονάς τη δική σου γη, τον λαό σου, τα αδέρφια σου, τον πολιτισμό σου.
Μου θυμίζουν στην τέχνη κάτι ντιλεντάντηδες ιντελιγκέντσηδες, που μιμούνται σαν τις μαϊμούδες ό,τι έρχεται από την Εσπερία, αλλά αγνοούν ή και απεχθάνονται τον αληθινό ελληνικό λαϊκό πολιτισμό, την προφορική παράδοση, το δημοτικό και λαϊκό τραγούδι, την αληθινή εθνική λογοτεχνική παραγωγή και την Ιστορία, που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν για ολόκληρες γενιές τη θεατρική, κινηματογραφική και τηλεοπτική παραγωγή.
Γιατί άραγε μέσα στο τόσο σκουπιδαριό που υπάρχει μια κινηματογραφική ταινία, η «Ευτυχία», για τη μεγαλύτερη Ελληνίδα στιχουργό, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ένα θεατρικό έργο, το «Ιστορία χωρίς όνομα», για τον μεγάλο έρωτα της Πηνελόπης Δέλτα και του Ίωνα Δραγούμη, και μια τηλεοπτική σειρά, το «Κόκκινο ποτάμι», για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Τούρκους, κερδίζουν με μεγάλη επιτυχία το τηλεοπτικό κοινό; Γιατί ξεχωρίζουν από τον σωρό;
Μα γιατί αγγίζουν απευθείας το υποσυνείδητο του Έλληνα, έχουν αναφορές βαθιά μέσα στην Ιστορία του και την ψυχή του.
Η Ιστορία μας είναι γεμάτη από πρόσωπα και γεγονότα που δεν θα μπορούσε να τα δημιουργήσει ούτε ο πιο ακριβοπληρωμένος σεναριογράφος του Χόλιγουντ ούτε ο σπουδαιότερος θεατρικός συγγραφέας του Μπρόντγουεϊ. Η λογοτεχνία μας έχει κολοσσούς διεθνούς επιπέδου κι όμως πολλοί από τους δημιουργούς μας, ακριβώς γιατί δεν μετέχουν του Ελληνικού Τρόπου, για να θυμηθούμε τον όρο του Περικλή Γιαννόπουλου, προτιμούν να σκαλίζουν τα παράταιρα έργα άλλων πολιτισμών ή να αναλώνονται σε φτηνιάρικα σκύβαλα, παρά να καταδυθούν στα κρυστάλλινα νερά έργων που είναι σάρκα από τη σάρκα του Έθνους μας και γι’ αυτό συγκλονίζουν τον μέσο Έλληνα.
Τα εισιτήρια που κόβουν και η τηλεθέαση που κερδίζουν αυτά τα διαμάντια που ξεπηδούν κάθε τόσο από το τέλμα της παρακμής, έργα άξιων δημιουργών που νικούν τη φθορά, αποδεικνύουν πως ο λαός, τον οποίο τόσο περιφρονούν οι αληθινοί φασίστες, κόκκινοι ή μαύροι, και καταλήγουν ηττημένοι να τον καθυβρίζουν, δεν είναι απαίδευτος όχλος.
Η θετική αποδοχή αυτής της αληθινής τέχνης που νικάει τη χαμέρπεια αποδεικνύει πως ο λαός δεν είναι αυτό που θεωρούσε ο Μουσολίνι και συμφωνούσε ο Λένιν, «μια κτηνώδης πόρνη που συνηθίζει στην κάθε βρομιά».
Η Ιστορία μας είναι γεμάτη από πρόσωπα και γεγονότα που δεν θα μπορούσε να τα δημιουργήσει ούτε ο πιο ακριβοπληρωμένος σεναριογράφος του Χόλιγουντ ούτε ο σπουδαιότερος θεατρικός συγγραφέας του Μπρόντγουεϊ. Η λογοτεχνία μας έχει κολοσσούς διεθνούς επιπέδου κι όμως πολλοί από τους δημιουργούς μας, ακριβώς γιατί δεν μετέχουν του Ελληνικού Τρόπου, για να θυμηθούμε τον όρο του Περικλή Γιαννόπουλου, προτιμούν να σκαλίζουν τα παράταιρα έργα άλλων πολιτισμών ή να αναλώνονται σε φτηνιάρικα σκύβαλα, παρά να καταδυθούν στα κρυστάλλινα νερά έργων που είναι σάρκα από τη σάρκα του Έθνους μας και γι’ αυτό συγκλονίζουν τον μέσο Έλληνα.
Τα εισιτήρια που κόβουν και η τηλεθέαση που κερδίζουν αυτά τα διαμάντια που ξεπηδούν κάθε τόσο από το τέλμα της παρακμής, έργα άξιων δημιουργών που νικούν τη φθορά, αποδεικνύουν πως ο λαός, τον οποίο τόσο περιφρονούν οι αληθινοί φασίστες, κόκκινοι ή μαύροι, και καταλήγουν ηττημένοι να τον καθυβρίζουν, δεν είναι απαίδευτος όχλος.
Η θετική αποδοχή αυτής της αληθινής τέχνης που νικάει τη χαμέρπεια αποδεικνύει πως ο λαός δεν είναι αυτό που θεωρούσε ο Μουσολίνι και συμφωνούσε ο Λένιν, «μια κτηνώδης πόρνη που συνηθίζει στην κάθε βρομιά».
Έχω γράψει πολλές φορές για τη λιποταξία των διανοουμένων, που σε μερικά ζητήματα γίνονται αυτόμολοι, υπηρετούν ενεργά ξένα συμφέροντα και συνεργούν στην καταστροφή της γλώσσας μας και της εθνικής μας ταυτότητας.
Υπάρχουν όμως κι αυτοί οι λίγοι, όπως οι δημιουργοί των έργων που προανέφερα, συγγραφείς, σκηνοθέτες, μουσικοί, ηθοποιοί, οι οποίοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της άλλης φάλαγγας, όχι του μαρασμού και της υποταγής, αλλά αυτής που μπορεί να νικήσει τη χαμέρπεια. Καθένας και καθεμία που σηκώνει ψηλά σαν νικηφόρα σημαία πολύτιμα στολίδια του πολιτισμού μας, καθένας που γράφει αληθινούς στίχους διδάσκει με την κάμερα ή στο σανίδι Ιστορία και βαθιά ενσυναίσθηση της ανθρώπινης ψυχής, σηκώνει ψηλά κάθε Έλληνα, πλουτίζει τον αληθινό πολιτισμό μας.
Κι ο κόσμος, οι απλοί άνθρωποι, που τόσο έχουν υποφέρει στα χρόνια της κρίσης, από ένα ένστικτο με ρίζες στη συλλογική και ατομική μνήμη, σε πανάρχαιους τρόπους, τραγούδια, παραδείγματα και συναισθήματα, ακόμη κι αν δεν έχει μεγάλη Παιδεία, ξεχωρίζει το καλό μέσα από το πλήθος του κακού και σπεύδει να το αγκαλιάσει με το υστέρημά του, διότι στους καιρούς της ανεργίας, της μαζικής μετανάστευσης, όταν τόσοι άνθρωποι πτωχοποιήθηκαν, η τέχνη είναι μια πολυτέλεια, για την οποία όμως θα κάνουν θυσίες, όταν αγγίζει την ψυχή, τις εσώτερες ανάγκες και την ταυτότητα τους.
Γι’ αυτό...
Υπάρχουν όμως κι αυτοί οι λίγοι, όπως οι δημιουργοί των έργων που προανέφερα, συγγραφείς, σκηνοθέτες, μουσικοί, ηθοποιοί, οι οποίοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της άλλης φάλαγγας, όχι του μαρασμού και της υποταγής, αλλά αυτής που μπορεί να νικήσει τη χαμέρπεια. Καθένας και καθεμία που σηκώνει ψηλά σαν νικηφόρα σημαία πολύτιμα στολίδια του πολιτισμού μας, καθένας που γράφει αληθινούς στίχους διδάσκει με την κάμερα ή στο σανίδι Ιστορία και βαθιά ενσυναίσθηση της ανθρώπινης ψυχής, σηκώνει ψηλά κάθε Έλληνα, πλουτίζει τον αληθινό πολιτισμό μας.
Κι ο κόσμος, οι απλοί άνθρωποι, που τόσο έχουν υποφέρει στα χρόνια της κρίσης, από ένα ένστικτο με ρίζες στη συλλογική και ατομική μνήμη, σε πανάρχαιους τρόπους, τραγούδια, παραδείγματα και συναισθήματα, ακόμη κι αν δεν έχει μεγάλη Παιδεία, ξεχωρίζει το καλό μέσα από το πλήθος του κακού και σπεύδει να το αγκαλιάσει με το υστέρημά του, διότι στους καιρούς της ανεργίας, της μαζικής μετανάστευσης, όταν τόσοι άνθρωποι πτωχοποιήθηκαν, η τέχνη είναι μια πολυτέλεια, για την οποία όμως θα κάνουν θυσίες, όταν αγγίζει την ψυχή, τις εσώτερες ανάγκες και την ταυτότητα τους.
Γι’ αυτό...
όταν συναντούμε τέχνη που σέβεται την Πατρίδα και την ταυτότητα του Έλληνα, να είμαστε αφειδώλευτοι στον έπαινο και γενναιόδωροι με το υστέρημά μας, ώστε να ενθαρρύνουμε τα επόμενα έργα τους, τους επόμενους δημιουργούς αυτής της, για μένα τουλάχιστον, αληθινής πατριωτικής πρωτοπορίας, διότι το μόνο πιο πατριωτικό από το να κάνεις την Πατρίδα καλύτερη πνευματικά είναι το να πεθαίνεις για την ελευθερία της…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου