ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΘΑΛΑΣΣΑ - ΜΝΗΜΕΣ ΠΟΥ ΣΒΗΝΟΥΝ: Φωτεινοί... άγγελοι των ναυτικών

Είναι τα φωτεινά σημάδια που οδηγούν με ασφάλεια τα πλοία και τους ναυτικούς σε όλα τα πελάγη του κόσμου. Πρόκειται για τους φάρους, με τις πρώτες αναφορές για τη λειτουργία των τότε «πυρσών», που άναβαν με διάφορα εύφλεκτα υλικά, να ανατρέχουν στα ομηρικά έπη.

Στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα συνολικά 1.300 φάροι, από τους οποίους οι 120 είναι πέτρινοι και από αυτούς οι 34 έχουν χαρακτηριστεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. 

Κάθε χρόνο την τρίτη Κυριακή του Αυγούστου γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Φάρων.

Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε το 2003 με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης Φαροφυλάκων, κατά την οποία οι φάροι είναι ανοιχτοί για το κοινό, με την πραγματοποίηση διαφόρων εκδηλώσεων. 

Η ονομασία φάρος θεωρείται ότι προέρχεται από το όνομα της νησίδας «Φάρος» δίπλα στην Αλεξάνδρεια, επί της οποίας κατασκευάστηκε τον 3ο αι. π.Χ. Ο ομώνυμος φάρος από τον περιώνυμο αρχιτέκτονα Σώστρατο τον Κνίδιο, όπως περιγράφει η Υπηρεσία Φάρων. Ο φάρος της Αλεξάνδρειας ήταν ο πλέον φημισμένος της αρχαιότητας και ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Ύστερα από διαδοχικούς σεισμούς, όμως, ο φάρος της Αλεξάνδρειας καταστράφηκε ολοσχερώς και ξεκίνησε η επισκευή του στη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Στη χώρα μας, από το 1822 η Μεγάλη Βρετανία, στη δικαιοδοσία της οποίας βρισκόταν τότε η Ιόνιος Πολιτεία, προχώρησε στην κατασκευή φάρων σε επιλεγμένες θέσεις. Έτσι, κατασκευάστηκαν φάροι στην Κέρκυρα, στο Αργοστόλι και τη Ζάκυνθο, οι οποίοι στη συνέχεια με την προσάρτηση των Επτανήσων στην Ελλάδα πέρασαν στα χέρια του ελληνικού κράτους.

Ο πρώτος φάρος στον ελλαδικό χώρο χτίστηκε πάντως στην Αίγινα το 1829, όταν ο Καποδίστριας την ανακήρυξε πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Λίγα χρόνια μετά λειτούργησαν άλλοι δύο, ένας στο λιμάνι της Κέας και ένας στις Σπέτσες, ενώ το 1834 υπήρξε η πρώτη συστηματική μέριμνα για την οργάνωση του φαρικού δικτύου της Ελλάδας, με έκδοση τότε Βασιλικού Διατάγματος.

Σταδιακά άρχισε η ανάπτυξη του δικτύου και το 1887 ιδρύεται η Υπηρεσία Φάρων, με τους φάρους να αριθμούν εκείνη την περίοδο τους 49. Το 1913, όπως αναφέρει η Υπηρεσία Φάρων, με την προσάρτηση της Μακεδονίας, της Κρήτης και των νήσων του Αιγαίου, προστίθενται στο ελληνικό φαρικό δίκτυο και άλλοι 18 φάροι που είχαν κατασκευαστεί για λογαριασμό των Τούρκων από γαλλική εταιρεία. Μέχρι το 1917 λειτουργούσαν στο δίκτυο 214 πυρσοί και 38 σταθεροί φανοί. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου το φαρικό δίκτυο επεκτείνεται και το 1934 αριθμεί 331 πυρσούς.

Ωστόσο, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε καταστρεπτικός για το φαρικό δίκτυο, με αποτέλεσμα να καταστραφούν πολλοί φάροι και να απομείνουν το 1945 να λειτουργούν μόνον 28. 

Μετά τον πόλεμο, αρχίζουν οι εργασίες αποκατάστασης και στα τέλη του 1953 η χώρα διαθέτει 445 φάρους ή πυρσούς όπως λέγονται.

«Σβήνουν» οι φαροφύλακες

«Κάποιοι μας λένε “πώς αντέχετε τόση μοναξιά;”. Εμείς τους κοιτάζουμε και τους ρωτάμε: “Εσείς πως αντέχετε να ζείτε στην πόλη με τόσο θόρυβο και φασαρία;''». Με αυτά τα λόγια απάντησε ένας φαροφύλακας για τον τρόπο με τον οποίο βιώνει το επάγγελμά του. Σήμερα, στη χώρα έχουν απομείνει 61 φαροφύλακες, καθώς η εξέλιξη της τεχνολογίας οδήγησε στην αυτόματη λειτουργία των φάρων.

Μέχρι τη δεκαετία του 1980 η Υπηρεσία Φάρων απασχολούσε περί τους 320 φαροφύλακες. Όμως, τότε...


 άρχισε η μελέτη και σταδιακή αντικατάσταση των παλαιών συστημάτων με σύγχρονους ηλεκτρικούς ή ηλιακούς μηχανισμούς και σήμερα όλοι οι φάροι λειτουργούν αποκλειστικά με ηλεκτρική ενέργεια. Αυτό οδήγησε και στη μείωση των φαροφυλάκων.  

«Ζούσαμε καλά εκεί. Δεν θέλαμε καθόλου να φύγουμε» περιέγραφε με θλίψη ένας φαροφύλακας, που εγκατέλειψε το πόστο του και το νησί όπου έμεινε επί μία 25ετία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου