Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ
«Οι θρησκευτικοί πόλεμοι είναι, όπως και ο καρκίνος, μια κατάρα για το ανθρώπινο είδος. Οι άνθρωποι σ’ όλο τον πλανήτη σκοτώνουν ο ένας τον άλλο επειδή μισούν ο ένας τον θεό του άλλου». Μέρες που είναι, μεγαλοβδομαδιάτικες αλλά και ματωμένες από το θρησκόληπτο μίσος, διαβάζω το βιβλίο «Θρησκεία χωρίς θεό» (εκδ. Πατάκη, 2019, μετάφραση Στέλιος Βιρβιδάκης) του φιλοσόφου Ρόναλντ Ντουόρκιν, που δίδαξε πολλά χρόνια σε αγγλικά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Το βιβλίο θεμελιώνεται στις Διαλέξεις Αϊνστάιν που έδωσε ο Ντουόρκιν στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης το 2011. Και πράγματι, από τις πρώτες κιόλας σελίδες ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι ο κυριότερος συν-συγγραφέας του βιβλίου, ο κυριότερος συνομιλητής του φιλοσόφου Ντουόρκιν, είναι ο φυσικός Αϊνστάιν, που είχε σκεφτεί βαθιά το θρησκευτικό φαινόμενο.
Μπορεί κανείς να είναι και άθεος και θρήσκος;
Η απάντηση συναρτάται με τη σημασία που αποδίδει ο καθένας στους όρους θρησκευτικότητα και πίστη, κυρίως δε με το αν χρειάζεται ή όχι την ύπαρξη υπερφυσικού Δημιουργού για να αποδεχθεί ότι το σύμπαν έχει νόημα ότι, απλούστερα, η ίδια η ζωή, η δική μας και όλων των πλασμάτων, έχει νόημα και δεν είναι μια ουρανομήκης φάρσα, η σκιά του κενού.
«Ο Αλμπερτ Αϊνστάιν βεβαίωνε ότι, παρόλο που ήταν άθεος, ήταν και βαθιά θρήσκος», γράφει ο Ντουόρκιν και μνημονεύει την εξής φράση του κορυφαίου επιστήμονα:
«Το να γνωρίζει κανείς πως αυτό που μας φαίνεται ανεξιχνίαστο υπάρχει πραγματικά και μας παρουσιάζεται ως η ανώτερη σοφία και η πιο λαμπερή ομορφιά, τις οποίες οι ταπεινές μας πνευματικές ικανότητες μπορούν να κατανοήσουν μόνο στις πιο πρωτόγονες μορφές τους – αυτή η γνώση, αυτή η αίσθηση βρίσκεται στο κέντρο της αληθινής θρησκευτικότητας. Με αυτήν την έννοια, και μόνο με αυτήν την έννοια, ανήκω στη χορεία των βαθιά θρησκευόμενων ανθρώπων».
Βαθιά θρησκευόμενος, με τον δικό του τρόπο, ήταν και ο Κωστής Παλαμάς, που έγραφε στο «Εμπρός» το 1916: «Θυσιάζω διαδοχικώς, εις το πέρασμά μου, επάνω εις τους βωμούς όλων των θρησκειών, και θα ηδυνάμην να λατρεύω τους θεούς όλων των δογμάτων».
Βαθιά θρησκευόμενοι, αλλά με θρησκευτικότητα κοσμική, μη μεταφυσική, μπορεί να είναι και όσοι...
δεν λατρεύουν κανέναν θεό, δεν αποδίδουν τιμές σε κανέναν επίγειο αυτόκλητο εκπρόσωπο θεότητας, πλην έχουν στη ζωή τους γνώμονα το σέβας για τον κόσμο όλο, έμψυχο και μη, πολύ περισσότερο απ’ όσο οι επιδερμικοί τυπολάτρες οπαδοί της μιας ή της άλλης θρησκείας.
«Οι θρησκευτικοί πόλεμοι είναι, όπως και ο καρκίνος, μια κατάρα για το ανθρώπινο είδος. Οι άνθρωποι σ’ όλο τον πλανήτη σκοτώνουν ο ένας τον άλλο επειδή μισούν ο ένας τον θεό του άλλου». Μέρες που είναι, μεγαλοβδομαδιάτικες αλλά και ματωμένες από το θρησκόληπτο μίσος, διαβάζω το βιβλίο «Θρησκεία χωρίς θεό» (εκδ. Πατάκη, 2019, μετάφραση Στέλιος Βιρβιδάκης) του φιλοσόφου Ρόναλντ Ντουόρκιν, που δίδαξε πολλά χρόνια σε αγγλικά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Το βιβλίο θεμελιώνεται στις Διαλέξεις Αϊνστάιν που έδωσε ο Ντουόρκιν στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης το 2011. Και πράγματι, από τις πρώτες κιόλας σελίδες ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι ο κυριότερος συν-συγγραφέας του βιβλίου, ο κυριότερος συνομιλητής του φιλοσόφου Ντουόρκιν, είναι ο φυσικός Αϊνστάιν, που είχε σκεφτεί βαθιά το θρησκευτικό φαινόμενο.
Μπορεί κανείς να είναι και άθεος και θρήσκος;
Η απάντηση συναρτάται με τη σημασία που αποδίδει ο καθένας στους όρους θρησκευτικότητα και πίστη, κυρίως δε με το αν χρειάζεται ή όχι την ύπαρξη υπερφυσικού Δημιουργού για να αποδεχθεί ότι το σύμπαν έχει νόημα ότι, απλούστερα, η ίδια η ζωή, η δική μας και όλων των πλασμάτων, έχει νόημα και δεν είναι μια ουρανομήκης φάρσα, η σκιά του κενού.
«Ο Αλμπερτ Αϊνστάιν βεβαίωνε ότι, παρόλο που ήταν άθεος, ήταν και βαθιά θρήσκος», γράφει ο Ντουόρκιν και μνημονεύει την εξής φράση του κορυφαίου επιστήμονα:
«Το να γνωρίζει κανείς πως αυτό που μας φαίνεται ανεξιχνίαστο υπάρχει πραγματικά και μας παρουσιάζεται ως η ανώτερη σοφία και η πιο λαμπερή ομορφιά, τις οποίες οι ταπεινές μας πνευματικές ικανότητες μπορούν να κατανοήσουν μόνο στις πιο πρωτόγονες μορφές τους – αυτή η γνώση, αυτή η αίσθηση βρίσκεται στο κέντρο της αληθινής θρησκευτικότητας. Με αυτήν την έννοια, και μόνο με αυτήν την έννοια, ανήκω στη χορεία των βαθιά θρησκευόμενων ανθρώπων».
Βαθιά θρησκευόμενος, με τον δικό του τρόπο, ήταν και ο Κωστής Παλαμάς, που έγραφε στο «Εμπρός» το 1916: «Θυσιάζω διαδοχικώς, εις το πέρασμά μου, επάνω εις τους βωμούς όλων των θρησκειών, και θα ηδυνάμην να λατρεύω τους θεούς όλων των δογμάτων».
Βαθιά θρησκευόμενοι, αλλά με θρησκευτικότητα κοσμική, μη μεταφυσική, μπορεί να είναι και όσοι...
δεν λατρεύουν κανέναν θεό, δεν αποδίδουν τιμές σε κανέναν επίγειο αυτόκλητο εκπρόσωπο θεότητας, πλην έχουν στη ζωή τους γνώμονα το σέβας για τον κόσμο όλο, έμψυχο και μη, πολύ περισσότερο απ’ όσο οι επιδερμικοί τυπολάτρες οπαδοί της μιας ή της άλλης θρησκείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου