Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ο Γιάννος είναι και δεν είναι Ακης. Οι ομοιότητές τους είναι τόσο σημαντικές, όσο και οι διαφορές τους. Ανήκαν στο ίδιο κόμμα, ήταν υπουργοί στις ίδιες κυβερνήσεις, κράτησαν διαδοχικά το ίδιο χαρτοφυλάκιο. Κι όμως, έρχονταν από άλλους κόσμους – όχι μόνο επειδή έτυχε να ανήκουν σε διαφορετικά εσωκομματικά στρατόπεδα, αλλά κυρίως επειδή εξέφραζαν ιστορικώς αντίπαλα πολιτικά, ει μη και αισθητικά, ρεύματα.
Οι εκπρόσωποι του ώριμου ΠΑΣΟΚ των αρχών του 21ου αιώνα –του ΠΑΣΟΚ που είχε πλέον ενστερνιστεί τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και τον είχε αναγάγει σε δικό του στρατηγικό προσανατολισμό– μπορούσαν εύκολα να αποκηρύσσουν τον Ακη ως κάτι αλλότριο.
Δεν τους είναι το ίδιο εύκολο να αποκηρύξουν τον Παπαντωνίου. Ο πρώην υπουργός εξακολουθεί να συμβολίζει το εγχείρημα της ένταξης στο ευρώ και την ευρωστρεφή Κεντροαριστερά. Εκείνον δηλαδή τον κλάδο της Κεντροαριστεράς που ο ΣΥΡΙΖΑ εχθρεύεται, σε αντίθεση με τον άλλο – τον κλάδο που ενσωμάτωσε.
Αυτοί οι αυτόματοι συμβολισμοί εξηγούν γιατί τα στελέχη της κυβέρνησης έσπευσαν, ακόμη και προκαταβολικά, να προσδώσουν πολιτική υπεραξία στην προφυλάκιση ενός προσώπου που βρίσκεται εκτός δημόσιας ζωής εδώ και πάνω από μία δεκαετία – από το 2007 που έπαψε να είναι βουλευτής.
Προσπερνώντας κανείς τα ποινικού ενδιαφέροντος ερωτήματα, αξίζει να αναρωτηθεί: Τι πολιτικές επιπτώσεις μπορεί να έχει η ωρίμαση της υπόθεσης σε προεκλογικό χρόνο – και με αυτόν τον μιντιακό τρόπο; Εχει δίκιο ο Πολάκης; Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να προσδοκά οφέλη από αυτό το θέαμα;
Απάντηση μπορεί να δώσει πάλι η σύγκριση με το εκλογικό «δεδικασμένο» της προφυλάκισης Τσοχατζόπουλου. Μεγάλη Τετάρτη, 11 Απριλίου του 2012, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του Μαΐου: Η εικόνα του πρώην υπουργού να άγεται σιδηροδέσμιος στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου είχε ερμηνευθεί ως πλήγμα για το ΠΑΣΟΚ. Εκείνο που δεν είχε προβλεφθεί τότε ήταν πόσο θα κατέληγε να πλήξει τη Νέα Δημοκρατία. Ο προεκλογικός χρονισμός ενός, υποτίθεται, ανακριτικού γεγονότος προκάλεσε ωστικό κύμα που έδωσε σαρωτική ισχύ στην απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος.
Η δυνατότητα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ να αντλήσει, όπως τότε, εκλογικά κέρδη από τις χειροπέδες είναι ευθέως ανάλογη με τη δυνατότητά του να εκπροσωπεί εκείνος, έπειτα από τέσσερα χρόνια στην εξουσία, τις αντισυστημικές ορμές του εκλογικού σώματος.
Αυτές οι ορμές δεν κατευθύνονται μόνο από το σύνθημα «μέσα οι κλέφτες».
Συρρέουν στην ίδια κοίτη με άλλες ροπές – όπως η ταυτοτική ανασφάλεια, που προκαλείται από το Μακεδονικό, ή η κοινή ανασφάλεια, που προκαλείται από την αίσθηση ανομίας. Το «μέσα οι κλέφτες» συνηχεί με το «κάτω οι προδότες που τα παίρνουν από τον Σόρος».
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί έτσι...
να νομίζει ότι αναζωογονεί τον αντισυστημικό εαυτό του. Ενώ στην πραγματικότητα ταΐζει φίδια.
Ο Γιάννος είναι και δεν είναι Ακης. Οι ομοιότητές τους είναι τόσο σημαντικές, όσο και οι διαφορές τους. Ανήκαν στο ίδιο κόμμα, ήταν υπουργοί στις ίδιες κυβερνήσεις, κράτησαν διαδοχικά το ίδιο χαρτοφυλάκιο. Κι όμως, έρχονταν από άλλους κόσμους – όχι μόνο επειδή έτυχε να ανήκουν σε διαφορετικά εσωκομματικά στρατόπεδα, αλλά κυρίως επειδή εξέφραζαν ιστορικώς αντίπαλα πολιτικά, ει μη και αισθητικά, ρεύματα.
Οι εκπρόσωποι του ώριμου ΠΑΣΟΚ των αρχών του 21ου αιώνα –του ΠΑΣΟΚ που είχε πλέον ενστερνιστεί τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και τον είχε αναγάγει σε δικό του στρατηγικό προσανατολισμό– μπορούσαν εύκολα να αποκηρύσσουν τον Ακη ως κάτι αλλότριο.
Δεν τους είναι το ίδιο εύκολο να αποκηρύξουν τον Παπαντωνίου. Ο πρώην υπουργός εξακολουθεί να συμβολίζει το εγχείρημα της ένταξης στο ευρώ και την ευρωστρεφή Κεντροαριστερά. Εκείνον δηλαδή τον κλάδο της Κεντροαριστεράς που ο ΣΥΡΙΖΑ εχθρεύεται, σε αντίθεση με τον άλλο – τον κλάδο που ενσωμάτωσε.
Αυτοί οι αυτόματοι συμβολισμοί εξηγούν γιατί τα στελέχη της κυβέρνησης έσπευσαν, ακόμη και προκαταβολικά, να προσδώσουν πολιτική υπεραξία στην προφυλάκιση ενός προσώπου που βρίσκεται εκτός δημόσιας ζωής εδώ και πάνω από μία δεκαετία – από το 2007 που έπαψε να είναι βουλευτής.
Προσπερνώντας κανείς τα ποινικού ενδιαφέροντος ερωτήματα, αξίζει να αναρωτηθεί: Τι πολιτικές επιπτώσεις μπορεί να έχει η ωρίμαση της υπόθεσης σε προεκλογικό χρόνο – και με αυτόν τον μιντιακό τρόπο; Εχει δίκιο ο Πολάκης; Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να προσδοκά οφέλη από αυτό το θέαμα;
Απάντηση μπορεί να δώσει πάλι η σύγκριση με το εκλογικό «δεδικασμένο» της προφυλάκισης Τσοχατζόπουλου. Μεγάλη Τετάρτη, 11 Απριλίου του 2012, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του Μαΐου: Η εικόνα του πρώην υπουργού να άγεται σιδηροδέσμιος στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου είχε ερμηνευθεί ως πλήγμα για το ΠΑΣΟΚ. Εκείνο που δεν είχε προβλεφθεί τότε ήταν πόσο θα κατέληγε να πλήξει τη Νέα Δημοκρατία. Ο προεκλογικός χρονισμός ενός, υποτίθεται, ανακριτικού γεγονότος προκάλεσε ωστικό κύμα που έδωσε σαρωτική ισχύ στην απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος.
Η δυνατότητα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ να αντλήσει, όπως τότε, εκλογικά κέρδη από τις χειροπέδες είναι ευθέως ανάλογη με τη δυνατότητά του να εκπροσωπεί εκείνος, έπειτα από τέσσερα χρόνια στην εξουσία, τις αντισυστημικές ορμές του εκλογικού σώματος.
Αυτές οι ορμές δεν κατευθύνονται μόνο από το σύνθημα «μέσα οι κλέφτες».
Συρρέουν στην ίδια κοίτη με άλλες ροπές – όπως η ταυτοτική ανασφάλεια, που προκαλείται από το Μακεδονικό, ή η κοινή ανασφάλεια, που προκαλείται από την αίσθηση ανομίας. Το «μέσα οι κλέφτες» συνηχεί με το «κάτω οι προδότες που τα παίρνουν από τον Σόρος».
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί έτσι...
να νομίζει ότι αναζωογονεί τον αντισυστημικό εαυτό του. Ενώ στην πραγματικότητα ταΐζει φίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου