ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Η βαθύτερη απελπισία και το ημέτερο κράτος

Του ΘΟΔΩΡΗ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ


Το βασικότερο μάθημα της κρίσης για πολλούς ήταν η διαπίστωση ότι η χώρα μας δεν σώζεται.  


Οι φιλελεύθερες δημοκρατίες που ευημερούν στον κόσμο έχουν κάποια βασικά χαρακτηριστικά, πληρούν κάποιες συγκεκριμένες προδιαγραφές και, απ’ ό,τι αποδεικνύεται, γι’ αυτό ευημερούν. Δεν γίνεται αλλιώς. Δεν υπάρχει τρίτος, τέταρτος ή πέμπτος δρόμος. Κάποια βασικά πράγματα πρέπει να ισχύουν. Πρόκειται, δε, για πράγματα που η δικιά μας χώρα δεν έχει και δεν δείχνει και καμία όρεξη να αποκτήσει. Οπότε, σύμφωνα με αυτή τη λογική, μια μόνιμη, βιώσιμη, διαρκής ευημερία, μια κανονικότητα ανάπτυξης και αισιοδοξίας στη χώρα μας είναι αδύνατη. 


Εδώ που τα λέμε, οι περισσότερες χώρες του κόσμου αποτυγχάνουν από αυτή την άποψη. Ελάχιστες χώρες ευημερούν πραγματικά, και από αυτές που αναπτύσσονται πλέον πολλές δεν είναι δημοκρατίες -θυσιάζουν έτσι διάφορα άλλα πράγματα που για κάποιους από εμάς (όχι όλους) είναι σημαντικά.


Αυτό είναι ένα μάθημα που εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες το πήραν κατά τη διάρκεια της κρίσης, κι έφυγαν. Από τη χώρα. Πολλοί άλλοι το πήραν επίσης, ακόμα και κάποιοι που δεν φανταζόμασταν. Πάρα πολύς κόσμος το αντιλήφθηκε υποσυνείδητα, εσωτερικεύοντάς το με τη μορφή μιας βουβής απόγνωσης, έστω κι αν δεν το έχουν εντελώς κωδικοποιήσει σε πολιτική σκέψη. Άλλοι, που είχαν πολιτική σκέψη, έχουν αλλάξει σε θεαματικό βαθμό. Έχω διαπιστώσει με κατάπληξη ότι άνθρωποι που ασχολούνταν με την πολιτική για πάρα πολύ καιρό είναι πλέον εντελώς άλλοι και σκέφτονται εντελώς διαφορετικά από ό,τι πριν από την κρίση. Δεν είναι πολλοί, αλλά οι περιπτώσεις τους είναι αξιοσημείωτες.


Αλλά, βεβαίως, δεν φτάνει. Το ελληνικό πελατειακό κράτος και οι παραδοσιακές πολιτικές αξίες παραμένουν πανίσχυρα. Η δομή της κοινωνίας και η πολιτική κουλτούρα παραμένουν όπως και τα τελευταία 200 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ποτέ δεν καταφέραμε να φτιάξουμε κανονικό κράτος.


Έστω, όμως, ότι με κάποιο μαγικό τρόπο αλλάζαμε πολιτική κουλτούρα, και οι Έλληνες ψηφοφόροι απαιτούσαν να φτιάξουμε επιτέλους κράτος και να γίνουμε κανονική, ευημερούσα και βιώσιμη φιλελεύθερη δημοκρατία, όπως οι προτεσταντικές που θαυμάζουμε. 


Έστω ότι βρισκόταν κι ένα πολιτικό προσωπικό ικανών και πρόθυμων να περάσουν δύσκολες μεταρρυθμίσεις και να υλοποιήσουν τα απαραίτητα προγράμματα. Αυτά τα δύο, παρεμπιπτόντως, είναι αλληλένδετα -δεν γίνεται το ένα χωρίς το άλλο.  


Τι θα γινόταν;


Θα ήταν μια διαδικασία πολύ πολύ αργή. Το βασικότερο πρόβλημά μας δεν είναι οικονομικό ή πολιτικό -είναι πρόβλημα εμπιστοσύνης. Είναι ο λόγος για τον οποίο ο Έλληνας ακολουθεί τους κανόνες όταν βρίσκεται στην Ελβετία, και κάνει ό,τι του κατέβει στην πόλη του, έξω από το σπίτι του. 


  Η μεταμόρφωση της χώρας μας σε κανονική χώρα θα ξεκινούσε από την αργή και σταδιακή μεταρρύθμιση των θεσμών του κράτους, ώστε να μπορέσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Μιλάμε για βασικά πράγματα, όχι περίπλοκα. Να παίρνεις το 100 ή 166 και να το σηκώνουν. Η πολιτική προστασία να λειτουργεί συντονισμένα. Οι υπάλληλοι στις δημόσιες υπηρεσίες (στις πολύ λίγες που έχουν λόγο να έρχονται σε επαφή με πολίτες) θα ήταν ευγενείς και εξυπηρετικοί. Το κράτος δεν θα χρωστούσε λεφτά στους προμηθευτές του, δεν θα συμπεριφερόταν εκδικητικά στους συνεπείς φορολογούμενους, δεν θα έβαζε άχρηστα εμπόδια στις επιχειρήσεις. Το σύστημα υγείας θα προσέφερε επαρκείς υπηρεσίες. Η δικαιοσύνη θα λειτουργούσε αποτελεσματικά και γρήγορα. Το κράτος θα λειτουργούσε για να κάνει τη ζωή των πολιτών πιο εύκολη, όχι πιο δύσκολη.


Όλα αυτά δεν διορθώνονται εύκολα. Χρειάζονται μερικές δεκάδες πολύ προσεκτικά σχεδιασμένα προγράμματα για να γίνει αυτό. Παρεμπιπτόντως, με τη λέξη “προγράμματα” περιγράφω ό,τι χρειάζεται για να υλοποιηθεί η εκάστοτε μεταρρύθμιση, από τη συγγραφή του νομοσχεδίου μέχρι την ορθή υλοποίηση κάθε μέτρου από την αρμόδια υπηρεσία. Δεν αρκεί να βγάλει ένας υπουργός ένα νόμο και να τον περάσει η Βουλή. Πρέπει να υλοποιηθούν όσα προβλέπει ο νόμος, να αλλάξουν πράγματα, να φτιαχτούν οι νέες διαδικασίες, να εκπαιδευτούν οι υπάλληλοι. Χρειαζόμαστε δεκάδες τέτοια προγράμματα, από ένα για την αναβάθμιση των παιδικών σταθμών και την εξασφάλιση ότι όλα τα παιδιά θα έχουν πρόσβαση σ’ αυτούς μέχρι τον ηλεκτρονικό εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. Παρεμπιπτόντως, το μνημόνιο έχει επιβάλλει πάρα πολλά τέτοια προγράμματα στις (μόνιμα απρόθυμες) ελληνικές κυβερνήσεις. Αλλά λείπουν δεκάδες άλλα και, βεβαίως, λείπει και η διάθεση από το πολιτικό σύστημα να ασχοληθεί με αυτά τα πράγματα.


Ο λόγος που το πολιτικό σύστημα δεν ασχολείται με τέτοια πράγματα δεν είναι μόνο η ανικανότητα, η τεμπελιά, η ραθυμία ή η αφέλεια (μολονότι αυτοί έχουν αποτελέσει σημαντικούς παράγοντες κατά καιρούς) αλλά κυρίως το ότι ξεβολεύουν κόσμο


Κάθε μία τέτοια μεταρρύθμιση κάποιον ξεβολεύει. Οπωσδήποτε από κάθε μία όλοι οι Έλληνες κερδίζουν κι από λίγο, αλλά οπωσδήποτε από κάθε μια λίγοι συγκεκριμένοι Έλληνες χάνουν πολλά. Οι λίγοι και συγκεκριμένοι αντιδρούν πάντα, οι πολλοί δεν ασχολούνται ποτέ, και έτσι ποτέ τίποτε δεν αλλάζει, κι αυτό ισχύει από την ίδρυση του κράτους κι ύστερα. Ακόμα και μετά από δέκα χρόνια κρίσης δεν έχει πάψει να ισχύει. Τίποτε δεν μοιάζει ικανό να το αλλάξει. Κι αυτό είναι απελπιστικό.


Το πιο απελπιστικό, όμως, είναι άλλο.

Το πιο απελπιστικό είναι το ότι...




 ακόμα κι αν όλα αυτά γίνονταν, ακόμα κι αν βρισκόταν το πολιτικό προσωπικό, και έβρισκε το ιδανικό πολιτικό αφήγημα, και κέρδιζε την εντολή ενός απροσδόκητα ώριμου λαού, και υλοποιούσε ακαριαία όλα αυτά τα απαραίτητα προγράμματα, τα αποτελέσματά τους δεν θα ήταν καθόλου ακαριαία. Ίσα ίσα, θα ήταν βασανιστικά αργά. Γιατί είπαμε, το πρόβλημά μας είναι πρόβλημα εμπιστοσύνης, και η εμπιστοσύνη είναι δύσκολο πράγμα. Χτίζεται σταδιακά. Ακόμα κι αν βρεθεί κάποιος να βρει τον τρόπο και να αλλάξει τις παθογένειες και να βρει τους ανθρώπους και να αλλάξει τις διαδικασίες, θα χρειαστεί πολύς χρόνος, ίσως γενιές ολόκληρες για να αρχίσουν οι Έλληνες να πιστεύουν πως αν “γίνει η στραβή” και καεί το βουνό με αέρα 11 μποφόρ, μέτρα πρόληψης θα έχουν ληφθεί, έτοιμος μηχανισμός αντίδρασης θα υπάρχει, και κάποιος θα βρεθεί να τους ειδοποιήσει να φύγουν εγκαίρως.


Το πιο απελπιστικό απ’ όλα είναι ότι ακόμα κι αν το πάρουμε απόφαση όλοι μαζί και πάμε να φτιάξουμε τη χώρα, ενδέχεται να μην προλάβουμε να δούμε τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου