Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Οι νεκροί ούτε κρύβονται ούτε εικάζονται, έλεγε
χθες ο Δημήτρης Τζανακόπουλος. Σύμφωνα με την απολογία του εκπροσώπου
που τα τελευταία εικοσιτετράωρα έχει το καθήκον να μεταφράζει στην
κυβερνητική γλώσσα την καταστροφή, οι νεκροί «διασταυρώνονται».
Τι χρειάζεται για να λογίζεται ένας νεκρός «διασταυρωμένος»; Δεν αρκεί να τον έχει δει με τα μάτια του ο δήμαρχος Ραφήνας – που από νωρίς το βράδυ της Δευτέρας έλεγε στα ΜΜΕ ότι είχε αντικρίσει ανθρώπους απανθρακωμένους· δεν αρκεί να τον έχει δει κάποιος άλλος δημόσιος λειτουργός -πυροσβέστης, διασώστης, οδηγός ασθενοφόρου· πρέπει, σύμφωνα με τον Τζανακόπουλο, τον νεκρό να τον έχει «διασταυρώσει» η ιατροδικαστική υπηρεσία.
Μπορεί δηλαδή οι πληροφορίες να έφταναν από τις υπηρεσίες που είχαν «μάτια» στο πεδίο· μπορεί οι υπηρεσίες αυτές να ζητούσαν ήδη σάκους για μεταφορά σορών· η κυβέρνηση, όμως, θεώρησε ότι καμία πληροφορία από το κράτος του οποίου προΐσταται δεν είναι αξιόπιστη, αν δεν τύχει ιατροδικαστικής διασταύρωσης.
Ο Τζανακόπουλος έχει δίκιο σε αυτό: Οι νεκροί δεν κρύβονται. Το ερώτημα –ένα ερώτημα πέρα από το καλό και το κακό– είναι γιατί η κυβέρνηση επέλεξε, για λίγο, να τους κρύψει; Ποια ήταν τα ελατήρια πίσω από τη σκηνοθεσία της τηλεοπτικής σύσκεψης στο Κέντρο Επιχειρήσεων;
Πώς το, υποτίθεται, επικοινωνιακά επιδέξιο επιτελείο του Μαξίμου προέβη σε μια τόσο βάναυσα αυτοϋπονομευτική και αυτοϋπονομευτικά βάναυση παράσταση;
Το ότι επρόκειτο για παράσταση προκύπτει από μόνο το γεγονός ότι επιχειρησιακά η σύσκεψη ήταν τουλάχιστον αχρείαστη. Ηταν δε μάλλον επιζήμια, αφού απέσπασε τους επιχειρησιακούς παράγοντες από την πραγματική αποστολή τους.
Η αποσιώπηση των νεκρών παύει να είναι ακατανόητη, αν την εντάξει κανείς στη συριζαϊκή παράδοση. Εχοντας επανειλημμένως δικαιωθεί εκλογικά για τη δημαγωγική του δεινότητα –κι έχοντας κυβερνήσει με πρώτη ύλη τα αφηγηματικά τεχνάσματα–, ο ΣΥΡΙΖΑ δοκίμασε και στη φωτιά τη μανιέρα του. Δοκίμασε να δώσει χρόνο στον εαυτό του. Οι επιτελείς του πίστεψαν ότι αφήνοντας αδήλωτους τους νεκρούς εξασφάλιζαν μια εικονική παύση –ένα διάλειμμα καθησυχαστικής πλάνης– για να προλάβουν να δείξουν ότι έδρασαν τάχα προ της καταστροφής.
Το αποτέλεσμα ήταν η παραγωγή ενός θεάματος που δεν μπορεί παρά να στοιχειώσει τους πρωταγωνιστές του.
Η ψευτοσύσκεψη της Δευτέρας κοστίζει όχι ως πολιτική επιλογή. Κοστίζει επειδή...
επέκεινα της πολιτικής, αποκαλύπτει συγκεκριμένες ανθρώπινες ποιότητες. Ποιότητες στυγερές, που γίνονται ενστικτωδώς αντιληπτές από όλους, ανεξαρτήτως του αν είναι πολιτικώς υποψιασμένοι.
Η απόπειρα προπαγανδιστικής καταστολής των θυμάτων και η πενθήμερη αγνόηση των αγνοουμένων, που ακολούθησε, δεν έχουν συνέπειες μόνο συγκυριακές.
Δημιουργούν και μιαν απαράγραπτη εντύπωση: Οτι εδώ ούτε οι νεκροί δεν είναι ασφαλείς.
Τι χρειάζεται για να λογίζεται ένας νεκρός «διασταυρωμένος»; Δεν αρκεί να τον έχει δει με τα μάτια του ο δήμαρχος Ραφήνας – που από νωρίς το βράδυ της Δευτέρας έλεγε στα ΜΜΕ ότι είχε αντικρίσει ανθρώπους απανθρακωμένους· δεν αρκεί να τον έχει δει κάποιος άλλος δημόσιος λειτουργός -πυροσβέστης, διασώστης, οδηγός ασθενοφόρου· πρέπει, σύμφωνα με τον Τζανακόπουλο, τον νεκρό να τον έχει «διασταυρώσει» η ιατροδικαστική υπηρεσία.
Μπορεί δηλαδή οι πληροφορίες να έφταναν από τις υπηρεσίες που είχαν «μάτια» στο πεδίο· μπορεί οι υπηρεσίες αυτές να ζητούσαν ήδη σάκους για μεταφορά σορών· η κυβέρνηση, όμως, θεώρησε ότι καμία πληροφορία από το κράτος του οποίου προΐσταται δεν είναι αξιόπιστη, αν δεν τύχει ιατροδικαστικής διασταύρωσης.
Ο Τζανακόπουλος έχει δίκιο σε αυτό: Οι νεκροί δεν κρύβονται. Το ερώτημα –ένα ερώτημα πέρα από το καλό και το κακό– είναι γιατί η κυβέρνηση επέλεξε, για λίγο, να τους κρύψει; Ποια ήταν τα ελατήρια πίσω από τη σκηνοθεσία της τηλεοπτικής σύσκεψης στο Κέντρο Επιχειρήσεων;
Πώς το, υποτίθεται, επικοινωνιακά επιδέξιο επιτελείο του Μαξίμου προέβη σε μια τόσο βάναυσα αυτοϋπονομευτική και αυτοϋπονομευτικά βάναυση παράσταση;
Το ότι επρόκειτο για παράσταση προκύπτει από μόνο το γεγονός ότι επιχειρησιακά η σύσκεψη ήταν τουλάχιστον αχρείαστη. Ηταν δε μάλλον επιζήμια, αφού απέσπασε τους επιχειρησιακούς παράγοντες από την πραγματική αποστολή τους.
Η αποσιώπηση των νεκρών παύει να είναι ακατανόητη, αν την εντάξει κανείς στη συριζαϊκή παράδοση. Εχοντας επανειλημμένως δικαιωθεί εκλογικά για τη δημαγωγική του δεινότητα –κι έχοντας κυβερνήσει με πρώτη ύλη τα αφηγηματικά τεχνάσματα–, ο ΣΥΡΙΖΑ δοκίμασε και στη φωτιά τη μανιέρα του. Δοκίμασε να δώσει χρόνο στον εαυτό του. Οι επιτελείς του πίστεψαν ότι αφήνοντας αδήλωτους τους νεκρούς εξασφάλιζαν μια εικονική παύση –ένα διάλειμμα καθησυχαστικής πλάνης– για να προλάβουν να δείξουν ότι έδρασαν τάχα προ της καταστροφής.
Το αποτέλεσμα ήταν η παραγωγή ενός θεάματος που δεν μπορεί παρά να στοιχειώσει τους πρωταγωνιστές του.
Η ψευτοσύσκεψη της Δευτέρας κοστίζει όχι ως πολιτική επιλογή. Κοστίζει επειδή...
επέκεινα της πολιτικής, αποκαλύπτει συγκεκριμένες ανθρώπινες ποιότητες. Ποιότητες στυγερές, που γίνονται ενστικτωδώς αντιληπτές από όλους, ανεξαρτήτως του αν είναι πολιτικώς υποψιασμένοι.
Η απόπειρα προπαγανδιστικής καταστολής των θυμάτων και η πενθήμερη αγνόηση των αγνοουμένων, που ακολούθησε, δεν έχουν συνέπειες μόνο συγκυριακές.
Δημιουργούν και μιαν απαράγραπτη εντύπωση: Οτι εδώ ούτε οι νεκροί δεν είναι ασφαλείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου