Toυ ΚΩΣΤΑ ΛΕΟΝΤΑΡΙΔΗ
Τι τέξεται η επιούσα;
Κύριος οίδεν ή για τους –μακριά από εμάς– μοιρολάτρες το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον.
«Τι βλέπεις;» Τρομάρα μας, από τις πιο επιπόλαιες ερωτήσεις διαχρονικά ιδίως όταν διατυπώνεται σε συνθήκες ακραίας ρευστότητας, παλινωδιών, καιρών παρανοϊκών, εν μέσω σεισμικών παγκόσμιων γεγονότων απ’ όπου αρδεύονται και τα δικά μας συγκοινωνούντα δοχεία· αυτονόητο πως όλα αυτά είναι βούτυρο στο ψωμί του μη προβλέψιμου. Μοιραία οι εκτιμήσεις σχοινοβατούν κι επιστρατεύεται η ασφαλής μέθοδος των πιθανών σεναρίων διά πάσαν νόσον. Ή η μαντική τέχνη, αρχετυπικό καταφύγιο με τα ήξεις αφήξεις να βολεύουν πομπούς και δέκτες.
Το έθεσε με μάλλον άγαρμπη ειρωνεία στο ποίημα «Η Διορία του Νέρωνος» ο Καβάφης.
Πήγε λοπόν ο αυτοκράτωρ στο Μαντείο των Δελφών, ρωτώντας: «Τι βλέπετε;».
Απάντηση: Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάσαι.
Ανακουφίστηκε ο Νέρων σαν να ήταν κοινός θνητός, σκεπτόμενος πόσα οράματά του είχε ακόμα να υλοποιήσει. Ηταν μόλις 30 χρόνων, στο άνθος της δημιουργικής ηλικίας, οπότε έως τα 73 ποιος ζει ποιος πεθαίνει. «Τώρα στην Ρώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο/ αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξίδι αυτό /που ήταν όλο μέρες απολαύσεως/ στα θέατρα, στους κήπους, στα γυμνάσια...». Δραματική, προφητική η τροπή στους επόμενους στίχους. «Αυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας/ κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί/ ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ».
Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε η Ιστορία. Ο Γάλβας εξωθήθηκε να διαδεχθεί τον Νέρωνα, ο οποίος πειθαρχώντας εις εαυτόν αυτοκτόνησε.
Με εξίσου διεισδυτική ματιά ο Τενεσί Ουίλιαμς ανέδειξε στα έργα του χαρακτήρες που δραπετεύουν από την πραγματικότητα, κρύβονται από τους οιωνούς, ομφαλοσκοπούν, πλάθουν το μέλλον με υλικά φαντασίας και μοιραία λυτρώνονται προκαταβολικά. Γυάλινος κόσμος, ευρύχωρος. Εντός του ενοικούν βιώνοντας αυτοπαραμυθία, ξορκίζοντας τον έξωθεν ζόφο, γνωστοί, ισχυροί και μη, κατά συνθήκην φίλοι, διπλανοί μας, κραδαίνοντας ύφος και αυτοπεποίθηση –προσοχή! ουδεμία σχέση με αισιοδοξία– λαϊφστάιλ εποχών, που κλέβουν τις εντυπώσεις ανυποψίαστων και κάνουν άλλους να απορούν.
Να είναι από ατόφια βλακεία;
Ανεστραμμένη παρελκυστική ανασφάλεια;
Ψυχική απαιδευσιά απέναντι στα δεινά των πολλών;
Παχυδερμισμό; Επάρατη οίηση;
Είναι κι αυτά...
στοιχεία πλαστής ή μη ταυτότητας αυτών που ζουν στην άθραυστη καρακοσμάρα τους.
Τι τέξεται η επιούσα;
Τι τέξεται η επιούσα;
Κύριος οίδεν ή για τους –μακριά από εμάς– μοιρολάτρες το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον.
«Τι βλέπεις;» Τρομάρα μας, από τις πιο επιπόλαιες ερωτήσεις διαχρονικά ιδίως όταν διατυπώνεται σε συνθήκες ακραίας ρευστότητας, παλινωδιών, καιρών παρανοϊκών, εν μέσω σεισμικών παγκόσμιων γεγονότων απ’ όπου αρδεύονται και τα δικά μας συγκοινωνούντα δοχεία· αυτονόητο πως όλα αυτά είναι βούτυρο στο ψωμί του μη προβλέψιμου. Μοιραία οι εκτιμήσεις σχοινοβατούν κι επιστρατεύεται η ασφαλής μέθοδος των πιθανών σεναρίων διά πάσαν νόσον. Ή η μαντική τέχνη, αρχετυπικό καταφύγιο με τα ήξεις αφήξεις να βολεύουν πομπούς και δέκτες.
Το έθεσε με μάλλον άγαρμπη ειρωνεία στο ποίημα «Η Διορία του Νέρωνος» ο Καβάφης.
Πήγε λοπόν ο αυτοκράτωρ στο Μαντείο των Δελφών, ρωτώντας: «Τι βλέπετε;».
Απάντηση: Τα εβδομήντα τρία χρόνια να φοβάσαι.
Ανακουφίστηκε ο Νέρων σαν να ήταν κοινός θνητός, σκεπτόμενος πόσα οράματά του είχε ακόμα να υλοποιήσει. Ηταν μόλις 30 χρόνων, στο άνθος της δημιουργικής ηλικίας, οπότε έως τα 73 ποιος ζει ποιος πεθαίνει. «Τώρα στην Ρώμη θα επιστρέψει κουρασμένος λίγο/ αλλά εξαίσια κουρασμένος από το ταξίδι αυτό /που ήταν όλο μέρες απολαύσεως/ στα θέατρα, στους κήπους, στα γυμνάσια...». Δραματική, προφητική η τροπή στους επόμενους στίχους. «Αυτά ο Νέρων. Και στην Ισπανία ο Γάλβας/ κρυφά το στράτευμά του συναθροίζει και το ασκεί/ ο γέροντας ο εβδομήντα τριώ χρονώ».
Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε η Ιστορία. Ο Γάλβας εξωθήθηκε να διαδεχθεί τον Νέρωνα, ο οποίος πειθαρχώντας εις εαυτόν αυτοκτόνησε.
Με εξίσου διεισδυτική ματιά ο Τενεσί Ουίλιαμς ανέδειξε στα έργα του χαρακτήρες που δραπετεύουν από την πραγματικότητα, κρύβονται από τους οιωνούς, ομφαλοσκοπούν, πλάθουν το μέλλον με υλικά φαντασίας και μοιραία λυτρώνονται προκαταβολικά. Γυάλινος κόσμος, ευρύχωρος. Εντός του ενοικούν βιώνοντας αυτοπαραμυθία, ξορκίζοντας τον έξωθεν ζόφο, γνωστοί, ισχυροί και μη, κατά συνθήκην φίλοι, διπλανοί μας, κραδαίνοντας ύφος και αυτοπεποίθηση –προσοχή! ουδεμία σχέση με αισιοδοξία– λαϊφστάιλ εποχών, που κλέβουν τις εντυπώσεις ανυποψίαστων και κάνουν άλλους να απορούν.
Να είναι από ατόφια βλακεία;
Ανεστραμμένη παρελκυστική ανασφάλεια;
Ψυχική απαιδευσιά απέναντι στα δεινά των πολλών;
Παχυδερμισμό; Επάρατη οίηση;
Είναι κι αυτά...
στοιχεία πλαστής ή μη ταυτότητας αυτών που ζουν στην άθραυστη καρακοσμάρα τους.
Τι τέξεται η επιούσα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου