ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Toυ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Η σχέση του Παναγιώτη Λαφαζάνη με τον Γιάνη
Βαρουφάκη είναι η σχέση του καλόγερου με τον θρησκευόμενο πορνοστάρ.
Το μόνο που τους ενώνει είναι ότι στην ταυτότητά τους αναγράφεται το ίδιο θρήσκευμα.
Καθηλωμένος στα παλαιά συναξάρια του αντικαπιταλισμού, ο Λαφαζάνης δεν θα μπορούσε ποτέ να μιλήσει τη γλώσσα του πολιτικού πορνό χάρη στην οποία ο Βαρουφάκης σταδιοδρομεί ως πανελίστας και μπεστσελερίστας, στύβοντας και ξαναστύβοντας τη μικρή του υπουργική θητεία για νέους κάθε φορά σκανδαλιστικούς χυμούς.
Η επικοινωνιακή ασυμμετρία μεταξύ των δύο συσκοτίζει και το πραγματικό τους αποτύπωμα στην πρώιμη φάση του συριζαϊκού εγχειρήματος. Αυτά που υποτίθεται ότι ο Βαρουφάκης «αποκαλύπτει» –οι μαγικές χρηματοοικονομικές τρόμπες με τις οποίες θα ανέπνεε η αποκομμένη από το ευρώ ελληνική οικονομία, τα σχέδια με τα αποκρυφιστικά ονόματα– ο Λαφαζάνης τα προπαγάνδιζε απλά, σε παλαιοκομμουνιστική γλώσσα, ήδη από το ξέσπασμα της κρίσης.
Ως οργανικό μέρος του ΣΥΡΙΖΑ, η κεκοιμημένη πλέον Αριστερή του Πλατφόρμα κήρυττε τον δραχμισμό όχι μόνο θεωρητικά, αλλά τον είχε, ας πούμε, καταστρώσει και επιχειρησιακά: Δεν πληρώνουμε, εθνικοποιούμε τις τράπεζες, πάμε Ρωσία, παίρνουμε κάποια δισεκατομμυριάκια για τον δρόμο, πάμε Καράκας, παίρνουμε πετρέλαιο, πάμε BRICS, παίρνουμε δάνειο, και τα λοιπά, και τα λοιπά.
Το ότι ο Τσίπρας δεν ήρθε σε ρήξη με τη λαφαζανική μειοψηφία παρά μόνον αφότου εκείνη απέσυρε ουσιαστικά την εμπιστοσύνη της από την κυβέρνησή του, τον Ιούλιο του 2015, δεν ήταν προϊόν μόνο εσωκομματικού τακτικισμού. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ διατηρούσε τον λώρο με τη δραχμική του πτέρυγα επειδή διατηρούσε ζωντανό στο μυαλό του και το ενδεχόμενο της ρήξης. Δεν περίμενε να στρατολογήσει τον Βαρουφάκη για να σκεφτεί τα «άλλα λιμάνια» εκτός Ευρωζώνης.
Τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν κρυφό. Ολα –ακόμη και η στοχοποίηση του Στουρνάρα, ακόμη και η ενδοσυριζαϊκή φαγούρα με τον Δραγασάκη– είχαν εκδηλωθεί πριν καν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει την εξουσία. Ολα εκτυλίχθηκαν κατόπιν στο φως, ως σχοινοβατικοί πειραματισμοί. Η βαρουφάκεια αφήγηση τους προσθέτει μόνο το ηδονοβλεπτικό δέλεαρ – την εντύπωση της κρυφής κάμερας μέσα στο δωμάτιο εκείνης της καθ’ ομολογίαν ανίδεης εξουσίας.
Ο Βαρουφάκης υποδαυλίζει τον αποτροπιασμό αυτών που ήταν ήδη φρικαρισμένοι με τον ΣΥΡΙΖΑ – αυτών που, ούτως ή άλλως, δεν τον ψήφισαν, όχι επειδή είχε «κατά λάθος» υπουργό τον Γιάνη, αλλά επειδή είχε ως «σωστό» και αναντικατάστατο υπουργό τον Λαφαζάνη· επειδή, ρητά και άρρητα, είχε διατρανώσει την εχθρότητά του προς το ευρωπαϊκό πεπρωμένο της χώρας.
Ξέραμε πώς εκδηλώθηκε και πώς εκτονώθηκε αυτή η εχθρότητα. Σε αυτό που δεν έχουμε ακόμη οριστικά απαντήσει είναι...
πώς κατάφερε να γίνει τρις πλειοψηφική.
Και πώς εξακολουθεί, μεταλλαγμένη, να κινεί τη μακροβιότερη κυβέρνηση της κρίσης.
Το μόνο που τους ενώνει είναι ότι στην ταυτότητά τους αναγράφεται το ίδιο θρήσκευμα.
Καθηλωμένος στα παλαιά συναξάρια του αντικαπιταλισμού, ο Λαφαζάνης δεν θα μπορούσε ποτέ να μιλήσει τη γλώσσα του πολιτικού πορνό χάρη στην οποία ο Βαρουφάκης σταδιοδρομεί ως πανελίστας και μπεστσελερίστας, στύβοντας και ξαναστύβοντας τη μικρή του υπουργική θητεία για νέους κάθε φορά σκανδαλιστικούς χυμούς.
Η επικοινωνιακή ασυμμετρία μεταξύ των δύο συσκοτίζει και το πραγματικό τους αποτύπωμα στην πρώιμη φάση του συριζαϊκού εγχειρήματος. Αυτά που υποτίθεται ότι ο Βαρουφάκης «αποκαλύπτει» –οι μαγικές χρηματοοικονομικές τρόμπες με τις οποίες θα ανέπνεε η αποκομμένη από το ευρώ ελληνική οικονομία, τα σχέδια με τα αποκρυφιστικά ονόματα– ο Λαφαζάνης τα προπαγάνδιζε απλά, σε παλαιοκομμουνιστική γλώσσα, ήδη από το ξέσπασμα της κρίσης.
Ως οργανικό μέρος του ΣΥΡΙΖΑ, η κεκοιμημένη πλέον Αριστερή του Πλατφόρμα κήρυττε τον δραχμισμό όχι μόνο θεωρητικά, αλλά τον είχε, ας πούμε, καταστρώσει και επιχειρησιακά: Δεν πληρώνουμε, εθνικοποιούμε τις τράπεζες, πάμε Ρωσία, παίρνουμε κάποια δισεκατομμυριάκια για τον δρόμο, πάμε Καράκας, παίρνουμε πετρέλαιο, πάμε BRICS, παίρνουμε δάνειο, και τα λοιπά, και τα λοιπά.
Το ότι ο Τσίπρας δεν ήρθε σε ρήξη με τη λαφαζανική μειοψηφία παρά μόνον αφότου εκείνη απέσυρε ουσιαστικά την εμπιστοσύνη της από την κυβέρνησή του, τον Ιούλιο του 2015, δεν ήταν προϊόν μόνο εσωκομματικού τακτικισμού. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ διατηρούσε τον λώρο με τη δραχμική του πτέρυγα επειδή διατηρούσε ζωντανό στο μυαλό του και το ενδεχόμενο της ρήξης. Δεν περίμενε να στρατολογήσει τον Βαρουφάκη για να σκεφτεί τα «άλλα λιμάνια» εκτός Ευρωζώνης.
Τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν κρυφό. Ολα –ακόμη και η στοχοποίηση του Στουρνάρα, ακόμη και η ενδοσυριζαϊκή φαγούρα με τον Δραγασάκη– είχαν εκδηλωθεί πριν καν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει την εξουσία. Ολα εκτυλίχθηκαν κατόπιν στο φως, ως σχοινοβατικοί πειραματισμοί. Η βαρουφάκεια αφήγηση τους προσθέτει μόνο το ηδονοβλεπτικό δέλεαρ – την εντύπωση της κρυφής κάμερας μέσα στο δωμάτιο εκείνης της καθ’ ομολογίαν ανίδεης εξουσίας.
Ο Βαρουφάκης υποδαυλίζει τον αποτροπιασμό αυτών που ήταν ήδη φρικαρισμένοι με τον ΣΥΡΙΖΑ – αυτών που, ούτως ή άλλως, δεν τον ψήφισαν, όχι επειδή είχε «κατά λάθος» υπουργό τον Γιάνη, αλλά επειδή είχε ως «σωστό» και αναντικατάστατο υπουργό τον Λαφαζάνη· επειδή, ρητά και άρρητα, είχε διατρανώσει την εχθρότητά του προς το ευρωπαϊκό πεπρωμένο της χώρας.
Ξέραμε πώς εκδηλώθηκε και πώς εκτονώθηκε αυτή η εχθρότητα. Σε αυτό που δεν έχουμε ακόμη οριστικά απαντήσει είναι...
πώς κατάφερε να γίνει τρις πλειοψηφική.
Και πώς εξακολουθεί, μεταλλαγμένη, να κινεί τη μακροβιότερη κυβέρνηση της κρίσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου