ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΓΑΝΤΕΣ - ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Κουνέλλης μικρό μου, όχι κουνέλι



Πολλά πράγματα με συγκινούν… Μέχρι δακρύων. Ολο και πιο πολύ, το «δακρύων», στην ηλικία μου. Το ευσυγκίνητο, βλέπεις. Λυγμός ψυχής να προλάβει ν΄ αποδώσει τιμές, σε ό,τι κρίνει, ότι τους πρέπει…  


Μέχρι δακρύων. Με συγκινούν, για παράδειγμα, οι σφιχτές, αληθινές αγκαλιές. Η τρυφερότητα, όπου τη βλέπω να χαϊδεύει, με βλέμμα. Τα επιεική χαμόγελα αλλά και τα ενθαρρυντικά, που σου ακουμπάνε, τόσο δα την πλάτη, ίσα να σου βάλουν φτερά. Με συγκινούν τα μάτια της εγγονής μου Εριέττας, γιατί μέσα τους βλέπω το βλέμμα μου, το πρώτο. Με συγκινούν λέξεις που δεν περνάνε από τη διαδρομή του νου αλλά του ενστίκτου, του σοφού ασυνείδητου. Με συγκινούν τα ποιήματα. Ο ιερός μινιμαλισμός των λέξεων των αισθημάτων. Με συγκινούν οι αμυγδαλιές. Το «τσακ» που κατακλύζει όλο το μέσα μου, με το που τις αντικρίζω ανθισμένες… Ξανά. Ξανά! Κάθε χρόνο, ξανά. Με συγκινούν, αυτά κι αν με συγκινούν, τα παιδιά σε Μουσεία, σε Πινακοθήκες του εξωτερικού. Όπως κάθονται οκλαδόν και περιεργάζονται με το βλέμμα τους, ένα έργο. Και μια δασκάλα ή ένας δάσκαλος τους εξηγεί. Και υπάρχει ησυχία. Και μετά ρωτάνε με ευγένεια. Για να κατανοήσουν, όχι για να απλώσουν γήπεδο για σαχλαμάρα και χαχανητά.


Διάβασα τη δυσάρεστη είδηση του θανάτου δυο ζωγράφων. Του Δημήτρη Μυταρά. Και του Γιάννη Κουνέλλη. 


Ο πρώτος «δικός μας». Οικείος… Σχετικά. Πάντα «σχετικά». Στα μέρη μας δημιούργησε, μεγαλούργησε, με συγκινητική μάλιστα διάθεση, να μεταλαμπαδεύσει σε παιδιά, την τέχνη της ζωγραφικής. Ο δεύτερος; Ο μαέστρος της «arte povera», όπως τον τίμησαν, με πηχυαίους τίτλους τα ιταλικά ΜΜΕ. Χώρα της επιλογής του. Ένας ακόμα, εκείνης της γενιάς, που χρησιμοποίησε «ταπεινά υλικά», ασφυκτιώντας από το τελάρο. «Εμείς που βγήκαμε με τη δουλειά μας έξω από το τελάρο, το κάναμε επειδή μας περιόριζε την έκφραση, για να πλησιάσουμε τους άλλους, για να είμαστε διαλεκτικοί και αυτό μας ελευθέρωσε. Όταν άρχισα να δημιουργώ, είχε απομείνει ένα φάντασμα στο κέντρο του, κάτι σαν μοιρολόι. Και εκεί πρέπει να πεις όχι». Στο μοιρολόι. Σ΄αυτό που «έχεις». Τα «όχι» ορίζουν τους αληθινά μεγάλους. Ένας ακόμα, ένας μπροστάρης, μιας γενιάς μερικών, που ταξίδεψαν πέραν της «Ακρόπολης». Πέραν; «Ο ουμανισμός τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται σε κρίση. Απαιτεί πάντα ένα μέτρο κι αυτό βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, είναι ο Παρθενώνας. Κι αυτό είναι το μέλλον, δεν είναι το παρελθόν». Η Ακρόπολη. Πάντα η Ακρόπολη. Ευλογία και κατάρα. Και παράλληλα, η αιώνια μας άγνοια. Η σχεδόν κατ’ επιλογήν. Ακόμα και για την Ακρόπολη… Χωρίς χρώματα την υμνούμε, τη δοξάζουμε. Την Ακρόπολη, την πλήρη χρωμάτων. Το φαντάζεστε; Τη φαντάζεστε;

Νοιώθω βαθιά συγκίνηση και ευγνωμοσύνη, για αυτά τα ιερά πλάσματα, που άφησαν στην ιστορία της ελληνικής τέχνης, στίγμα σύγχρονου πολιτισμού. Για τη γενναία διαδρομή της ψυχανάγκης τους. Όπως μ’ αρέσει να τη λέω.  


Πόσοι νομίζετε τόλμησαν, ως άλλοι Οδυσσέες, να βγούνε στα κύματα του «κόσμου», Βυζαντινοί να συναπαντήσουν Αναγεννησιακούς; 


Πόσο γενναίοι, να κόψουν με τα δόντια τους ομφάλιους λώρους και να ταξιδέψουν, να δουν, να προβληματιστούν, να λογαριαστούν, εκτός και εντός τους, ιδίως εντός τους, για να ευλογηθούν μια μέρα να δέσουν, ετούτη τη φορά, ανάλαφρη κλωστή με το παρελθόν. Σε έναν τόπο, τόσο τραγικά αγκυλωμένο στο παρελθόν του (που το αγνοούν). Παρελθόν πάντα και μόνο «ένδοξο»! Τόσο με νύχια και σφιγμένα χέρια κρατημένοι που….Λες και αν, τόσο δα, τ’ αφήσουμε, θα μείνουμε ανέστιοι, γυμνοί. Θα μείνουμε Τίποτα.



Πέθανε ο Δημήτρης Μυταράς. Πέθανε ο Γιάννης Κουνέλλης. Τι «ατυχία» κι αυτή, να πεθάνουν την ίδια μέρα και να τους τιμήσουμε λες και είναι ίδιο «πράγμα». Αναιδής, προς τον Κουνέλλη, αδικία!… Αλλά τι τα θες… Στα χρόνια της Google, δυο τρία κουμπιά κι έχεις τη ζωή και το έργο τους μπροστά στα μάτια σου. Με τεράστια ευκολία. Δεν θα τα αισθανθείς, βέβαια, τα έργα τους. Τη συγκίνηση με το συναπάντημά τους. Αυτό είναι ένα θέμα Τεράστιοι «εγκέφαλοι» πληροφοριών μας προσφέρονται. Το πότε θα τις επεξεργαστούμε με τις αισθήσεις, είναι κι αυτό ένα θέμα.  


Ωστόσο, ξέρω. Είμαι εκατό τα εκατό σίγουρη. Θα γραφτούν τόσα και τόσα, για τον γνωστό μας-παντελώς άγνωστο Κουνέλλη. Θα τον τιμήσουμε. Νεκρούς ξέρουμε να τιμάμε τους καλλιτέχνες.  


Αλλά… Πόσα σχολεία εκμεταλλεύτηκαν την επαφή των παιδιών με τους καλλιτέχνες μας, εν ζωή; 


Πόσα ελληνικά Πανεπιστήμια; 


Πόσοι... 
φοιτητές… Πόσοι της Σχολής Καλών Τεχνών; 


Επιτρέψτε μου, έχοντας την τιμή να γράψω την μοναδική βιογραφία του Κώστα Τσόκλη, άλλου ιερού τέρατος εκείνης της γενιάς, να γνωρίζω από πρώτο χέρι.


Πολλές φορές τα βράδια, όταν αναζητώ κάτι ωραίο να σκεφτώ, ονειρεύομαι τη συνωμοσία των μαμάδων και των δασκάλων. Των αληθινών δασκάλων. Με μιας γεμίζω ελπίδα για τη χώρα μου. Κοιμάμαι ωραία. 


Το πρωί ζω με εφιάλτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου