Γράφει ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
Η
Τουρκική πλευρά επέμενε σταθερά μέχρι τώρα στην άρνησή της να συζητήσει
το εδαφικό, που είναι το κρισιμότερο κεφάλαιο του Κυπριακού και
συνδέεται με τον πυρήνα του προβλήματος, που είναι η Τουρκική εισβολή
και κατοχή. Προέτασσε τα άλλα κεφάλαια, που αφορούν τη διακυβέρνηση και
τον λεγόμενο «διαμοιρασμό της εξουσίας», ως το Κυπριακό να ήταν
συνταγματικό θέμα και όχι θέμα Τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Η Ελληνική πλευρά, αγόμενη από ενδοτικές
ηγεσίες, ευεπίφορες σε ξένες πιέσεις και υποδείξεις, ανέχθηκε και
συνέπραξε με την τουρκική αυτή τακτική.
Η τελευταία έχει, προφανώς, ως
στόχο να παρουσιάζει το Κυπριακό ως διακοινοτική διαφορά και να καλύπτει
διεθνώς τον ρόλο της Άγκυρας και να προωθεί σταδιακά, μέσα από τη
συζήτηση της εσωτερικής πτυχής, την αναγνώριση των τετελεσμένων
γεγονότων και του ψευδοκράτους.
Αποτέλεσε σταθμό από την άποψη αυτή η αποδοχή από την Ελληνική πλευρά
αρχικά της λεγόμενης διζωνικής ομοσπονδίας και στη συνέχεια της
λεγόμενης πολιτικής ισότητας. Το ΑΚΕΛ, το οποίο, περιέργως για Αριστερό
κόμμα, πρωτοστάτησε στην πολιτική της διζωνικής, σε συνδυασμό με την
περίφημη πολιτική «προσεγγίσεως» με τους Τουρκοκυπρίους, προσπάθησε να
τη φορτώσει στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Πρόκειται όμως για ιστορική
αναλήθεια και για εσκεμμένη παραπλάνηση της κοινής γνώμης. Ο Μακάριος
ουδέποτε αποδέχθηκε τη διζωνική, γιατί διέβλεπε ακριβώς στην ορολογία
αυτή χωριστά κράτη και σύνορα. Αναφερόταν πάντα σε διπεριφερειακή. Κατά
τη συνάντησή του με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς, το 1977,
συμφώνησε στην ιδέα της διπεριφερειακής ομοσπονδίας, αλλά έθεσε ως
προϋπόθεση, που θα διεσφάλιζε την ενότητα του κράτους, τις τρεις αρχές:
Την ελεύθερη διακίνηση, την ελεύθερη εγκατάσταση και το δικαίωμα
περιουσίας.
Οι επίγονοι του Μακαρίου, και συγκεκριμένα από τον Γιώργο Βασιλείου και
εντεύθεν, άρχισαν να κάνουν λόγο για διζωνική και να ξεχνούν σταδιακά
τις τρεις προϋποθέσεις που είχε θέσει ο Μακάριος για τη διπεριφερειακή
ομοσπονδία. Οι υποχωρήσεις και οι διολισθήσεις συνεχίσθηκαν στα θέματα
της ενιαίας κυριαρχίας και στη λεγόμενη πολιτική ισότητα. Η ιδέα της
διζωνικής, όπως και η πολιτική ισότητα, παραπέμπει, προφανώς, σε δύο
ισοκυρίαρχα μέρη, που είναι συμβατά με συνομοσπονδία παρά με ομοσπονδία.
Επιστρατεύθηκαν τα Ηνωμένα Έθνη για να καθορίσουν ακριβώς την έννοια της
«πολιτικής ισότητας». Τα τελευταία απεφάνθησαν ότι η ισοτιμία δεν
πρέπει να νοείται με την έννοια της αριθμητικής ισότητας αλλά της
αποτελεσματικής συμμετοχής στην εξουσία.
Μπορεί όμως να διαπιστώσει
κανείς πώς ερμηνεύει σήμερα την ισοτιμία η Τουρκική πλευρά, η οποία
διεκδικεί, με βάση την αρχή αυτή, πλήρη εξίσωση της μειοψηφίας με την
πλειοψηφία και κατάλυση κάθε έννοιας δημοκρατικής αρχής;
Με τις υποχωρήσεις αυτές της Ελληνικής πλευράς ανέλαβε ενεργό ρόλο ο
ξένος παράγων να προωθήσει μια κατάφωρα φιλο-Τουρκική λύση, με βάση το
γνωστό σχέδιο Ανάν.
Το σχέδιο αυτό απερρίφθη από τον Κυπριακό λαό. Η
απόρριψη περιελάμβανε, προφανώς, και τις υποχωρήσεις που είχαν γίνει και
την ίδια τη διζωνική ομοσπονδία, που ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο
είχαν ενταχθεί. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιγε την προοπτική για
μια άλλη στρατηγική στο Κυπριακό, με στόχο μια λύση που θα έχει ως βάση
το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Υπέχουν τεράστιες ευθύνες οι πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο, που
πρωτοστάτησαν για την επιστροφή και τον επανεγκλωβισμό της Ελληνικής
πλευράς σε μια χρεοκοπημένη και πλήρως αποτυχημένη στρατηγική στο
Κυπριακό. Είναι οι δυνάμεις που πρωτοστατούν και σήμερα σ’ έναν
απίστευτο κατήφορο στο Κυπριακό, που απειλεί πλέον το μέλλον ολόκληρης
της Κύπρου. Οι ηγεσίες, συγκεκριμένα, του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ, που
συμπλέουν πλήρως σε μια πολιτική υποχωρήσεων, που οδηγεί στην κατάλυση
της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην υποκατάστασή της από ένα μόρφωμα, που
είναι βασικά συνομοσπονδία και ομοσπονδία μόνο εκεί που συμφέρει την
Τουρκική πλευρά. Συγκεκριμένα, στον τομέα των φυσικών πόρων, που
περιλαμβάνει το φυσικό αέριο στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου.
Η Τουρκική πλευρά, σε όλη τη διαδρομή των διακοινοτικών συνομιλιών,
χρησιμοποίησε συστηματικά ως δόλωμα το εδαφικό για να αποσπά συνεχώς
νέες υποχωρήσεις από την Ελληνική πλευρά. Με το δόλωμα αυτό μεταφέρθηκαν
προσφάτως οι συνομιλίες στο Mont Pelerin, στην Ελβετία, με υποσχέσεις
ότι το εδαφικό θα ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων και ότι η Τουρκική
πλευρά θα παρουσίαζε χάρτη για το εδαφικό. Οι προσδοκίες όμως αυτές
διαψεύσθηκαν. Η συζήτηση για το εδαφικό έγινε συζήτηση για κριτήρια.
Περιέργως μάλιστα, τα κριτήρια που αναφέρονται από την Ελληνική πλευρά
δεν περιλαμβάνουν το κριτήριο της ιδιοκτησίας, που είναι το ισχυρότερο,
με βάση το διεθνές και το Ευρωπαϊκό δίκαιο.
Τι σημαίνει αυτό;
Η Τουρκική
πλευρά επιδιώκει, ως γνωστόν, να σφετερισθεί τις Ελληνο-Κυπριακές
περιουσίες παραπέμποντας σε αποζημιώσεις, που θα πληρώσουν μάλιστα, κατά
το μεγαλύτερο μέρος, τα ίδια τα θύματα. Η Τουρκική πλευρά συνέδεσε
επιπλέον το εδαφικό με την απαίτησή της για τη σύγκληση Πενταμερούς
Διασκέψεως για τη συζήτηση των θεμάτων της ασφάλειας και των εγγυήσεων.
Εξάρτησε μάλιστα το εδαφικό όχι μόνο από τη σύγκληση της Διασκέψεως
αυτής αλλά και...
από την έκβασή της. Την αποδοχή δηλαδή από την Ελληνική
πλευρά των αξιώσεών της για νέες εγγυήσεις και για παραμονή Τουρκικών
στρατευμάτων και μετά τη «λύση».
Η επίσκεψη στην Αθήνα του Κυπρίου Προέδρου είχε γι’ αυτό ιδιαίτερη
σημασία. Τόσο ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας όσο και ο
πρωθυπουργός, στις προσφωνήσεις τους προς τον Αμερικανό Πρόεδρο, δήλωσαν
σαφώς ότι η Ελλάδα δεν αποδέχεται, σε καμιά περίπτωση, ξένες εγγυήσεις
για ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και παραμονή Τουρκικών
στρατευμάτων μετά τη «λύση». Εάν οι διαβεβαιώσεις αυτές είναι σταθερές
και εάν υπήρξε, πράγματι, κοινή γραμμή Ελλάδος και Κύπρου πάνω στη βάση
αυτή, όπως ανακοινώθηκε, είναι πηγή ελπίδας ότι θα υπάρξουν επιτέλους
κάποιες κόκκινες γραμμές σε μια διαπραγμάτευση που μοιάζει με σημαδεμένη
τράπουλα, σε βάρος της Ελληνικής πλευράς.
Να τα δώσει όλα η Ελληνική πλευρά για να πάρει τι;
Την κατάλυση της
Κυπριακής Δημοκρατίας, τη μετατροπή όλης της Κύπρου σε Τουρκικό
προτεκτοράτο με την υποταγή της Ελληνικής πλειοψηφίας στην Τουρκική
μειοψηφία, που εξαρτάται πλήρως από την Άγκυρα, και την αρπαγή από την
τελευταία του φυσικού αερίου της Κύπρου, μέσα από την οριοθέτηση της ΑΟΖ
μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου, μετά τη «λύση»;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου