ΣΥΡΙΖΟΤΣΑΡΛΑΤΑΝΑΔΙΚΟ: Τελικά ποιος μας έσωσε σύντροφοι;



Έχουν συμβεί τόσα πολλά τους τελευταίους 15 μήνες ώστε τα γεγονότα του Ιουλίου του 2015 να μοιάζουν σαν να ανήκουν σε μία άλλη εποχή. Όμως όλο και κάποια ανάρτηση, όλο και κάποιο δημοσίευμα του wikileaks, όλο και κάποιο νέο βιβλίο που κυκλοφορεί, όλο και κάποια τοποθέτηση σε συνέδριο, τα επαναφέρουν συνεχώς στην επικαιρότητα. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Τα συγκεκριμένα γεγονότα θα καθορίσουν για πολλά χρόνια τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και κοινωνία και τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν.

 
Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 αποφασίσθηκε και διεξήχθη για έναν ορισμένο λόγο (ο οποίος είναι και προφανής, αλλά και ρητά ομολογημένος, πλέον, από τον ίδιο τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης): διεξήχθη προκειμένου να δημιουργηθεί μεγάλη αναταραχή στις ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές ώστε να πανικοβληθούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες και να ενδώσουν στις πιέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για μία διευθέτηση που θα ήταν –υποτίθεται– «συμφέρουσα» και ικανοποιητική για την Ελλάδα. Δεν ήταν –συνεπώς– το δημοψήφισμα, μία σπασμωδική ενέργεια, ασύνδετη και άσχετη με όλες τις κινήσεις που είχαν προηγηθεί στα πλαίσια της «διαπραγμάτευσης». Ήταν, αντιθέτως, μία ενέργεια συνεπής με την εσωτερική λογική και με τον τρόπο του σκέπτεσθαι που χαρακτήριζε, στην πρώτη της περίοδο, την κυβέρνηση του Σύριζα. Γι’ αυτό η κυβέρνηση έβαλε στο δημοψήφισμα τα πάντα, όσα είχε και δεν είχε, έκλεισε και τις τράπεζες, και τα ’σπρωξε όλα στο τραπέζι, χωρίς να αφήσει τίποτα απ’ έξω.

 
Βεβαίως, παρά τη λογική συνάφειά της με τις δοξασίες που κυριαρχούν στο πνεύμα της κυβερνώσας παράταξης, η συγκεκριμένη πράξη ήταν απολύτως παράλογη αν ως κριτήριο ληφθεί η πραγματικότητα που επικρατεί στον αντικειμενικό κόσμο. Ήταν μία κυριολεκτικά βλακώδης ιδέα, που δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ούτε καν χαρτοπαικτική διότι ο χαρτοπαίκτης, τουλάχιστον, όταν διακινδυνεύει τα πάντα σε ένα κτύπημα, το κάνει διότι έχει ένα καλό χαρτί στο χέρι του. Οι κυβερνώντες την Ελλάδα δεν είχαν κανένα, απολύτως, χαρτί. Απλώς αγνοούσαν πώς λειτουργεί ο πραγματικός κόσμος. Και αυτό για τους εξής λόγους:

 
• Δεν υπήρχε περίπτωση να καταρρεύσουν οι αγορές. Αυτό ίσως θα μπορούσε να γινόταν το 2010. Ίσως. Όμως το 2015, και ειδικά μετά το PSI, ο κίνδυνος που αντιπροσώπευε η ελληνική χρεοκοπία για την ευρωπαϊκή οικονομία είχε πλέον «αποστειρωθεί», οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν κινδύνευαν και αυτό ήταν σαφές σε όλους. (Το είχαν γράψει πολύ καθαρά και διάφοροι ξένοι σχολιαστές, εξηγώντας με κάθε λεπτομέρεια το άτοπο του εγχειρήματος).


 
• Ακόμη, όμως, και να κατέρρεαν οι αγορές, αυτό δεν θα συνεπαγόταν σε καμία περίπτωση ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα υποχωρούσαν και θα ενέδιδαν στις απαιτήσεις της κυβέρνησης του Σύριζα. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αυτοεξευτελισμό τους και θα επέφερε την αυτοκατάργησή τους. Αν ήταν τόσο απλά τα πράγματα δεν θα γίνονταν ποτέ πόλεμοι: μόλις κάποιος που ήταν λίγο ισχυρότερος προέβαλε μία αξίωση ο λιγότερο ισχυρός θα υποχωρούσε για να αποφύγει τις συνέπειες. Το πιο πιθανό, λοιπόν, είναι ότι οι εταίροι όχι απλά δεν θα ενέδιδαν αλλά θα στρεφόντουσαν εναντίον της Ελλάδας, που θα ήταν υπεύθυνη των νέων προβλημάτων τους, με τιμωρητικό τρόπο.

 
 
• Αλλά και στην υποθετική περίπτωση που και οι αγορές θα κατέρρεαν και οι κυβερνήσεις θα υπέκυπταν στην αριστοτεχνική τεχνική του «κεραυνοβόλου οικονομικού πολέμου» από τον Σύριζα –κάτι που είναι ήδη απίθανο–, αυτό δεν θα είχε καμμία ευεργετική συνέπεια για την Ελλάδα, διότι οι προσκυνημένοι Ευρωπαίοι το πιο πιθανόν είναι ότι δεν θα εύρισκαν πουθενά πλέον, μέσα στην κατεστραμμένη ευρωπαϊκή οικονομία, να δανεισθούν τα τεράστια κονδύλια που θα χρειαζόντουσαν να προσφέρουν στον Σύριζα για να δεχθεί να συνθηκολογήσει μαζί τους. Ποιος κεφαλαιούχος –και μάλιστα όταν οι αγορές θα είχαν καταρρεύσει– θα δεχόταν να χρηματοδοτήσει χαριστικές παροχές προς τους ωραίους Έλληνες κλεφταρματωλούς που θα είχαν ταπεινώσει και ποδηγετήσει την αλαζονική Ευρώπη και μαζί της τον καπιταλισμό ολόκληρο;



• Αλλά άντε και ας πούμε ότι  θα γινόταν όλα αυτά. Ποιο άραγε θα ήταν το όφελος για την Ελλάδα από μία «καλύτερη» συμφωνία; Δηλαδή από μία συμφωνία που θα παραβίαζε την λογική του Μνημονίου και θα στηριζόταν σε μία άλλη λογική, «αντι-μνημονιακή» την φορά αυτή; Φυσικά κανένα. Διότι όλη η «αντι-μνημονιακή» συνθηματολογία δεν είναι παρά μία ρητορεία και δημαγωγία πολιτικών απατεώνων και ψυχολογικά ανισόρροπων ατόμων. 


 Εδώ και έξι χρόνια δεν μας έχουν κάνει ούτε μία φορά την χάρη να μας πουν τι ακριβώς είναι αυτό που ζητάνε, καίγοντας και σκοτώνοντας (στην κυριολεξία). Ζητάνε, μήπως, να μας χαρίζουν –άμα λάχει- οι Ευρωπαίοι σε ετήσια βάση όσα μας λείπουνε για να περνάμε ωραία; 40 δις τον χρόνο ας πούμε; Κανείς «αντι-μνημονιακός» δεν μας έχει ποτέ εξηγήσει, αναφερόμενος στα πραγματικά δεδομένα, τι ακριβώς είναι αυτό που διεκδικεί, με βάση το οποίο –μάλιστα– μπορεί να βρίζει τους Έλληνες πολίτες γερμανοτσολιάδες και Μερκελιστές. 


Προφανώς ζητάνε...
 να μας χαρίσουν το χρέος αλλά να μας δανείσουν αμέσως και άλλα τόσα όσα τα χαρισμένα. (Γιατί αυτό ακριβώς λένε όσοι διεκδικούν μείωση του χρέους αλλά και «εγκατάλειψη της λιτότητας»).


Το Μνημόνιο εξ αρχής είχε μία πάρα πολύ απλή λογική: να ζούμε εμείς οι Έλληνες με όσα πάνω-κάτω βγάζουμε. Όπως όλοι οι λαοί του κόσμου


Ο αντι- μνημονιακός, προφανώς θέλει να ζούμε με τα διπλά απ’ όσα βγάζουμε. Και τη διαφορά να την πληρώνουν οι ξένοι τοκογλύφοι. Αυτή είναι η ουσία της «αντι-μνημονιακής» πολιτικής, με την οποία οι υποστηρικτές της  έξι χρόνια τώρα έχουν ξεθεμελιώσει την χώρα. Δηλαδή ό,τι πιο παρανοϊκό μπορεί να φαντασθεί κανείς!
Αλλά και πάλι ας πούμε ότι το καταφέρναμε και αυτό. Δηλαδή να τους τα παίρνουμε χοντρά, στα ίσα και με νταηλίκι, χωρίς κανείς να τολμάει να μιλήσει. Όπως τα παίρνει ο εκβιαστής από τον μαγαζάτορα. Το τελικό ερώτημα στην περίπτωση αυτή είναι απλό:  


Θέλουμε μία κοινωνία στην οποία τα μέλη της θα τρώνε τα χρήματα της προστασίας που θα προσφέρουν λαϊκοί αγωνιστές στους Ευρωπαίους εταίρους; Που αντί για το 3% του ΑΕΠ που μας καταβάλουν σήμερα αγύριστο και αδαπάνως –και εμείς το θεωρούμε απολύτως φυσιολογικό να τα τσεπώνουμε, λες και είμαστε ζητιάνοι– θα μας καταβάλουν τότε το 33% ας πούμε; Ώστε να μην έχουμε «λιτότητα» αλλά να έχουμε «ανάπτυξη», όπως λέει και η καθιερωμένη άποψη; Και μία κοινωνία στην οποία τα παιδιά που μεγαλώνουν (όπως συνέβη στα δύστυχα παιδιά που άρχισαν να καταλαβαίνουν τον κόσμο τα έξι τελευταία χρόνια), δεν θα μαθαίνουν ότι πηγή της ευημερίας και της ευδαιμονίας είναι η δημιουργικότητα και η εργασία αλλά θα μαθαίνουν ότι το νόημα της ζωής βρίσκεται στα λεφτά που έρχονται άμα κάνεις ζόρικη και αγωνιστική διαπραγμάτευση με τους τοκογλύφους;  


Αν πραγματικά το θέλουμε, και πιστεύουμε ότι μία τέτοια κοινωνία έχει αξία (και  μέλλον), ας το επιχειρήσουμε. (Βέβαια μία κοινωνία στην οποία οι νέοι διδάσκονται ότι σκοπός της ζωής είναι να τα “αρπάνε” από τους ξένους και όχι να δημιουργούν και να προοδεύουν με την αξία τους, καθώς και ότι για ό,τι κακό τους συμβαίνει φταίνε οι άλλοι και ποτέ αυτοί οι ίδιοι για τις επιλογές ζωής και τις πράξεις τους, είναι μία κοινωνία σε διαδικασία αναπότρεπτου εκφυλισμού και παρακμής).

 
Στην πορεία για το αγωνιστικό και ηρωικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, πολλοί (συμπεριλαμβανομένου και του υπογράφοντος) είχαμε πιστέψει ότι υπήρχε ένα συντεταγμένο σχέδιο μίας αποφασισμένης ομάδας σταλινικών να αποσύρουν την Ελλάδα από την ευρωζώνη, και ίσως και από την ΕΕ. Μόνο που αυτή η εντύπωση που είχαμε όλοι εμείς αποδείχθηκε τελείως λανθασμένη. Η «αριστερά του Άγγελου Ελεφάντη» (γιατί αυτή μας κυβερνά σήμερα – με λίγο από ΚΝΕ και ΟΣΕ) είναι προφανές ότι δεν είχε κανένα τέτοιο σχέδιο, και γενικά δεν είχε κανένα σχέδιο εκτός από το να φτάσει τον εκβιασμό στα άκρα, ελπίζοντας, αφρόνως, ότι θα «επικρατήσει» στην διελκυστίνδα στην οποία νόμιζε ότι βρισκόταν με τους «δανειστές». Αυτό το είπε πολύ σωστά και πολύ λογικά ο πρωθυπουργός, πέρυσι, στη Βουλή, και είναι από τα λίγα σημεία που κάθε σοβαρός άνθρωπος θα συμφωνούσε μαζί του. Είπε, δηλαδή, στην αντιπολίτευση, απαντώντας στις συνεχείς κατηγορίες για συνωμοσίες επιστροφής στη δραχμή, ότι δεν πρέπει να τον πρήζουνε με κάτι που είναι εμφανές ότι δεν ισχύει, διότι εάν είχε παρόμοια πρόθεση και σχέδιο θα το είχε εφαρμόσει και ήδη θα είχαμε πάει στη δραχμή!

 
Πριν από λίγο καιρό η υπόθεση της σύγκρουσης ξαναήρθε στην επικαιρότητα με αφορμή την ελληνική έκδοση του βιβλίου ενός Αμερικανού οικονομολόγου που είναι τόσο έγκυρος ώστε προσήλθε αυτοβούλως σε αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου των ΗΠΑ για το έλλειμμα και το χρέος και κατέθεσε ότι το χρέος δεν υπάρχει, γιατί όσα πιο πολλά δανείζεται και ξοδεύει το κράτος, τόσα πιο πολλά εισπράττει, και έτσι ο λογαριασμός είναι πάντα στα ίσα του! (Για όποιον δεν πιστεύει, ας δει εδώ J. K. Galbraith, “Statement on the Commission on Deficit Reduction”). Ο ισχυρισμός του είναι ότι του είχε ανατεθεί από τον δαιμόνιο υπουργό Οικονομικών της εποχής η δημιουργία του εναλλακτικού νομίσματος. Από τα συγκεκριμένα αποσπάσματα, όμως, που αναφέρονται στο πόσο σημαντικό ήταν το πρόγραμμα για τους κυβερνώντες, προκύπτει σαφώς ότι κανείς από αυτούς δεν του έδωσε την παραμικρή σημασία. Και για να πούμε και του στραβού το δίκιο, σαφώς και έπρεπε να υπάρχει ένα εναλλακτικό σχέδιο για την περίπτωση που οι εταίροι έπαιρναν ανάποδες και μας πέταγαν έξω από την ευρωζώνη. Άλλο θέμα βέβαια ότι το σχέδιο ήταν για τα πανηγύρια. (Όπως προφανώς για τα πανηγύρια ήταν και η κρούση προς τους Ρώσους για να τυπωθούν στη Μόσχα οι δραχμές που δεν επέτρεπε η ΕΚΤ να τυπωθούν στον Χολαργό). Εγκληματικό, πάντως, θα ήταν να μην υπήρχε κανένα τέτοιο σχέδιο, όχι ότι υπήρχε, όπως λέει η αντιπολίτευση. (Αν θέλει να καυτηριάσει και να καταγγείλει κάτι, αυτό βεβαίως μπορεί να είναι ότι όλα τα σχέδια, και οι «αναζητήσεις», ήταν του ποδαριού.)

 
Είναι κατανοητό ότι στις κρίσιμες εκείνες ώρες ο πρωθυπουργός θα πρέπει να δέχθηκε πολλά τηλεφωνήματα, από πρώην χαλκέντερους πρωθυπουργούς, πρώην πλανητάρχες κλπ. Όμως όσο και να έχουμε στην Ελλάδα την τάση να ερμηνεύουμε τα πάντα ως προϊόντα παρασκηνιακών ενεργειών και συνωμοσιών το γεγονός είναι ένα και έχει γίνει πλέον καταφανές: τα πράγματα είναι πολύ απλά, και είναι έτσι ακριβώς όπως φαίνονται – δεν χρειάζεται καθόλου θεωρίες συνωμοσίας για να εξηγηθούν. Ο Σύριζα πήγε στη «σύγκρουση» με τους Ευρωπαίους χωρίς την πρόθεση μετάβασης στη δραχμή, αλλά και χωρίς κανένα σοβαρό σχέδιο, οπλισμένος μόνο με την αφελή πεποίθηση ότι θα τους τρομοκρατούσε με την απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη και θα τους τα «έπαιρνε». Εκεί, όμως, πριν προλάβει  να διατυπώσει καν την απειλή του, ήρθε αντιμέτωπος με τον Σόιμπλε ο οποίος ρώτησε πόσα θέλουμε να μας δώσει για να του αδειάσουμε την γωνιά και να αφήσουμε το ευρώ ήσυχο! Και τότε το παραμύθι της «σκληρής διαπραγμάτευσης» τελείωσε οριστικά και διά παντός. 


Δηλαδή τελικά δεν μας έσωσε (προσωρινά έστω γιατί δεν ξέρουμε τι γίνεται παρακάτω) ούτε ο «χαλκέντερος» πρώην πρωθυπουργός, ούτε ο Κλίντον, ούτε κανένας άλλος. Μας έσωσε ο δόκτωρ Σόιμπλε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου