"Tο ασημένιο μετάλλιο είναι σαν χρυσό για
μένα", είπε ο Ολυμπιονίκης Σπύρος Γιαννιώτης μετά τον θεαματικό αγώνα
που έδωσε στον τελικό της Μαραθώνιας Κολύμβησης.
Ο 36χρονος αθλητής, με αυτήν τη δήλωση και με τη μη αποδοχή της ένστασης να δοθούν δύο χρυσά μετάλλια, έδωσε παράλληλα δύο μάχες. Μια πραγματική, του ολυμπιακού τελικού, και μια συμβολική, ως ένας άνδρας που δημιουργεί παράδειγμα και αφήνει κληρονομιά.
Παρόμοια παραδείγματα αναδεικνύονται και από τους άλλους Ολυμπιονίκες. Σε μια χώρα όπου βυθίζεται στην απουσία ήθους και παραδείγματος, οι αθλητές σε αυτούς τους Ολυμπιακούς ήταν ένας φάρος σε μια γενικευμένη τρικυμία.
Στον αντίποδα έχουμε το δυστύχημα της Αίγινας. Τον 77χρονο οδηγό, ή όποιον βρισκόταν στο πηδάλιο της τρελής κούρσας σε έναν κλειστό κόλπο προορισμένο για παραθερισμό και χαρούμενες βουτιές στη θάλασσα. Την ξέφρενη ταχύτητα επίδειξης, μεγαλομανίας ή απώλειας ελέγχου ακολούθησε μυστικοπάθεια για το ποιος και το γιατί.
Η θάλασσα πρωταγωνιστεί και στα δύο περιστατικά ως σύμβολο ζωής αλλά και σήψης. Αλλωστε, γι’ αυτήν τη χώρα η θάλασσα ήταν και τα δύο, και ναυάγιο και ελπίδα.
Κοιτώντας τη θάλασσα ως κληρονομιά και ως μέλλον τι περιμένουμε;
Οι πολιτικοί μας γιατί θυμίζουν συνεχώς την αλαζονεία της ξέφρενης κούρσας παρά τη μεγαθυμία του ολυμπιονίκη;
Γιατί κολυμπάμε συνέχεια σε έναν βάλτο;
Σχεδόν το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας αδυνατεί, δυσκολεύεται ή είναι τόσο διεφθαρμένη που δεν κατανοεί σε ποια θέση βρίσκεται και τι πρέπει να κάνει ή να μην κάνει. Διαπράττει ανόσιες, παραβατικές, αλαζονικές, ανεύθυνες πράξεις και έπειτα κρύβεται, θολώνει τα νερά.
Στα μικρά κρινόμαστε άλλωστε. Ολες οι θέσεις, άσχετα από το τι επιβάλλει ο γραπτός νόμος, έχουν έναν συμβολικό, άρρητο νόμο που τις διαπνέει. Οχι, δεν είναι ηθικό ό,τι είναι νόμιμο, για να απαντήσουμε στη ρήση «σημαδεμένου» πολιτικού. Διότι όλη η χώρα συμβολικά πλέει σε μια θάλασσα με μια τεράστια πετρελαιοκηλίδα στη μέση.
Πάντα θα υπάρχει η δικαιολογία για το τι έκαναν οι προηγούμενοι. Φυσικά εδώ και τριάντα χρόνια, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η θάλασσα ξέρναγε κουφάρια. Το ήθος μοιάζει άγνωστη λέξη. Ομως η πολιτική, όπως η ψυχανάλυση διδάσκει, εκτός από τέχνη του εφικτού, πρέπει να είναι κυρίως η τέχνη του ευνουχισμού. Για να κάνεις κάτι πρέπει να χάσεις κάτι. Για να γίνεις υποκείμενο πρέπει να αποδεχθείς την έλλειψη. Τη στέρηση, τον περιορισμό.
Ο πολιτικός πρώτος από όλους, από την πρώτη στιγμή που θα σκεφθεί να αναμειχθεί στην πολιτική, οφείλει να αντιλαμβάνεται ότι πιο πολύ θα χάσει παρά θα κερδίσει. Δεν θα μπορεί να ζει όπως ζούσε, να εκφράζεται όπως θα ήθελε, να συνάπτει σχέσεις με ανθρώπους και συμφέροντα. Το αποτύπωμά του θα πρέπει να είναι το παράδειγμα ενός ανθρώπου που ζει ασκητικά.
Η πολιτική διαπνέεται από το αεράκι της ιδεολογίας. Η ιδεολογία επί της Αρχής κοιτάει σε βάθος τη θάλασσα, νοιάζεται για τη ζωοφόρο δύναμή της.
Ποια είναι, όμως, σήμερα η ιδεολογία που μας έχει διαπεράσει;
Ποιο είναι το ήθος των ιδεολόγων;
Τι κληρονόμησαν, τι αφήνουν, πώς διαχειρίζονται την κληρονομιά;
Τι τέκνα γέννησαν;
Ως υποκείμενα έχουμε όλοι ευθύνη. Το ζήτημα όμως, σύμφωνα με τον Μάσιμο Ρεκαλκάτι, στο βιβλίο του «Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου» (εκδ. Κέλευθος, 2016), είναι...
να αποδεχθούμε ότι έχουμε μια κληρονομιά. Οχι να φαντασιωνόμαστε συνέχεια ότι είμαστε ο περιούσιος, αυτοδημιούργητος λαός, που δεν στηρίζεται σε κανέναν, δεν εξαρτάται από κανέναν, δεν υπολογίζει κανέναν και δεν σέβεται κανέναν.
Αυτή είναι μια διαχείριση «αριστερού» τύπου, σύμφωνα με τον Ρεκαλκάτι, που οδηγεί στο βύθισμα των επόμενων γενεών. Η φαντασίωση του αυτοδημιούργητου, αυτού που δεν υπολογίζει κανέναν και δεν χρωστά σε κανέναν, είναι η μέγιστη έκφραση της ανθρώπινης τρέλας.
Ετσι όπως ο Τηλέμαχος στην «Οδύσσεια» περίμενε το καλό να έρθει από τη θάλασσα, περίμενε τον πατέρα του, δίνοντας παράλληλα την προσωπική του μάχη για τη διασφάλιση της τιμής και της περιουσίας, έτσι και οι δύο «ήρωες» αυτού του καλοκαιριού ανοίχθηκαν στη θάλασσα.
Ο ένας, ηρωικά, πάλεψε και κέρδισε, αποδεχόμενος τον συμβολικό ευνουχισμό της δεύτερης θέσης. Κληρονόμησε κάτι και αφήνει παρακαταθήκη στο διηνεκές κάτι σπουδαιότερο από ένα μετάλλιο.
Ο άλλος; Ο τραγικός ήρωας που σκόρπισε τον θάνατο, αψηφώντας όριο ταχύτητας και λοιπούς παραθεριστές, σύμβολο μιας Ελλάδας που αλαζονικά παραβαίνει κάθε αρχή και κάθε νόμο, τι παρακαταθήκη αφήνει;
Εμείς ποιας κληρονομιάς είμαστε κληρονόμοι;
Ποια είναι η ευθύνη μας;
Ο 36χρονος αθλητής, με αυτήν τη δήλωση και με τη μη αποδοχή της ένστασης να δοθούν δύο χρυσά μετάλλια, έδωσε παράλληλα δύο μάχες. Μια πραγματική, του ολυμπιακού τελικού, και μια συμβολική, ως ένας άνδρας που δημιουργεί παράδειγμα και αφήνει κληρονομιά.
Παρόμοια παραδείγματα αναδεικνύονται και από τους άλλους Ολυμπιονίκες. Σε μια χώρα όπου βυθίζεται στην απουσία ήθους και παραδείγματος, οι αθλητές σε αυτούς τους Ολυμπιακούς ήταν ένας φάρος σε μια γενικευμένη τρικυμία.
Στον αντίποδα έχουμε το δυστύχημα της Αίγινας. Τον 77χρονο οδηγό, ή όποιον βρισκόταν στο πηδάλιο της τρελής κούρσας σε έναν κλειστό κόλπο προορισμένο για παραθερισμό και χαρούμενες βουτιές στη θάλασσα. Την ξέφρενη ταχύτητα επίδειξης, μεγαλομανίας ή απώλειας ελέγχου ακολούθησε μυστικοπάθεια για το ποιος και το γιατί.
Η θάλασσα πρωταγωνιστεί και στα δύο περιστατικά ως σύμβολο ζωής αλλά και σήψης. Αλλωστε, γι’ αυτήν τη χώρα η θάλασσα ήταν και τα δύο, και ναυάγιο και ελπίδα.
Κοιτώντας τη θάλασσα ως κληρονομιά και ως μέλλον τι περιμένουμε;
Οι πολιτικοί μας γιατί θυμίζουν συνεχώς την αλαζονεία της ξέφρενης κούρσας παρά τη μεγαθυμία του ολυμπιονίκη;
Γιατί κολυμπάμε συνέχεια σε έναν βάλτο;
Σχεδόν το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας αδυνατεί, δυσκολεύεται ή είναι τόσο διεφθαρμένη που δεν κατανοεί σε ποια θέση βρίσκεται και τι πρέπει να κάνει ή να μην κάνει. Διαπράττει ανόσιες, παραβατικές, αλαζονικές, ανεύθυνες πράξεις και έπειτα κρύβεται, θολώνει τα νερά.
Στα μικρά κρινόμαστε άλλωστε. Ολες οι θέσεις, άσχετα από το τι επιβάλλει ο γραπτός νόμος, έχουν έναν συμβολικό, άρρητο νόμο που τις διαπνέει. Οχι, δεν είναι ηθικό ό,τι είναι νόμιμο, για να απαντήσουμε στη ρήση «σημαδεμένου» πολιτικού. Διότι όλη η χώρα συμβολικά πλέει σε μια θάλασσα με μια τεράστια πετρελαιοκηλίδα στη μέση.
Πάντα θα υπάρχει η δικαιολογία για το τι έκαναν οι προηγούμενοι. Φυσικά εδώ και τριάντα χρόνια, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η θάλασσα ξέρναγε κουφάρια. Το ήθος μοιάζει άγνωστη λέξη. Ομως η πολιτική, όπως η ψυχανάλυση διδάσκει, εκτός από τέχνη του εφικτού, πρέπει να είναι κυρίως η τέχνη του ευνουχισμού. Για να κάνεις κάτι πρέπει να χάσεις κάτι. Για να γίνεις υποκείμενο πρέπει να αποδεχθείς την έλλειψη. Τη στέρηση, τον περιορισμό.
Ο πολιτικός πρώτος από όλους, από την πρώτη στιγμή που θα σκεφθεί να αναμειχθεί στην πολιτική, οφείλει να αντιλαμβάνεται ότι πιο πολύ θα χάσει παρά θα κερδίσει. Δεν θα μπορεί να ζει όπως ζούσε, να εκφράζεται όπως θα ήθελε, να συνάπτει σχέσεις με ανθρώπους και συμφέροντα. Το αποτύπωμά του θα πρέπει να είναι το παράδειγμα ενός ανθρώπου που ζει ασκητικά.
Η πολιτική διαπνέεται από το αεράκι της ιδεολογίας. Η ιδεολογία επί της Αρχής κοιτάει σε βάθος τη θάλασσα, νοιάζεται για τη ζωοφόρο δύναμή της.
Ποια είναι, όμως, σήμερα η ιδεολογία που μας έχει διαπεράσει;
Ποιο είναι το ήθος των ιδεολόγων;
Τι κληρονόμησαν, τι αφήνουν, πώς διαχειρίζονται την κληρονομιά;
Τι τέκνα γέννησαν;
Ως υποκείμενα έχουμε όλοι ευθύνη. Το ζήτημα όμως, σύμφωνα με τον Μάσιμο Ρεκαλκάτι, στο βιβλίο του «Το σύμπλεγμα του Τηλέμαχου» (εκδ. Κέλευθος, 2016), είναι...
να αποδεχθούμε ότι έχουμε μια κληρονομιά. Οχι να φαντασιωνόμαστε συνέχεια ότι είμαστε ο περιούσιος, αυτοδημιούργητος λαός, που δεν στηρίζεται σε κανέναν, δεν εξαρτάται από κανέναν, δεν υπολογίζει κανέναν και δεν σέβεται κανέναν.
Αυτή είναι μια διαχείριση «αριστερού» τύπου, σύμφωνα με τον Ρεκαλκάτι, που οδηγεί στο βύθισμα των επόμενων γενεών. Η φαντασίωση του αυτοδημιούργητου, αυτού που δεν υπολογίζει κανέναν και δεν χρωστά σε κανέναν, είναι η μέγιστη έκφραση της ανθρώπινης τρέλας.
Ετσι όπως ο Τηλέμαχος στην «Οδύσσεια» περίμενε το καλό να έρθει από τη θάλασσα, περίμενε τον πατέρα του, δίνοντας παράλληλα την προσωπική του μάχη για τη διασφάλιση της τιμής και της περιουσίας, έτσι και οι δύο «ήρωες» αυτού του καλοκαιριού ανοίχθηκαν στη θάλασσα.
Ο ένας, ηρωικά, πάλεψε και κέρδισε, αποδεχόμενος τον συμβολικό ευνουχισμό της δεύτερης θέσης. Κληρονόμησε κάτι και αφήνει παρακαταθήκη στο διηνεκές κάτι σπουδαιότερο από ένα μετάλλιο.
Ο άλλος; Ο τραγικός ήρωας που σκόρπισε τον θάνατο, αψηφώντας όριο ταχύτητας και λοιπούς παραθεριστές, σύμβολο μιας Ελλάδας που αλαζονικά παραβαίνει κάθε αρχή και κάθε νόμο, τι παρακαταθήκη αφήνει;
Εμείς ποιας κληρονομιάς είμαστε κληρονόμοι;
Ποια είναι η ευθύνη μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου