ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΠΑΡΑΔΟΣΗ - ΠΑΣΧΑ Τα κόκκινα παπούτσια

Της ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ


Κάθισε σε μια καρέκλα. Οχι έτσι! Κάθισε όπως οι μεγάλες. Βάλε το ένα πόδι πάνω στο άλλο. Τώρα ανασήκωσε το αριστερό που είναι πάνω από το δεξί. Παίξτο λίγο, πέρα δώθε από τη γάμπα και κάτω. Να έχεις συνεχώς σκυμμένο το κεφάλι να χαζεύεις το παπούτσι. Πω, πω τι ωραίο που είναι το παπούτσι σου! Τώρα κατέβασε το αριστερό σου πόδι που το είχες πάνω στο δεξί. Ενωσε τα δυο πόδια, το ένα δίπλα στο άλλο. Κοίταξε και τα δυο παπούτσια μαζί. Πω, πω πόσο γυαλίζουν! Κόκκινα, κατακόκκινα, λουστρίνια! Τώρα σήκω. Κοίτα πώς περπατάνε τα παπούτσια.


Τα παπούτσια σε περπατάνε, όχι εσύ τα παπούτσια. Κοίτα το δεξί πόδι να βγαίνει μπροστά, κοίτα το αριστερό να βγαίνει μπροστά από το δεξί. Τι ωραίες οι τρυπούλες γύρω γύρω και η… πώς τη λέει η μαμά; Η μπαρέτα του. Τι ωραία που δένει! Εχουν και τακουνάκι… Εντάξει! Δεν είναι τόσο, όσο των μεγάλων γυναικών αλλά είναι τακουνάκι. Να! Να! Χτύπα το δεξί. Ναι! Είναι λίγο τακουνάκι. Ακούγεται. Να! Τώρα μπορείς να κάνεις και στροφές. Εχε το νου σου μη σε δει κανένας και γίνεις ρεζίλι. Οχι! Κανένας δεν έρχεται. Είναι εντάξει. Κάνε όσες στροφές θέλεις, άνοιξε διάπλατα και τα χέρια σαν μπαλαρίνα. Αλλά να κοιτάς και τα παπούτσια ενώ κάνεις τις στροφές. Κοίτα, κοίτα πώς στρίβουν! Ζαλίστηκες; Σταμάτα. Αξιζε όμως.


Τα παπούτσια του Πάσχα. Τα και-νούρ-για! Εκείνα τα κόκκινα κατακόκκινα. Τα λουστρινένια. Από του Μούγερ στην Ερμού. «Σήμερα θα πάμε ν΄αγοράσουμε τα πασχαλινά σας παπούτσια», έλεγε. Κι έσκαγαν βεγγαλικά τα συναισθήματα. 


 Μετρημένα στα δάκτυλα του ενός χεριού τα μαγαζιά αλλά και οι εμπορικοί δρόμοι τότε. Ο εξής ένας… Ερμού. Το Κολωνάκι ήρθε πολύ αργότερα. Φαντάσου! Ούτε λόγος, βέβαια, για προάστια. Το όλον ήταν μια τελετή. Λαχταρούσε η καρδιά διαδικασία. Το «να κατεβείς στην Ερμού». Το να βλέπεις βιτρίνες. Ολα τα σχέδια στη σειρά. Πω, πω!


Κάποιο που σου έκλεινε το μάτι. «Αυτό, αυτό θέλω μαμά». Οι διαπραγματεύσεις. «Α, παπα! Το άλλο κάνει για σένα. Για την πλατυποδία σου. Να το κρατάει το πόδι καλύτερα»… Η πλατυποδία! Ο τρόμος κι ο φόβος μιας γενιάς. Ποιος ασχολείται τώρα πια με την πλατυποδία; Τότε όμως; Μάστιζε –και καλά-. Εζησε και η γενιά μου τα χοντρά δράματά της…Την πλατυποδία, το μουρουνόλαδο, την πέτσα στο γάλα. Ολα «για το καλό μας» τα ορίζανε. 


Αλλά μετά! Οπως και νάχε!… 

Οταν κρατούσες πια στα χέρια τη σακούλα… Τα καινούργια παπούτσια του Πάσχα! Που σε «χτυπάγανε». Ολους τους «χτυπάγανε» τα καινούργια παπούτσια του Πάσχα. Μικρούς μεγάλους. Ολοι με «λευκοπλάστ» (πάρε ακόμα μια αντίκα λέξη) ήταν στην Ανάσταση. Εχει πάντα έναν φόρο η υπέρτατη ευτυχία… 


Το Πάσχα τελικά είναι ατμόσφαιρες. Και η ζωή μας ένας αγώνα με το κόκκινο. Ξεκινάμε από το πιο, κόκκινο από κόκκινο. Χρόνο τον χρόνο το ξανοίγουμε… 


Καλή ανάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου