ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του Πέτρο Μαρτινίδη
Ομότιμου καθηγητή του ΑΠΘ.
Τον Οκτώβριο του 2008, με παρότρυνση του Ρίτσαρντ Ντόκινς (συγγραφέα
του βιβλίου «Η περί Θεού αυταπάτη»), η Βρετανική Ανθρωπιστική Ενωση
ενοικίασε διαφημιστικό χώρο σε 30 λεωφορεία του Λονδίνου, για να
κυκλοφορούν με την επιγραφή: «Πιθανότατα δεν υπάρχει Θεός. Σταματήστε να
ανησυχείτε και χαρείτε τη ζωή σας».
Θυμήθηκα αυτή την εκστρατεία
παρακολουθώντας την ομιλία του κ. Κουτσούμπα στις 16/1/2016. Με
φαντάστηκα, ανάμεσα στους αγλαϊσμένους νέους του εντυπωσιακού σε όγκο
ακροατηρίου του, να κρατώ, όπως εκείνοι τις κόκκινες σημαίες, ένα πανό
με τη φράση: «Αποδείχθηκε ότι δεν υπάρχει σοσιαλιστικός παράδεισος.
Σταματήστε να σπαταλάτε τις αγαθές προθέσεις σας και διοχετεύστε τες
κάπου πιο δημιουργικά».
Μετά την αθεϊστική εκστρατεία, ο Ντόκινς
συνέχισε τις έρευνές του στη Βιολογία και τη συγγραφή βιβλίων.
Αναρωτιέμαι εάν θα συνέχιζα κι εγώ τη ζωή μου αρτιμελής, στην περίπτωση
που εμφανιζόμουν έτσι στη συγκέντρωση του ΚΚΕ.
Μεγαλώνοντας σε μια χώρα με διαρκώς δεξιές κυβερνήσεις και μια
επταετή στρατιωτική χούντα ενδιαμέσως, όπου το τρίπτυχο
«πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» παρέμενε σταθερός ιδεολογικός φάρος που δεν
τον κλόνισε ούτε ο σοσιαλισμός του ΠΑΣΟΚ, είχα την εντύπωση πως η
Αριστερά ταυτιζόταν, ιστορικά, με την καθολική ψηφοφορία, την κατάργηση
της θανατικής ποινής, την ισότητα ανδρών-γυναικών, τον διαχωρισμό
κράτους-Εκκλησίας, την αμνησικακία, τη φιλομάθεια και το άνοιγμα στον
εξωτερικό κόσμο.
Αντίθετα, μια Αριστερά που ζητάει «κοινωνικοποίηση των
μέσων παραγωγής και κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας με επιστημονικό
τρόπο», προτείνοντας στα μέλη της «μοναδικό σκοπό ζωής: την κατάκτηση
της εξουσίας από τον λαό» (όλα από τον λόγο του κ. Κουτσούμπα), αποτελεί
θλιβερή και ταυτόχρονα επικίνδυνη Αριστερά.
Θλιβερή, γιατί αντιμετωπίζει τον «λαό» σαν καλοκάγαθα ρομπότ χωρίς
πάθη, επινοημένα από έναν φιλάνθρωπο Φρανκεστάιν, απέναντι σε βδελυρούς
καπιταλιστές, οι οποίοι παραδόξως, καίτοι ολιγάριθμοι, καταφέρνουν να
δυναστεύουν. (Ξεχνώντας ότι άνθρωποι «του λαού» στελέχωσαν το Αουσβιτς,
τα γκούλαγκ, τη νομενκλατούρα του σταλινικού τερατουργήματος, τους
Ερυθροφρουρούς ή τους Κόκκινους Χμερ.)
Επικίνδυνη γιατί γίνεται ολοένα πιο εθνοκεντρική, παρουσιάζει τις
αυταπάτες της σαν ιστορική νομοτέλεια (συγχέοντας τον Μαρξ με τον
Κοέλιο) και προσφέρει άλλοθι ανιδιοτελούς αγωνιστή σε κάθε νεαρό
αριβίστα, κατά τον ίδιο τρόπο που η υπηρέτηση της στρατιωτικής θητείας
παρέχει τεκμήριο πατριωτισμού σε κάθε μελλοντικό λαμόγιο.
Ανατριχιάζει κανείς ακούγοντας εκπροσώπους του ΚΚΕ να προσδοκούν «να
πάρουν επιτέλους οι εργάτες στα χέρια τους και το μαχαίρι και το
πεπόνι». Διότι, αν «πεπόνι» είναι τα παραγωγικά μέσα, το «μαχαίρι» δεν
μπορεί παρά να είναι αληθινό.
Πώς αλλιώς ένα 30 ή 40%, το οποίο θα
έφερνε το ΚΚΕ στην εξουσία, θα επέτρεπε την κοινωνικοποίηση του 100% των
παραγωγικών μέσων;
Κοινωνικοποίηση μόνον όσων μέσων κατέχουν οι
ψηφοφόροι του κόμματος γίνεται ανέκδοτο. Συνεπώς, θα χρειαστεί μαχαίρι.
Βλέπουμε πώς «κοινωνικοποιεί» τα εργοστάσια της Β. Κορέας ο Κιμ Γιονγκ
Ουν ή τις πηγές πετρελαίου σε μέρη υπό την εξουσία του ο ISIS.
Τέτοια
προοπτική εισηγείται το κατά τα άλλα «τιμημένο» για τους αντιφασιστικούς
του αγώνες ΚΚΕ;
Κύρια ιδέα μιας ενωμένης Ευρώπης ήταν να πάψουν οι συνεχείς συρράξεις
μεταξύ των κρατών της και να υπάρξουν συνθήκες στοιχειώδους κοινωνικής
ειρήνης για κάθε κράτος. Οπου να ισορροπούν οι ανισότητες ανάμεσα στον
πλούτο των πιο επινοητικών ή εργατικών και την πενία των πιο άτυχων. Κι
όπως έδειξε η συνέχεια, ο πληθυσμός κάθε κράτους προτιμά να κυβερνάται
στο κέντρο, ακόμα και όταν δεν κυβερνάται από το κέντρο. Κάπου εκεί
έβλεπα, επί δεκαετίες, τον ρόλο μιας μη κομμουνιστικής Αριστεράς. Στο να
υποχρεώνει τις δεξιές κυβερνήσεις να γίνονται πιο κεντρώες και τις
κεντρώες να μην εκφυλίζονται σε ευνοιοκρατίες.
Να απαιτεί αμερόληπτη δικαιοσύνη, να ελέγχει την ισότητα ευκαιριών
και να εμποδίζει την εγκατάλειψη των κατατρεγμένων. Οχι μια Αριστερά που
να κατακτά την εξουσία, με υποστήριξη της πιο λαϊκιστικής Δεξιάς, και
να ισχυρίζεται πως, επειδή ο παππούς Θοδωρής ή ο θείος Λαοκράτης
υπέφεραν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, με εξορίες και διώξεις, τα εγγόνια ή
τα ανίψια τους δικαιούνται διορισμούς και εξασφάλιση όποιων συγγενών εξ
αίματος ή εξ αγχιστείας προέκυψαν στο μεταξύ.
Αν αυτό είναι η μη κομμουνιστική Αριστερά, μια Αριστερά που ναι μεν
δεν προχωρά σε άμεση κοινωνικοποίηση των παραγωγικών μέσων, την αφήνει
όμως να επέλθει μοιραία, με το θεμελιακό της αίτημα για δικαιοσύνη να
καταλήγει διαχείριση φιλευσπλαχνίας από μια νέα νομενκλατούρα, τότε ο
ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του έχουν τη βαθιά ευγνωμοσύνη μου.
«Faut pas
mourir con», δεν πρέπει να αφήνεσαι να πεθάνεις βλαξ, συμβουλεύουν οι
Γάλλοι. Κι αν δεν μεσολαβούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, ίσως πέθαινα νομίζοντας πως...
υπάρχει Αριστερά που δεν αντιστρατεύεται τις ανισότητες από φθόνο, ώστε
να τις αναπαραγάγει επ’ ωφελεία της, Αριστερά του ορθολογισμού, όχι της
βουλησιαρχίας, Αριστερά που συμβιβάζεται, ώστε να μην εξαθλιώσει τη ζωή
του συνόλου με πρόσχημα πως υπερασπίζει κάποιαν αδικημένη μειοψηφία.
Στον ένα χρόνο «αριστερής κυβέρνησης» βεβαιώθηκα ότι διατηρούσα ακόμη
μιαν εικόνα κοσμοπολίτικης Αριστεράς του 19ου αιώνα. Μπορώ τώρα να
κλείσω τον βίο μου λιγότερο αφελής. Ευχαριστώ, λοιπόν, ω Συριζαίοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου